Η   Ἐκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εἶναι τὸ στυλωτικὸ «Ραβδί» τοῦ Γένους.

«Ὁ Κύριος εἶπε  στὸν Μωϋσῆ: Πάρε τὸ  ραβδί σου καὶ συγκάλεσε τὴν κοινότητα ἐμπρὸς στὸν βράχο και μίλησε του ἐμπρός τους καὶ θὰ δώσει νερό σὲ αυτοὺς καὶ στὰ ζώα τους».Ἀριθ. κ΄7-8. «Ὁ βράχος   αὐτὸς από τὸν ὁποῖον ὃλοι ἢπιαν τὸ ἲδιο θεόσταλτο νερὸ εἶναι ὁ ἳδιος ὁ Χριστὸς». Α΄Κορ. ια΄ 2-4. . Μικρογραφία ἐκ τῆς «Ὁκτατεύχου» (Fol.163 r ) τῆς μονῆς Βατοπεδίου ¨Αγίου Ὀρους τοῦ 13ου  αἰώνα.
 

Η   Ἐκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εἶναι     τὸ στυλωτικὸ «Ραβδί» τοῦ Γένους.

       Από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδος του 326 μεχρι τον 6ον αιώνα  ὃλες οι ἀρχαίες ἱεραποστολικές πόλεις τῆς Εκκλησίας αναγνωρίστηκαν  Ἀποστολικοί Θρόνοι καὶ τοὺς ἀπέδωσε τὰ «πρεσβεῖα τιμής», ἀναγνωρίζοντας τὴν μέχρι τότε πνευματική τους ἀκτινοβολία ὡς αὐθεντικῶν φορέων τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ Παύλου ἢδη ἀπό τὸν 3ον  αἰώνα. Ἡ πρώτη Αποστολική Καθέδρα εἶναι της Πρεσβυτέρας Ρώμης και η δεύτερη από το 381 μ.Χ. η νέα πρωτεύουσα στην Ανατολή  της Νέας Ρώμης. Αυτό συνέβη μετά τὴν  τελευταία δοκιμασία τῆς Ἐκκλησίας επί Ιουλιανού που ἐπιχείρησε να  παλινδρομίσει στην  παγανιστική λατρείας χάρη  στὴν  ζωροαστρική ιδέα της διαρχίας καλού και κακού.  Τότε  ἡ Ἐκκλησία ἀμύνθηκε  αντλοῦσα από την εγκυημένη αρχαϊκή αποστολική παράδοση  τῶν Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ  Παύλου στην οποία  ἀκέραια διασώθηκε  η γνησιότητά της στην Συνείδηση της μιᾶς Εκκλησίας. 

            Η νέα Βασιλεύουσα Πόλη του Κωνσταντίνου ἒχει ήδη  ἀποκτήσει πλέον εκ της Μικράς Ασιας τὶς ἀναγκαίες ἐκκλησιολογικὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ  νὰ καταστεῖ κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ως ἡ κατ’ Ἀνατολὰς θεσμικὴ πηγὴ τῆς ἀποστολικῆς εὐθύνης γιὰ ἱστορικοὺς καὶ γεωπολιτικοὺς λόγους.  Όταν ἀπὸ τὸ 379-474 ἡ Αὐτοκρατορία ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἀρχαιολατρεία τῶν παγανιστῶν ὁριστικά στηρίζει  τὴν  Τριαδικὴ πίστη στὸν Ἕνα Θεό καὶ στρέφεται κατὰ πάσης μορφῆς Ἀρειανισμοῦ. Ἀποφασιστική είναι ἡ πράξη τῆς Πολιτείας να σιγήσουν οἱ ἱερείς και οἱ  μάντεις καὶ οἱ λατρευτικές μυστηριακές ἐκδηλώσεις και τὰ αγωνιστικά  ἒθιμα τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ προσαρμοστοῦν  οἱ νομοταγεῖς πολίτες πρὸς τὰ πιστεύματα της Α΄ Οἰκουμενικής Σύνοδος του 325 Ἒτσι μετά 56 χρόνια συνέρχεται τὸ 381 ἡ Β΄ Γενική Σύνοδος τῶν ἐπισκόπων τῆς  Ανατολῆς επί του  ἐπισκόπου τῆς «Πρεσβυτέρας» Ρώμης Δάμασου ( 366-384) καὶ  μὲ τὴν συμμετοχή ἐπροσώπων του. Σὲ αυτήν  επιδιώχθηκε  να ἀποσαφηνισοῦν  τὰ περί τῆς   θεότητος τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος  και δια τοῦ  3ου κανόνας της αποδίδεται   η ὐψιστη τιμή της κληρονομίας των αποστολικών Πρεσβείων Πέτρου και Παύλου  τοῦ επισκόπου της «Πρεσβυτέρας»  Ρώμης στον ἑκάστοτε  πρωθιεράρχη της Κωνσταντινουπόλεως. Τα  «Πρεσβεία» αυτά ἐμπεριέχουν τὴν βεβαιωμένην αποστολικήν παράδοσιν  που παραδόθηκε μέν προφορικά αλλά και  καταγράφηκε πιστά καὶ εὐσυνείδητα  δια τῆς  κανονικῆς «ἀλύσεως» τῆς διαδοχικῆς τῶν επισκόπων.    Το κύρος του «Πρώτου» της Εκκλησίας που παρέλαβε ἡ «Πρεσβυτέρα» Ρώμη διά  του μαρτυρίου των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου επί Νέρωνος,  φαίνεται ὁτι  ἧταν πολύ πλέον το βαρυσήμαντο γεγονός για την Μία Εκκλησία του Χριστού διότι  αντιλαμβανόμεθα οἱ  ἀποστολικοί θρόνοι Πρεσβυτέρας και Νέας Ρώμης  έχουν  ιδιάζουσα σημασία για τὸ μέλλον της Εκκλησίας στὴν Ἀνατολή και αυτό το επιβεβαίωσε η  Ἱστορία. Ὃμως φαίνεται ἡ διακονία του «Πρώτου» της Ανατολής  θὰ προσελάμβανε ιδιαίτερη σημασία ιδίως για τους «εν τοις βαρβαρικοις»λαούς, για να  στερεωθεί τὸ περιεχόμενο τῆς γνησίας πίστεως  τους και τῆς προσηλώσεώς τους ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας     Περὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀρχίζει νὰ συγκροτεῖται ἡ σύναξη τῆς ἱεραρχίας τῆς Θράκης καὶ τῆς Βυθινίας καὶ νὰ προάγεται ὁ εὐαγγελισμὸς τοῦ πλήθους τῶν φυλῶν στὴν αὐτοκρατορία, ποὺ παρέμεναν ἀκατήχητοι καὶ ἀβάπτιστοι στὶς στέπες καὶ στὰ δάση «ν τος βαρβαρικος».  Τότε ἀρχίζει νὰ οἰκοδομεῖται περί τὴν κεντρικήν Ἐκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως τὸ ἀπόθεμα της «Ἀποστολικῆς εὐθύνης» ποὺ φρόντιζε μέχρι τότε ο  Θρόνος τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμηςστην δυτικά Αυτοκρατορία.    Ὁ πάπας Δάμασος στὴν λέξη «πρεσβεία» συνόψισε ὃ,τι παραδώθηκε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὑπὸ τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου.  Ίσως εξ αυτού  και έγινε   ὁ βασικὸς ἀναστηλωτὴς τῶν τάφων τῶν πρώτων ἐπισκόπων τῆς  Ρώμης, που  μάλλον δείχνει το βάθος της διδαχής των «πρεσβείων» τοῦ πάπα Δαμάσου που πιθανόν γνώριζε και ὁ ἐξ Ἲβηρίας Θεοδόσιος Α΄ καὶ οι 150 ἐπίσκοποι ποὺ συνήλθαν στὴν πόλη τοῦ Κωνσταντίνου τὸ 381 καὶ  «ἐπιμέρισαν τα πρεσβεία του Πρώτου της Εκκλησίας μὲ τὸν 3ον  κανόνα» ὡς ἲδια εὐθύνη και του  ἀρχιεπισκοπο τῆς Νέας Ρώμης. Τὴν ἒγκυρη ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ κανόνα ἒδωσε μὲ τὰ πεπραγμένα τῆς περιοδείας του στὴ Μικράν Ἀσίας πρῶτος ὁ Ἃγιος Ίωάννης ὁ Χρυσόστομος!

                Η ἐν Τρούλλῳ ΣΤ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διατύπωσε μὲ τὸν λστ´ (36) Κανόνα της που  διαλλούν  τα «Δίπτυχα της Εκκλησίας», που άρχισαν να συγκροτούνται συνοδικά και κανονικά από το 325,  δηλαδή  τον 4ον  αιώνα,  και  ολοκληρώθηκαν τον 767 δηλαδή  τον 8ον  αιώνα και ἐξ αυτών των κανονικών δεδομένων  προέκυψε η «Πενταρχία» που στέφει όλην την πρώτη χιλιετία την Εκκλησία μας.

                                                                                          Α.Π. 

Loading

Η “Ηροστράτεια” δοξομανία του Μόσχας Κυρίλλου δυναμιτίζει την Ορθοδοξία

Η  Ιστορία μας διέσωσε το όνομα του πλέον ματαιόδοξου  εμπρηστή των  αιώνων που λεγόταν  Ηρόστρατος!  Αυτός ο ψυχοπαθής  πυρομανής  για να πετύχει την «αθανασία» του ονόματός του, πυρπόλησε την νύκτα του 356 π.Χ., ένα των επτά θαυμάτων του αρχαίου κόσμου, τον ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο! Γιὰ την  χείριστη αυτή εγκληματική πράξη και ενέργεια του τον τιμώρησαν όχι μόνον οι συμπατριώτες του με την εσχάτην των ποινών, αλλά και του απαγόρευσαν την κάθε μνεία του ονόματός του από τους μεταγενέστερους ιστορικούς και  εσεβάστηκαν αυτή την απόφαση με μοναδική εξαίρεση το μαθητή της ρητορικής Σχολής του Ισοκράτη και περίφημο Αλεξανδρινό ιστοριογράφο Θεόπομπο τον εκ Χίου. Αυτός μόνος χάρη της Ιστορίας  κατ’ εξαίρεση διέσωσε το γεγονός  για να φρονηματίζει  ανά τους αιώνες τις συνέπειες της  ασύδοτης δοξομανίας και τον σύνδεσμό του με τον κακουργότερο των εγκληματών που αφάνισε το περικαλές αριστούργημα θεωρούμενον ενός των επτά θαυμάτων της ανθρωπότητος! Λέγεται μάλιστα από μερικούς ότι αυτή την τραγική νύκτα που συνέβηκε αυτή η αισχρή και ματαιόδοξη ύβρις του παράφρονα εγκληματία  Ηρόστρατου ήταν η αρχή της καταστροφής  του Ιωνικού πολιτισμού.

                  Κατά στην Ρωσική Επανάσταση του 1917 ο Λένιν και οι στρατεθέντες οπαδοί Μπολσεβίκοι θεώρησαν και  την κρατούσα τότε Αυτοκρατορική Εκκλησία ένοχη της κοινωνικής κακοδαιμονίας που βασάνιζε τον ρωσικό λαό  στη Ρωσία και εφήρμοσαν απηνή διωγμό της Εκκλησίας από το 1918 μέχρι το 1930.  Πάντα η Ιστορία της Ανθρωπότητος είναι γεμάτη από φαντασμένους οιηματίες πυρομανείς που άφησαν το στίγμα του καταστροφέα λαών και πολιτισμών και βύθισαν  σε ατερμάτιστη  θλίψη  τους λαούς.  Ενας από αυτούς ασφαλώς υπήρξε και στα χρόνια μας,  ο Χίτλρερ, που νόμιζε πως θα επιβάλει στα ελεύθερα έθνη  τον φυλετικό   «Ναζισμό» του, όπως έπραξαν το ίδιο και οι μηδενιστές του «Μαρξισμού»,  σε εκατομμύρια θύματα της μοχθηρής εξοντώσεως κληρικών και λαικών ορθοδόξων πιστών. Αυτοί κατάλαβαν γύρο από το 1930 ότι ο διωγμός και το μαρτυρικό αίμα  ποτίζει καλύτερα  τις  ριζες  της θρησκευτικότητας και το 1934 ο Στάλιν  με τον Μολότωφ βρίσκουν τρόπο επικοινωνίας με τρείς Ρώσους ιεράρχες για κάποιο ιστορικό συμβιβασμό ΄του κρατούντος την εξουσία  καθεστώτος και της διωκόμενης εν Ρωσία Εκκλησίας που  επικεφαλή τότε ήταν ο ελληνομαθής Μόσχας Σέργιος, άλλοτε προϊστάμενος της ρωσικής ενορίας των Αθηνών και δύο ακόμη μητροπολίτες.  Στην πραγματικότητα αυτή η «συμφωνία καταλλαγής μεταξύ των άθεων εξουσιαστών με την  τριανδρία των Ιεραρχών» ήταν  πραγματικός αντιεκκλησιαστικόν εμπαιγμόν για να υπάρξει ο Μόσχας  Σέργιος νέος πατριάρχης μετά τον Τύχωνα με την ρητή προϋπόθεση της παραδόσεως  τη εσωτερικής ζωής της Εκκλησίας για να δρά το Αθεϊστικό Κράτος ποιό αποτελεσματικά σε αυτήν την εσωτερική  ζωή της Εκκλησίας. Από τότε  η Εκκλησία στην Ρωσία έπεσε στο χέρια των εχθρών της αφού  πολλές Μητροπόλεις της δευθύνονται έκτοτε από πρόσωπα υποδιώμενα τους ιερωμένους ως «ηθοποιοί», πλην ελαχίστων εξαιρέσεως,  προς εμπέδωση των αθείστικών θέσεων  του σοβιετικού κράτους. Παράδειγμα από την τελευταία «Πανορθόδοξη Διάσκεψη»στη Ρόδοσε μια κρίση συνειδήσεως ο Λένινγκραν Νικόδημος με κλαθμούς και δάκρυα απεκάλυψε στον πρόεδρο της Διασκέψεως Χαλκηδόνος Μελίτωνα τις κομματικές πιέσεις του σύντροφου Γεώργιου Καρπώφ για τις παρεμβάσεις των αθεϊστών του Κρεμλίνου στα της Εκκλησίας. Αυτά τα Αυτά τα ακούσαμε με κάθε ακρίβεια από το στόμα του γέροντα ο Ρόδου Σπυρίδωνα και η ταπεινότητά μου.  Φαίνεται ότι τον Σεπτέμβριο του 1978 όταν επεσκεφθηκε επίσημα στο Βατικανό τον νέον πάπα Ιωάννη-Παύλο Α΄ παρόμοια του είπε και ευθής κατέρρευσε δραματικά ενώπιόν του συμπαρασύροντάς τον μάλιστα  μετά 33 ημέρες!

                  Το περιλάλητο Μαρξιστικό «Συνέδριο της Μόσχας» το 1948 ειχε σκοπεύσει πώς θα καταστρέψει την Πανορθόδοξο ενότητα οι Ρώσοι:

             α)  Να αποδείξουν ότι έχουν «αυτοκεφαλιά» ήδη από το 1448 και πρό της Αλώσεωςπου είναι ιστορικό ψεύδος μη επιβεβαιωμένο από καμμιά σχετική πηγή  επιστημονικά αλλά ως σύγχρονη απάτη διεστραμμένων εγκεφάλων μήπως τονώσουν την ανεξαρτησία τους από την Κων/πολη.

                    β) Είναι απαύγασμα της διεστραμμένης αντιλήψεως  του «Εθνοφυλετισμού» το οποίο θέλει να επιβάλει στην κατ’ Ανατολάς Εκκλησία το μύθευμα  ότι ο δυτικός Χριστιανισμός  μάχεται τον «Ορθόδοξον  Ρωσικόν πολιτισμόν». Αυτόν τον ύφαναν ευρωπαίοι καλλιτέχνες στους οποίους μαθήτευσαν Ρώσοι, όπως και ο Μ. Πέτρος. 

             γ) Αυτό το δήθεν «Πανορθόδοξο Συνέδριο» που στην πραγματικότητα συγκάλεσε το 1948 το καθεστώς του Κρεμλίνο απεκάλυψε την αιρετική «Εκκλησιολογία» τωνΜαρξιστών που ανέλαβαν την εσωτερική ζωή της  Εκκλησίας στη Ρωσία μετά το 1943.

         Οι σκοπεύσεις αυτές των σοβιετικών αθεϊστών κατά της Εκκλησίας έχουν και βιβλιογραφία. Την απέκτησα όταν μετεκπαιδευόμουν στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου των Παρισίων ( 1956-1958). Τότε κυκλοφόρεσαν γαλιστί και τα πλαστά πρακτικά του δήθεν Πανορθοδόξου Συνεδρίου της Μόσχας στο Παρίσι που μόλις τα διάβασαν οι Ευρωπαίοι κατάλαβαν την επιθετικότητά των σοβιετικών και στα των Εκκλησιών και  γι’αυτό διέκοψαν κάθε επικοινωνία μαζί τους και δεν εδέχοντο αντιπροσώπους του Πατριαρχείου Μόσχας ακόμη και  ουτε στο Π.Σ.Εκκλησιών στη Γενεύη και σε άλλες διεθνείς Οργανώσεις και ξέρω καλά ότι μετά χρόνια επενεβη ο πατριάρχης Αθηναγόρας και με πολύ προσοχή τους δέχθηκαν.  Ο Θυατείρων Γερμανός που  συμμετείχε ως εκπρόσωπος του Φαναρίου προ πολλών ετων μου εδώρησε το εκδοθέν φωτογραφικό λεύκωμα εκείνης της δόλιας «Συνάξεως της Μόσχας» και ξέρω και εξ «αυτοψίας»σχεδόν τα γεγονότα  της κομμουνιστικής αυτής πρωτοβουλίας. Μετα  το ψευτοσυνέδριο αυτό ο ελευθερος κόσμος της Δύσεως κατάλαβε τη ήταν στην πραγματικότητα ο  «συμβιβασμόν» Κράτους και Εκκλησίας στο σοβιετικό σατραπισμό. Αυτός  έφθασε το 1985  στα πρόθυρα της  αυτοκαταστροφής μετά μία  εξηκονταετία εφαρμογής του  (1924-1985) και για να  αποφευχθεί η κατάρρευσή του επιβλήθηκε η Περεστρόϊκα η Ανασυγκρότηση την δεκαετία του 1990 μήπως τερματιστεί η οικονομική στασιμότητα και καχεξία  του του λεγόμενου  «Υπαρκτού Σοσιαλισμού». Όμως και αυτή απέτυχε και εμφανίστηκαν  και πάλι οι παλαιοί πολέμαρχοι που έστησαν ένα νέο τυχοδιωκτικό καθεστώς στο  Ρωσικό λαό. Αυτό   διεκδικεί όλα τα εδάφη των  γειτονικων  λαών που κάποτε ζήτησαν την προστασία του Τσάρου. Το σημερινό ολοκληρωτικό καθεστώς της Ρωσίας κατασκεύασε το ευαλτήριο ερέθισμα που προκάλεσε διέγερση της κατακτητής μανίας της κάποτε ορδής των Σλάβων  και με πρόφαση τον κίνδυνο απειλής «της  ρωσικής Ιστορίας και παραδόσεως»διεξάγει ολοκληρωτικό και  εξοντωτικό πολεμο καταστροφής με τις ευλογίες του Βλαδίμηρου Γκουντιάγιεφ, νυν «πατριάρχη» Μόσχας  Κυρίλλου. Ως ο ελάχιστος Θεολόγος διερωτώμαι, αφού   κατά το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής την Γένεση (δ΄. 10-16.)  «η φωνή αίματος του αδελφού βοά εκ της γης προς Κύριον τον Θεόν ότι κάθε αδελφοκτόνος εξήλθεν από προσώπου του Θεού και είναι  επικατάρατος, όπως ο Μόσχας Κύριλλος.   Αυτός ο θρασής και ματαιόδοξος πυρομανής είναι ο τρελλός Ηρόδοτος της σύγχρονης Εκκλησιαστικής Ιστορίας που καταστρέφει την Πανορθόδοξη ενότητα.  Πιστεύω ότι ποτέ δεν θα βρεθεί  ορθόδοξος αρχιερεύς να τον δεχθεί ως «πατριάρχη» και να λειτουργήσει μαζύ του, αφού είναι  επικατάρατος από τον Θεό, ό,σα χρήματα και αν έλαβε από το ταμείο του Κρεμλίνου για τις εκδουλέψεις προς αυτόν  ; Κατά τον ρητόν λόγον  του Αποστόλου Παύλου: «εἰ τις οὐ  φιλεί τον Κύριον  ήτω ανάθεμα.   μαράν αθά» ( Α. Κορ.ιστ΄22-23)   Α.Π.

Loading

Η αλγεινή «εθνοφυλετική» παρέμβαση της Μοσχόβιας πατριαρχίας μεταξύ Βελιγραδίου και Φαναρίου.

Οι Μητροπολίτες των Νέων Χωρών του Οικουμενικού Θρόνου του 1911 και μεταξύ αυτών ο Σέρβος Δεβρών Βαρνάβας, πρώτος άνω αριστερά, που με την βοήθεια των Γάλλων κατέλαβε το 1918 την Ιερά Μητρόπολη Πελαγονία στα Σκόπια, που τότε εκεί υπηρετούσε ως  αρχιδιάκονος ο Αθηναγόρας Σπύρου,  μετά Κερκύρας  και Αμερικής που πατριάρχευσε επί 23 χρόνια ως  ο  Οικουμενικός Πατριάρχης.
 

Είναι γνωστό ότι η εκκαθάριση της Χερσονήσου του Αίμου από τους ασιάτες κατακτητές συντελέστηκε με τους «Βαλκανικούς Πολέμους» 1912-1913 όταν τέσσερα βαλκανικά κράτη νίκησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία και αυτή η επιτυχία επικυρώθηκε με την «Συνθήκη του Βουκουρεστίου».   Για την περίοδο αυτή πολλά αποκαλυπτικά μου διηγούταν ο μακαριστός τότε αρχιδιάκονος της ιεράς Μητροπόλεως Σκοπίων που είχε την Εξαρχία και της Άνω Μακεδονίας Αθηναγόρας Σπύρου, ο μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης. Συχνά  αναπολούσε την εκεί επταετή διττή διακονία του ως κληρικού καιεκπαιδευτικού, την οποίαν μετά επιβεβαίωσε έρευνά μου στο αρχείο του εν Ἀθήναις Υπουργείου Εξωτερικών. Ενώ οι Σέρβοι και οι Έλληνες ήσαν αδελφοί στη νίκη για την απελευθέρωση των λεγόμενων από τότε Νέων Χωρών  εμφυτεύθηκε μεταξύ τους από το 1917 ο καταραμένος «Εθνικός Διχασμός». ενώ  αμφότεροι ακόμη   ήταν   σύμμαχοι  με την  Antant των «Συμμάχων», αλλά οι Έλληνες ήταν Βενιζελικοί ενώ οι Σέρβοι ήταν Κωνσταντινικοί, γεγονός  που προκαλούσε  εσωτερική διάσταση!  Οι Σέρβοι επεδίωκαν την κατάληψη  της Άνω Μακεδονίας δια του σέρβου επισκόπου Δεβρών Βαρνάβα, μετά μητροπολίτη Βελιγραδίου, ο οποίος και υπονόμευε την Πατριαρχική Ιερή Μητρόπολη Σκοπίων και τον τότε ιεράρχη της Χρυσόστομο Καβουρίδη. Με το πρόσχημα του ομοδόξου ιεράρχη ο Βαρνάβας οργάνωνε προοδευτικά τους εκεί Σέρβους, ενώ οι Γερμανοί σύμμαχοι Τούρκων και Βουλγάρων κανονιοβολούσαν από τα βουνά τα πολυεθνικά Σκόπια που κατείχαν οι Γάλλοι και οι κάτοικοι κατέφευγαν στα καταφύγια την νύκτα με μάσκες λόγω των ασφυξιογόνων που έριχναν οι Γερμανοί.  Μία ημέρα που φιλοξενούσε κάποιους Γάλλους αξιωματικούς η Μητροπολη Πελαγονίας ο μητροπολίτης Χρυσόστομος  Καβουρίδης αλλά είχε την αφέλεια  να δείξει τα φιλοβασιλικά του φρονήματα  με συνέπεια όταν επήγε μαζί με τον Αθηναγόρα στη Θεσσαλονίκη για υποθέσεις της Μητροπόλεως του  αιφνίδια αμφότεροι να συλληφθούν κατ’ εντολήν του Γάλλου στρατηγού και να φυλακισθούν με φρουρά από Συνεγγαλέζους ! Τελικά παρεμβαίνει  ο Θεσσαλονίκης Γεννάδιος και και με την αιτιολογία  να εξοριστούν στο Άγιον Όρος τους ελευθερώνει. Εκεί παρέμειναν στο Λαυριώτικο κελί - Κάθισμα του Μυλοποτάμου, κοντά στην Μονή των Ιβήρων και οι Γάλλοι παραδίδουν την Ιερά Μητρόπολη Σκοπίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου  στον Δεβρών Βαρνάβας που οι Σέρβοι εθνικιστές τον ανέδειξαν και Πατριάρχη τους. Τότε στο Άγιον Όρος ο Αθηναγόρας με την συνοδεία του ιερομονάχου Παύλου του Λαυριώτη γνώρισε πολλές εξέχουσες Αθωνίτικες προσωπικότητες που τον εντυπωσίασαν για τις αρετές και την ευσέβεια τους και για την ευρύτατη θεολογική τους μόρφωση, την γλωσσομάθεια  και την αφοσίωσή τους στο ιδεώδες της ιεράς ησυχίας .  Πολλές φορές ο Αθηναγόρας αναπολούσε  τις Αθωνίτικες πανηγύρεις και τελετές με το πλήθος των μοναχών.  Η παραμονή  του Αθηναγόρα στον Άθωνα διακόπηκε όταν παλαιό συμφοιτητής του από την Σχολή της Χάλκης, ο Παναγιώτης ή Πανος Δημητριάδης από την «Παναγιά» της Ίμβρου, αποθανών ως λαϊκός το 1972, του έγραψε ότι ο νέος Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκις ζητά κληρικό να γνωρίζει «γραφομηχανή» και επειδή  ήξερε ότι ως γραμματέας στη Μητρόπολη Σκοπίων είχε καλή εμπειρία τον συνέστησε στον  μητροπολίτη Αθηνών,  ο οποίος και τον προσκάλεσε να κατέβει το ταχύτερο στην Αθήνα.  Το ταξίδι με σιδηρόδρομο από Θεσσαλονίκη στην Αθήνα ήταν τότε  πολύωρο  και το μόνο που ενθυμείτο ήταν γιατί ένας ευγενικός συνταξιδιώτης του πρόσφερε από την ταμπακιέρα του ένα τσιγάρο και το άναψε και προσπάθησε να το καπνίσει,  όμως  απέκτησε τέτοιο ερεθισμό στο λαιμό που άρχισε έντονο βήξιμο και αμέσως το έσβησε.  Εξ  αυτού μου έλεγε ότι : «ποτέ δεν έβαλε τσιγάρο στο στόμα του  όλη του τη ζωή»! Έτσι ευθυτενής, άλκιμος και σοβαρός παρουσιάστηκε ο αρχιδιάκονος Αθηναγόρας στον σπουδαίο μητροπολίτη Αθηνών Μελέτιο,  που πρόσφερε πολλά στην Εκκλησία όπου και αν την υπηρέτησε ως νέος διάκονος από την Δαμασκό της Αντιόχειας, και μετά ως Αρχιμανδρίτης στα Ιεροσόλυμα αλλά και ως μητροπολίτης στο Κίτιον της Κύπρου, που εξετιμήθηκε μεγάλως για το οργανωτικό του πνεύμα, ακόμη και όταν ήλθε στο κλεινό Άστυ των Αθηνών και όταν κατέφυγε στην Νέα Υόρκη  του νέου κόσμου, αλλά  και όταν  εκλέχτηκε  Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και μετά Αλεξάνδρειας,  όπου και πλάτυνε τη διακονία της  σε όλην  την Αφρική.- Α.Π.

Loading

Ο ΕΩΣΦΟΡΙΚΟΣ ΤΥΦΟΣ ΤΗΣ  ΜΟΣΧΟΒΙΑΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑΣ

«Η φωνή αίματος του αδελφού σου βοά προς με εκ της γης και νυν επικατάρατος συ από της γης ….και εξήλθεν δε Κάϊν από προσώπου του Θεού». ΓΕΝΕΣΙΣ δ΄. 10-16.

      Ένα σημαντικό ιστορικό σύγγραμμα εκδόθηκε με την Ανατολή του 20ου αιώνα ρωσικά το 1904 στην Αγία Πετρούπολη από τον καθηγητή Ιβάν  Ιβάνοβιτς Σοκολόφ. Αυτό ήταν  « Η Ιστορία του Οικουμενικου Πατριαρχείου τον 19ον  αιώνα». Εξελληνίστηκε το 2011 και εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη στις αρχές του 21ου αιώνα από το Uninersity Studio PressΤην όλη επιμέλειά του  είχε ο καθηγητής Αιμίλιος-Αντώνιος Tαχιάος ειδικός Σλαβολόγος παλαιός φίλος  με οποίον ως Θεολόγοι συμπληρώσαμε τις σπουδές μας στο Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου των Παρισίων το 1956-1958  κοντά στον σεβάσμιο  μύστη της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Ρωσίας και πρώην υπουργό Αντώνιον Καρτασώφ. Ο Σοκολόφ, ως ιστοριοδίφης επί πρωτογενών κειμένων  εργάστηκε στο πατριαρχικό αρχείο του Φαναρίου  στα τέλη του 19ου  αιώνα για να στηρίξει τον αγώνα του για την επάνοδο της Μητροπόλεως Μόσχας στην πατριαρχία, που είχε καταργήσει ο Μέγας Πέτρος για να «εκσυγχρονίσει» το ρωσικό κράτος με τη Δύση και επέβαλε την απόλυτη πολιτειοκρατία του κράτους στην εν Ρωσία  Εκκλησία επί δύο περίπου αιώνες (1721-1917). Η συμβολή του Ιβάν Σοκολόφ συνέβαλε μεγάλως στην αποκατάσταση της πατριαρχίας του Μόσχας και στην εκλογή του Μόσχας  Τύχωνα και εξ  αυτού απολύθηκε από καθηγητής στην Θεολογική Ακαδημία της Πετρουπόλεως και υπέστη ισόβια εξορία μέχρι το 1939 που απεβίωσε ως ένας απλός δάσκαλος των ελληνικών! Όμως τα κατατεθέντα από τον  Σοκολόφ για την θεσμική αξία του Οικουμενικού  Πατριαρχείου  ενέπνευσαν τους παγκόσμιου κύρους Ρώσους θεολόγους, όπως ήταν ο Φλωρόφκυ, ο Ευδοκίμωφ και ο Μέγεντορφ κ.α. που υποστήριξαν: «Αν οι συνοδικοί Πατέρες του παρελθόντος δεν είχαν θεσπίσει προνόμια στον «Πρώτον» Πατριάρχη της Ανατολής, αυτά θα έπρεπε τώρα συνοδικά να θεσπιστούν κατά τα αρχαία ιερά Δίπτυχα της «Πενταρχίας»  «χάρη της ενότητος της Ορθοδοξίας».

           Την έκδοση του πολύτιμου αυτού συγγράμματος  στην ελληνική γλώσσα προλογίζει η Α.Θ.Π. ο πατριάρχης  Βαρθολομαίος,  αξιολογώντας το σύγγραμμα του μακαριστού καθηγητή Σοκολόφ  ότι : «πρόσφερε την μαρτυρίαν του ως ανεκτίμητο εργαλείο στην Εκκλησία τα συμβάντα της Ιστορίας του Οικουμενικού Θρόνου τον 19ον αιώνα», αλλά και το τι εστί ο «Οικουμενικός Πατριάρχης στην καθ’ ημάς Ανατολή» αφού προσωπικά  ο ίδιος ο Σοκολόφ επεξεργάστηκε ως πηγές τα αυθεντικά έγγραφα και επομένως η αλήθεια των κατατεθέντων  μαρτυριών του «είναι ατράνταχτη. 1  

                  Ο καθηγητής  Ιβάν Σοκολόφ, αγωνίστηκε επί εικοσαετία μέχρι το 1917 για την  αναστύλωση της πατριαρχίας στη Ρωσία. Όμως ο Μαρξισμός-Λενινισμός τελικά  επέβαλε δια της βίας το «κόκκινο» κράτος του. Εξ αυτού   οι Ουκρανοί διεκδίκησαν και πάλι την απολεσθείσα  ελευθερία τους   και την  κρατική εξουσία ανέλαβε το νέο «Κοινοβούλιο» της χώρας, η λεγόμενη  «Κεντρική Ράντα» (Τσεντράλνα), που με ψήφισμα του λαού στις 9 Νοεμβρίου 1917 Διακήρυξε την  πλήρη Ανεξαρτησία του Ουκρανικού  κράτους κατά τα διεθνώς κρατούντα και προς υπεράσπιση του θελήματος του λαού των Κιεβινών σχηματίστηκε το Αρχηγείο  του «Λευκού Στρατού»  που θα υπερασπιζόταν το  κράτος των Ρως που  δεν ήθελε καμία  συμβίωση  με τους υπερβόρειους Σλάβους. Τότε άρχισε ο λεγόμενος «Εμφύλιος Πόλεμος» στη Ρωσία γιατί οι κομμουνιστές  διάβρωναν την ομοψυχία των Ουκρανών με δολοφονίες ηγετών και πρώτος ήταν ο άγιος Κιέβου Βλαδίμηρος που έχω γράψει για το μαρτύριό του. Έτσι άρχισε  η  αναμέτρηση του «Λευκού» και του «Κόκκινου» Στρατού που προκάλεσα τότε το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων αλλά και τότε  η Ελλάδα έστειλε το 1919 το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων με  επικεφαλής τον συνταγματάρχη  Νικόλαο Πλαστήρα κατά του «Κόκκινου Στρατού» των Μπολσεβίκων που όπλιζε εναντίον μας τον Κεμάλ!  Όμως οι Ουκρανοί νικήθηκαν και νέος μητροπολίτης Κιέβου και Γαλικίας Αντώνιος  Χραποβίτσκη διέφυγε την σφαγήν  και μετέβη στο Φανάρι και στο Άγιον Όρος τιμώμενος από την Ελλάδα με ανώτατη διάκριση μέχρι που επήγε στην Σερβία. Για να εκδικηθεί ο Στάλιν τους Ουκρανούς  πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο  την άνοιξη του 1932 ξεκίνησε τον λιμός  του ουκρανικού λαού, πριν ακόμη εκδηλωθεί  η τρέλα του «Ναζισμού».  Τότε οι Ρώσοι προκάλεσαν την   μεγαλύτερη εθνική  καταστροφή των Ουκρανών στη Ιστορία!  Τότε το Κρεμλίνο εξόντωσε με θάνατο εκ πείνας 10 εκατομμύρια  εκ του λαού των Ουκρανών  καθώς και με 2500 εκτελέσεις αντιφρονούντων πατριωτών  οι Σταλινικοί, όπως διέπραξαν οι ίδιοι και μετά το 1944 κατά του ουκρανικού λαού ως δήθεν «ναζιστών»  όταν  επέστρεψαν στην Ουκρανία.2

               Όμως  τον Σεπτέμβριο του 1943 ο Στάλιν με το πρόσχημα της «Πανρωσικής ενότητας» κατά των εχθρών του Σοβιετισμού έριξε το δόλωμα στην τριμερή τοποτηρητεία της Μόσχας των μητροπολιτών Σεργίου, Αλεξίου και Νικολάου περί της αδείας για νέα πατριαρχική εκλογή μετά το 1917. Από τότε  με την λεγόμενη «Ιστορική Συμφωνία» επιδιώχθηκε  πονηρότερα ο πλήρης έλεγχος της Εκκλησίας στη Ρωσία  δια των μυστικών υπηρεσιών του «αθεϊστικού» κράτους. Γι’ αυτό και συνεστήθη  το «Επιτροπάτο του λαού για τη Θρησκεία» με ρασοφορεμένα όργανα στις ανώτατες εκκλησιαστικές θέσεις της γνωστής μας Γκα-κε-Μπε (KGB) που «διέπρεψαν» στον εγκλεισμόν των Ορθοδόξων Εκκλησιών στο «Σιδηρό Παραπέτασμα» κατά την περίοδον του «Ψυχρού Πολέμου». Τότε όμως νεκρώθηκαν οι διεκκλησιαστικές σχέσεις και η Μόσχα ως «αχάριστη και μικρόψυχη θυγατέρα» έθεσε σε ενέργεια το καταχθόνιο σχέδιο της υποκαταστάσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου.  Το 1968 η Μόσχα για να μετρήσει τις δυνάμεις της στην Ορθοδοξία επιχείρησε μια «Πανορθοδόξη παρασυναγωγή» δήθεν χάρη των «500 ετών της «αυτοκεφαλίας» της Ρωσικής Εκκλησίας (1448-1948)»! Αυτή όμως αποδείχθηκε ανιστόρητη πλαστογραφία από σοβαρούς ιστορικούς επιστήμονες γιατί στηριζόταν σε φαντασίες των τσαρικών κύκλων 15ου  αιώνα για να τονώσουν τα δήθεν  δικαιώματα της 3ης  Ρώμης! Όμως οι Ορθόδοξες Εκκλησίες κατάλαβαν την γελοία σκηνοθεσία της σοβιετικής εξουσίας  και έστειλαν μερικούς έμπειρους απεσταλμένους μόνον για να μάθουν τις κακόβουλες προθέσεις  της Μοσχόβιας πατριαρχίας εξαρτώμενης από το σοβιετικό Κρεμλίνο.. Μάλιστα σε λίγο χρόνο εκδόθηκαν και σε δύο τόμους γαλλικά τα δήθεν πορίσματα του συνεδρίου «που δεν έγινε» με σφοδρότατο  «αντιδυτικό  παραλήρημα» θέσεων που ευνοούσαν το ξάπλωμα του Κομμουνισμού στη Δύση! Τότε κατάλαβαν όλοι οι «Παγκόσμιοι Οργανισμοί» του Ελεύθερου Κόσμου ότι  στρατεύθηκαν και Ρώσοι ρασοφόροι  στην διάδοση  του δήθεν «Υπαρκτού Σοσιαλισμού» και φυσικά επήλθε  διεθνής απομόνωση  της εν Ρωσία Εκκλησίας. Αυτό έγινε αντιληπτό από το Κρεμλίνου και τότε έλαβε την άδεια ο Ρώσος  πατριάρχη Αλέξιος Α΄ να προσεγγίσει  παρακλητικά τον  πατριάρχη Αθηναγόρα να μεσολαβήσει στο Π.Σ.Ε.  για να γίνει δεκτός Ρώσος αντιπρόσωπος στη Γενεύη!    Και όταν αυτό ευοδώθηκε το 1960 ήλθε στο Φανάρι ο Μόσχας Αλέξιος  για να ευχαριστήσει την βοήθεια του πατριάρχη Αθηναγόρα. Ένας εκ των πρώτων ήταν ο αρχιμ. Κύριλλος Γκουντιάεφ, ιδιαίτερος γραμματέας του Λένινγκραντ  μεθυσμένος από τον πομφόλυγα, τις αερολογίες του για το μέλλον της ρωσικής πατριαρχίας. Όμως πολυδιήγητες είναι οι μεταλλάξεις του status στις εκκλησιαστικές επαρχίες της Ανατολικής Ευρώπης με υπόδειξη του Σταλινικού αθεϊστικού καθεστώτος προς το Μοσχοβίτικο Πατριαρχείο. Όλα σκηνοθετούνται  προκειμένου να αποψιλωθεί από τα κανονικά δικαιώματα του το Οικουμενικό Πατριαρχείο και εκάστη των θυγατέρων του Εκκλησιών συναγωνιστεί  σε  διεκδικήσεις αν και   ευρισκόμενες  μέσα στην από αιώνων Δικαιοδοσίαν του. Στόχος είναι να αποκοπούν αυτές οι εκκλησιαστικές διοικήσεις από την ενότητα με  το αποστολικό κέντρο της Νέας Ρώμης και να υπαχθούν στην σφαίρα επιρροής και ελέγχου του κράτους της ανύπαρκτης «Τρίτης Ρώμης» μιας Ιδεοληψίας που  ενδημεί μόνον  στο βαθύ κράτος του Κρεμλίνου. Χρόνια επιχειρεί να διογκώσει στο Άγιον Όρος τους εκ Ρωσίας μοναχούς και κατασκεύασε τεράστιες εγκαταστάσεις για μελλοντική  σύσταση ναυτικής βάσεως στο Αιγαίο. Στήνονται «βολβόσχημοι» τρούλοι ως σε τόπους Μοσχόβιας επικυριαρχίας παρά την  πηγαία ναοδομία αιώνων.  Ένα άλλο άθλιο αποτέλεσμα είναι η υποχθόνια συναλλαγή με τους κατά περιοχή αργυρογνώμονες και οι φωνασκίες των ενταύθα  «ωνητών¨  ιστότοπων προς κατασυκοφάντηση των αποφάνσεων τής Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, επειδή απείχαν εσκεμμένως οι Μοσχοβίτες και οι γνωστοί από μακρού δορυφόροι τους. Όλοι αυτοί έχουν καταγραφεί στην Εκκλησιαστική  Ιστορία των νεότερων χρόνων ως οι πείσμονες εκτελεστές του σχεδίου μεταβολής της Εκκλησίας σε θρησκευτικό μόρφωμα της εκάστοτε πολιτικής του ρωσικού κράτους τους. Το είχε αυτό προβλέψει  ο εμβριθής θεολόγος Ιεροσολύμων Δοσίθεος Β  ὁ Νοταράς (1669-1707) που είναι και  ο πλέον  αψευδής μάρτυρας του δόλιου  θελήματος της υπαγωγής  της Μητροπόλεως Κιέβου στη Μόσχα. Ο οποίος διερωτώμενος  τότε έγραψε στον Μόσχας Ιωακείμ: «Μήπως θέλεις να σου πλένουμε και τα πόδια;» Με την ειρωνεία αυτή  ο σοφός Προκαθήμενος  επισήμανε την ακόρεστη αδηφαγία του Μόσχας για την αρπαγή της Μητροπόλεως Κιέβου! Το εγχείρημα αυτό σχεδιάστηκε και  άρχισε δια   της  υποκλοπής του δικαίου της εκλογής και χειροτονίας των Κιεβινών ιεραρχών.

      Τα συμβάντα κατά την περίοδο του μεγάλου διωγμού της Εκκλησίας στη Ρωσία δεν έχουν ακόμη εξιχνιαστεί και καταγραφεί ακόμη στην Ιστορία και πόσο στοίχισε ο λεγόμενος «Ιστορικός Συμβιβασμός» στην αληθινή  ποίμνη του Χριστού στη Ρωσία. Όταν διαγνώστηκε ο βίος και η πολιτεία  των ρασοφόρων που υπηρετούσαν το σοβιετικό κράτος τότε το προδοθέν εκκλησίασμα εξελίχθηκε κατά συνείδηση. Όμως οι μεγαλοσχήμονες ως  κληρικοί επιβίωσαν και μετά την Περεστρόικα παρά το ξεμαρκάρισμά τους. Ο λαός του Θεού κατέφυγε στις Μονές των δασών και στις Κατακόμβες για να ασκήσει ανεπηρέαστος την ορθόδοξη ευσέβεια μακριά από τους όνυχες της Κ.G.B.   που ήλεγχε  όλες τις εκκλησιαστικές υπηρεσίες. Τότε οι κρατούντες πάλι την πατριαρχία καιροσκόποι κατονόμασαν τους ευσεβείς αντιπάλους τους  «αχειροτόνητους»  και «ναζιστές» γιατί σεβάστηκαν την ορθόδοξη ευσέβεια τους.    

         Σήμερα και πάλι η ουκρανική φιλοπατρία «Σταυρώνεται» προκειμένου να εξοντωθούν οι Κιεβινοί Ρως.  Μεταξύ αυτών  βρίσκονται και  απόγονοι  των μεταναστών Ελλήνων όχι μόνον  από τα αρχαιότατα χρόνια αλλά και από τα Ορλοφικά χρόνια και το 1922 οικήτορες  της Κριμαίας και όλων των παραλίων της Αζοφικής και της Μαύρης Θάλασσας. Το 1589 ο αντιτσάρος  Μπόρις Γκουντούνωφ ζήτησε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Β  την ανύψωση της Μητροπόλεως Μόσχας  και δήλωσε ότι θέλει  να : « διαπλατύνει την Ορθοδοξία στην επικράτειά του».. Η συνελθούσα «Τετραρχία» των Πατριαρχείων της Ανατολής το 1590-1593 σε Μεγάλη Σύνοδο στο ναό της Παναγία της Παραμυθίας στη Πόλη έθεσε στους Μοσχοβίτες τον  βασικόν όρο: «Ότι πάντα θα αναγνωρίζει η πατριαρχία τους  ως κεφαλή της Ορθοδοξίας το Οικουμενικόν Πατριαρχείων».   Στα Πρακτικά αυτής της σπουδαίας Συνόδου δεν αναφέρεται ότι  «Η  Ορθοδοξία στη Ρωσία υπηρετεί το κοσμικό κράτος κατά  τις φαντασιώσεις της  περί  3ης  Ρώμης! Πριν χρόνια όταν ήμουνα στον Άγιο Σέργιο στο Παρίσι ρωτούσα τον μακαριστό φίλο μου π. Βόρι Μπομπρίσκυ τι θα γίνει στη Ρωσία όταν πέσει ο Σταλινισμός;Και εκείνος μου απήντησε αδίστακτα ως παλαιός ευγενής: «ότι θα επανέλθει και πάλι  ο τσάρος»!  Όμως ο «τσάρος» αυτός μοιάζει με τον  «Ιανό». και έχει πλέον μια διπρόσωπη οντότητα!  Το κοσμικό  της  πρόσωπο του «τσάρου» είναι ξυρισμένο και ταυτίζεται  με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ το άλλο πρόσωπο του «τσάρου» είναι γενειοφόρος και ταυτίζεται με τον Βλαντίμιρ Γκουντιάγιεφ η από το 2009 Μόσχας Κύριλλο που  αμφότεροι κληρονόμησαν  το σοβιετικό αδελφοκτόνο πάθος του Καϊνισμού και προς αυτούς   τους αιμοδιψείς του ουκρανικού  αίματος  ο  βιβλικός «Λόγος του Θεού» απευθύνεται και ερωτά;

«Τι εποιήσατε; η φωνή αίματος των αδελφών σας βοά προς  με εκ της γης και νυν επικατάρατοι έστε  από της γης ….» διότι  «εβλασφήμησατε τον Θεόν» (Αποκ. ιστ .11). Εξ αυτών ο ευσεβής χριστιανικός λαός διερωτάται αν  μπορεί να «μνημονεύεται» στα Ιερά Δίπτυχα της Ορθοδόξου Εκκλησίας» «επικατάρατος» που με εωσφορικό τύφο εμφανίζεται ως «πατριάρχης» Μόσχας και μάλιστα είναι από τετραετίας «ακοινώνητος»;  Τα πεπραγμένα του Κύριλλου Γκουντιάεφ «λόγοις και έργοις βοούν «επ’ Εκκλησίαις» ότι «ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και ήτω ανάθεμα. μαράν αθά», παραγγέλλει  ο Απόστολος των εθνών Παύλος; (Α Κορ. ιστ .21).     Α.Π.

1.Από τον κλητεύσαντα με εξ απαλών ονύχων  στην Θεολογία καθηγητή Γρηγόριο Παπαμιχαήλ γνωρίζω πως ο καθηγητής Σοκολόφ ήταν αυτός που ως ο αρμόδιος καθηγητής του  έστρεψε το ενδιαφέρον του κατά τις σπουδές του στην Ακαδημία της Πετρουπόλεως,  τόσον στην έρευνα της  Θεολογίας περί της θείας Χάριτος του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, όσον και για την   μαρτυρική   δοκιμασίας του Μάξιμου Γρεκού στη Ρωσία, επειδή υπερασπιζόταν  την  κανονική  τάξη της Ορθοδοξίας.

2.  Το «αμάρτημα» των Ουκρανών ήταν ότι ο Χίτλερ, για τους λόγους του,  μόλις κατά τον Β  Παγκόσμιο Πόλεμο κατέλαβε την Ουκρανία άνοιξε τις Εκκλησίες στην Ουκρανία και χάλασε το σχέδιο του  αθεϊσμού των μπολσεβίκων που έκλεισαν τις Εκκλησίες και δολοφόνησαν τον Κιέβου Βλαδίμηρο.  Τότε εξέλεξαν οι Κιεβινοί αρχιερείς τον μητροπολίτη Χάρκοβου Αντώνιο στην Μητρόπολη  Κιέβου που δεν πρόλαβαν να τον εκτελέσουν  γιατί διέφυγε από την Οδυσσό αρχικά στο Φανάρι και μετά στην Αθήνα  που τον τίμησε η Ελλάδα με τον μεγαλόσταυρο του Σωτήρα και δεκάμηνη διαμονή στο Άγιο Όρος μέχρι που τον πήραν κοντά τους οι Σέρβοι και τον μετέβαλλαν σε «υπερόριο» μητροπολίτη πάθης κανονικής αταξίας. 

Loading

Η ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΚΗ ΥΒΡΙΣ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Δύο αναπαραστάσεις του εσωτερικού της Αγίας Σοφίας όταν τον Μάρτιο του 843 αποκαταστάθηκε
εκεί οριστικά η τιμή των Αγίων Εικόνων. Σχέδια του Ευγενίου Αντωνιάδη.

Πέμπτη 23 Ιουλίου 1923 - Hμέρα επιστροφής της Άγκυρας στην Ανατολική Θράκη 
Όσοι μελετήσαμε τα Πρακτικά της ειρηνευτικής «Συνδιασκέψεως στη Λωζάννη» και διασταυρώσαμε το ιστορικό της παρασκήνιο διαπιστώσαμε και τα «άδηλα και κρύφια» των αλαζονικών απαιτήσεων της Άγκυρας κατά την «Ανακωχή των Μουδανιών». Εκεί εξυφάνθηκε η κατάπτυστη μυστική «παρασπονδίας» των «Συμμάχων», που δικαίωνε την πάγια τακτική της κατακτητικής μανίας της ασιατικής τουρανικής ορδής να επιβάλει την δύναμη των «τετελεσμένων γεγονότων». Οι επιδρομείς αυτοί, κυρίως μετά την μάχη του Μυριοκέφαλου (1176), κατέλαβαν όλη την Μικρά Ασία και μετά 100ετία ο φύλαρχος Οσμάν ιδρύει το 1288 την πρώτη κρατική οντότητα των Τούρκων που κυβερνήθηκε από την δυναστεία των Οσμανιδών με κέντρο την Προύσα. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Τούρκοι ήταν σύμμαχοι της Γερμανίας του Κάϊζερ και μεταξύ των ηττημένων που υπέγραψαν την Ανακωχή του 1918. Αναδιπλώθηκαν για να πετύχουν την ανατροπή της «Συνθήκης των Σεβρών» και δέχθηκαν ακόμη και την επιστασία των Συμμάχων στην Σουλτανική επικράτεια. Όμως οι αξιόμαχες δυνάμεις τους παρέμεναν ακέραιες στην Ανατολία και δραστηριοποιήθηκαν όταν τέθηκαν υπό τον Μουσταφά Κεμάλ με την συνεργασία «Συμμάχων» και επανέλαβαν τον Αύγουστο του 1922 την τακτική των ραγδαίων «τετελεσμένων γεγονότων» και πέτυχαν την διάσπαση της αμύνης του ελληνικού στρατού, που συνετέλεσε στην Έξοδο των γηγενών ορθοδόξων πληθυσμών από την Μικρασία. Όμως οι τουρκικές δυνάμεις δεν μπορούσαν να διεκπεραιωθούν στην Θράκη γιατί εστερούντο αποβατικών μέσων. Εκεί βρισκόταν ετοιμοπόλεμη και πανίσχυρη η Στρατειά του Έβρου και αν επιχειρούσαν απόβαση θα έχαναν τον πόλεμο με βεβαία την απελευθέρωση της Κων/πόλεως. Ήταν βέβαιο ότι θα έχαναν το πλαιονέκτημα του νικητή και θα έχαναν όλη την Ευρωπαϊκή Τουρκία. Έτσι, με την δόλια παρέμβαση του Γάλλου βουλευτή Μπουγιόν, εκπρόσωπου των Χρηματιστών του Παρισιού και την συνεργασία του Ισμέτ Πασά σκάρωσαν την δήθεν «Ανακωχή των Μουδανιών», που εξελίχθηκε σε εργαστήριο διπλωματικής ανταλλαγής συμφερόντων Συμμάχων και Κεμαλιστών. Οι συζητήσεις δεν έγιναν επί του εδάφους αλλά επί παραπλέοντος αγγλικού καταδρομικού με βρεταννούς αξιωματικούς και πρώτο αίτημα των Τούρκων ήταν να αποσυρθεί πέραν του Έβρου η αναδιοργανωμένη εκεί ελληνική Στρατειά. Αυτό τέθηκε ως προϋπόθεση για την έναρξη ειρηνευτικών διαδικασιών. Τα συνομολογηθέντα φανερώθηκαν μετά και ήταν: α) Η επιστροφή των Τούρκων στην Ευρωπαϊκή Θράκη, η οποία είχε προσφερθεί στο Λονδίνο από την Αντάντ στον τσάρο έναντι της συμμετοχής του στο πλευρό της και τώρα πλέον είχε εκτελεστεί από τους Μπολσεβίκους, β) Τα πετρέλαια της Μουσούλης, του μεταγενέστερου προτεκτοράτου του Ιράκ και γ) Η ελεύθερη ναυσιπλοΐα των Βρεταννών προς τον Εύξεινο Πόντο, καθώς και άλλα εμπορικά προνόμια που τους ενδιέφεραν.

Μετά ένα περίπου μήνα καθωρίζεται η σύγκληση συνδιασκέψεως στο ιστορικό μέγαρο του Πανεπιστημίου της Λωζάννης για να αρχίσουν οι διαβουλεύσεις. Ήταν η 20η Οκτωβρίου 1922 και συγκεντρώθηκαν εκεί οι αντιπροσωπείες κρατών που είχαν θιγεί από τα συμβάντα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ήθελα να διευθετηθούν τα συμφέροντά τους. Συνήλθαν αντιπροσωπείες της Βρεταννίας, της Γαλλίας, της Ιαπωνίας και της Ελλάδος και της Τουρκίας και μετά προστέθηκαν της Ρουμανίας, της Σερβοκροατίας και Σλοβενίας, της Βουλγαρίας, της Ρωσίας και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Με πολλές διαδικαστικές συζητήσεις άρχισαν οι εργασίες της Συνδιασκέψεως και αφού διευθετήθηκαν προχώρησαν στην αναλυτική επεξεργασία των διαφόρων υπό εξέταση θεμάτων. Η Άγκυρα εξ αρχής στόχευσε στην δημιουργία ζητήματος περί τον θεσμόν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και επεδίωξε να το εμπλέξει με το εντελώς αλλότριο ζήτημα της «Ανταλλαγής των Πληθυσμών», για να το καταστήσουν υποκείμενο πολιτικών διαπραγματεύσεων. Όμως η αντίδραση της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν μεγάλη και κατέδειξε στους συνέδρους την μακρότατη Ιστορία της Εκκλησίας Κων/πόλεως, ως μοναδικού ευεργετικού ιερού «οικουμενικού θρησκευτικού θεσμού» στην Ανατολική Ευρώπη επί δεκαπέντε (15) αιώνες μέχρι το 1453 και όλοι οι εκεί ορθόδοξοι λαοί επιμαρτυρούν την εκκλησιαστική και πολιτισμική προσφορά της Μητρός τους Εκκλησίας. Απεναντίας, η επί του Μικρασιατικού εδάφους πρώτη τουρκική κρατική οντότητα εγκαθίσταται μόλις το 1288 στη Βιθυνία, με κέντρο την πόλη της Προύσας από τον φύλαρχο Οσμάν που είναι και ο γενάρχη της Οθωμανικής δυναστείας μέχρι το 1922. Οι Τούρκοι μετά την ομόθυμη αντίδραση των αντιπροσωπειών αναδιπλώθηκαν και κατάλαβαν ότι η αρχαία πολιτιστική προσφορά των θρησκευτικών θεσμών δεν παραγράφεται από έθνη που δέχθηκαν τις ευεργεσίες της Εκκλησίας Κων/πόλεως και ασχολήθηκαν με την διευθέτηση των λοιπών ζητημάτων πάντοτε για να μην κινδυνεύσουν τα συμφωνηθέντα κατά την «Ανακωχή των Μουδανιών». Λόγω της εντάσεως των συζητήσεων διακόπηκαν οι εργασίες της Συνδιασκέψεως από τις 4 Φεβρουαρίου μέχρι τις 23 Απριλίου, οπότε άρχισαν οι επί πλέον πιέσεις του τουρκικού Τύπου για την μείζονα ικανοποίηση των αποφάσεων της « Εθνικής Συμφωνίας» του 1920 στην παλαιά Θεοδοσιούπολη και σημερινή Ερζερούμ της Ανατολίας. Μετά από διαβουλεύσεις που κράτησαν επτάμιση μήνες αποσαφηνίστηκε το θέμα της παραμονής του «Οικουμενικού Πατριαρχείου στην κάποτε βασιλεύουσα Νέα Ρώμη», γιατί αυτό αναδείχθηκε η «Λυδία λίθος» της « Διασκέψεως της Λωζάννης» και με σύμφωνη απόφαση αναγνωρίστηκε η Εκκλησία Κων/πόλεως ως ο «Πανορθόδοξος και Οικουμενικός Θεσμός» των Ορθοδόξων με το αρχαίο ίδιον «Κανονικόν Δίκαιον» και αναγνωρίζεται ήδη από πλείστες σύγχρονες διεθνείς Συνθήκες ως αυτόνομος και μόνος ιερός θεσμός σεβαστός και ικανός προς πάσαν εκκλησιαστικήν δικαιοπραξία σύμφωνα με πολλούς αυτοκρατορικούς νόμους, εκκλησιαστικές πράξεις και κρατικά διατάγμα αιώνων.
Εξ όλων αυτών ο πρόεδρος της Συνδιασκέψεως λόρδος Κώρζον αναλαμβάνει την πρωτοβουλία ως έμπειρος και νουνεχής διπλωμάτης να διακόψει την παρέλκυση της Άγκυρας μήπως κερδίσει κάτι για τα πετρελαία της Βαγδάτης και στα μέσα Ιουλίου αποστέλλει προς την Άγκυρα «Ρηματική Διακοίνωση» να παραστεί εντός δύο ημερών στην υπογραφή της Συνθήκης. Τότε ο Κεμάλ θεωρεί ότι έχει πραγματοποιηθεί το μέγιστο μέρος του όρκου του στην «Εθνική Συμφωνία» της Θεοδοσουπόλεως και η μη υπογραφή της συζητηθείσης «Συνθήκης στη Λωζάννης» επαναφέρει στο προσκήνιο την «Στρατειά του Εβρου», έτοιμη για επιχειρήσεις στην Ανατολική Θράκη και επαπειλείται να χάσει την Κων/πολη και έδωσε αμέσως εντολή στον Ισμέτ Πασά να προσυπογράψει στις 23 Ιουλίου 1923 την Συνθήκη της Λωζάννης χάριν επανακτήσεως της Κων/πόλεως. Έκτοτε προσωπικά ανέλαβε την ευθύνη αλλαγής της επιθετικής διαγωγής του γένους του και μόλις ως Gazi κυριάρχησε των αντιπάλων του είχε την πρωτοβουλία το 1924 για τις ανασκαφές για την εκκαθάριση από τον πρώτο λόφο της Επταλόφου Πόλεως, τις αθλιότητες των κτιριακών κατασκευών που περιέσφιξαν τον κάλλιστο ναό της Αγιάς Σοφιάς που αποτελούσε με το ύψος του και το μέγεθός του, καθώς και την αρμονική ωραιότητα του εσωτερικού του το πρότυπο της οθωμανικής αρχιτεκτονικής των τζαμιών της Πόλεως.

Τα συνοδικά στασίδια στο Άγιο Βήμα του ναού της του Θεού Σοφίας.

Μετά την υπογραφή της «Συνθήκης της Λωζάννης» ο Μουσταφά Κεμάλ, που συνέστησε το νέο τουρκικό κράτος, διείδε ότι η συνέχεια της παλαιάς αναμετρήσεως του γένους του με τους γειτονικούς λαούς της Ευρώπης πρέπει να τερματισθεί και σκέφτηκε η βυζαντινή κληρονομία που παραμένει στη χώρα του μπορεί να συντελέσει στην επανασυνάντηση όλων των Ορθοδόξων λαών της Ανατολικής Ευρώπης. Γι’ αυτό επιδίωξε να μην παραμένει στην εθνική μνήμη των Ορθοδόξων λαών η τόσον απεχθής περίοδος της σουλτανικής κυριαρχίας και η Αγιά Σοφία, αυτό το αριστούργημα της ορθοδόξου πίστεως, να μην παραμένει μόνιμο εφαλτήριο εκδιώξεως του τουρανικού γένους από την πολυφυλετική Κων/πολη. Για να το πετύχει αυτό απομάκρυνε από τον ιστορικό ναό την ψυχρή, στεγνή, άψυχη και δύσοσμη ισλαμική λατρεία, δεδομένου ότι λίγα μέτρα πλησίον είναι το τέμενος του Σουλταναχμέτ. Ελευθέρωσε το κάλλιστο δημιούργημα της ορθοδόξου ευσεβείας από την κάθε ανεικονική παρέμβαση όπως εκείνες τις ακαλαίσθητες «ασπίδες» του καλλιγράφου Τεκνετζί ζαντέ Ιμπραήλ, που επιδίωξε με την μνεία των ονομάτων των πρωτεργατών του Ισλάμ να επισκιάσει την μεγαλοφυία του εσωτερικού κάλλους της περίφημης βασιλικής με το μεγαλειώδες ύψος του τρούλλου, που επικρεμάμενος αισθητοποιεί τους ανοικτούς Ουρανούς. Αυτό το παγκόσμιας πολιτιστικής αξίας ιερό κτίριο ζωντάνεψε με την αποκάλυψη των μεταεικονομαχικών ψηφιδωτών του, που μόνον αμόρφωτοι και μίσθαρνοι υποτιμούν αυτήν την πανανθρώπινη κληρονομία.

Κάτοψη του ναού της του Θεού Σοφίας από 537 μέχρι το 1453.

Τώρα μετά μία περίπου εκατονταετία έρχεται ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίν Ερτογάν, να επαναφέρει «την εικονομαχική ύβρη» μέσα στον τόπο της επίσημης διακηρύξεως της αποφάνσεως της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου περι της τιμής των Αγίων Εικόνων. Το άναμα αυτής της θρυαλλίδος δεν το υπολόγισε ο κ. Πρόεδρος; Δεν σκέφτηκε πως αντί της ειρήνης φέρνει τον απεχθή διχασμό στα τέκνα του Αβραάμ για να νεκραναστηθεί ο πόλεμος μεταξύ των πιστών των τριών μονοθεϊστικών παραδόσεων.Ένας θνητός Πρόεδρος «πρόσκαιρης» εξουσίας μηχανεύεται γελοία εικονομαχική απόκρυψη των υφιστάμενων στον ναό βυζαντινών ψηφιδωτών. Θέλει να προκαλέσει έκρηξη του «υγρού πυρός» της «Αντιρρητικής Θεολογίας» για τα πιστεύματα του Ισλάμ. Αποδείχθηκε επιστημονικά από χρόνια ότι η «Ισλαμική Εσχατολογία» είναι λόγος γνωστού Πατέρα της Ανατολής, που έζησε πολλά χρόνια πριν γεννηθεί ο Μωάμεθ!
Μήπως έχει δίκαιο ο αντιρρητικός θεολόγος και μοναχός του 10ου αιώνα, Βαρθολομαίος ο Εδεσσηνός όταν γράφει για τον «Μουχαμέτι» ότι «ούτε προφήτης, ούτε απόστολος Θεού υπάρχει, ως μη αναθρεπτός του Απονταλεπί και μισθαργός της Χατίζας εις τα καμήλια, α επεφέρετο εις Δαμασκόν, και εις ετέρους τόπους πεφορτωμένων πραγματιών». Migne P.G. t. 104. στ. 1388 Α. «Και ποτέ παραγενόμενος στην Παλαιστίνην …και δόξας φιλομαθής είναι, αρύσατο ταχέως εξ Εβραίων μεν την μοναρχίαν, εξ Αρειανών δε Λόγον και Πνεύμα κτιστά, από δε των Νεστοριανών Ανθρωπολατρείαν, Και συνθέτων εξ αυτών θρησκείαν». Ενθα Ανωτ.. στ. 1449 Α. Στα πιστεύματά του «ούτε ιερωσύνη γινώσκεις, ούτε χάριν ἐχεις, ούτε ναόν, ούτε ίασιν ψυχής και σώματος, ούτε ψαλμωδία, οὐτε ευχάς» Ενθα Ανωτ. στ 1404. D. Ο αυτουργός της σύγχρονης «Εικονομαχικής ύβρεως» στην Αγία Σοφία προκαλεί οπωσδήποτε τον «πνευματικό Νόμο».
Βιβλιογραφία. 
- Ευγενίου Αντωνιάδη «Έκφραση της Αγίας Σοφίας» Αθήναι 1907-1909 και στο «Συμπλήρωμα» το βιβλιογραφικό σημείωμα μέχρι το 1983 είναι του Λ. Βρανούση.
- D. Masson. Le Coran et la Revelation Judeo-Chretienne. Etudes comparees. v.I-II. Paris 1968.
- Δ. Κωνσταντινίδη. Ο ναός της του Θεού Σοφίας. Θ.Η.Ε. τ.11. στηλ.324-342. 1967.
- Kωνστ. Mπέη. Η θεωρία για τον Λόγο, δίχως μύθους και πάθη. Αθήνα 2007.

Loading

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ

Η Ιστορία του πιο φημισμένου ιερού ναού της ανθρωπότητος εμπλέκεται και πάλι στα «θερινά όνειρα» του βρικόλακα του Οθωμανισμού των σήμερα κυβερνώντων την πολύπαθη Μικρασιατική γη. Μέσα στην Ιουστινιάνειο βασιλική της «του Θεού Σοφίας» που τελεσιουργήθηκαν τα μυστήρια της Εκκλησίας μας και πραγματοποιήθηκαν Οικουμενικές και τοπικές Σύνοδοι, αλλά και στέφθηκαν ένδοξοι αυτοκράτορες και δοξολογήθηκαν νίκες κατά βαρβάρων και ψάλθηκαν παρακλήσεις για την αποτροπή πολιορκιών επιδρομέων και τις τεκτονικές καταστροφές, επιχειρείται και πάλι η επιστροφή αλλοθρήσκων προσκυνημάτων, όπως αποκαλύπτει η αθεράπευτη μικρόνοια των εκεί κρατούντων που παραμένουν ασιάτες επιδρομείς και είναι εντελώς ακατάλληλοι για την Ευρωπαϊκή οικογένεια.

Έτσι η Αγιασοφιά στο διάβα των αιώνων έγινε η ανέμη τυλίγματος της ιστορικής μνήμης του πολιτισμού αιώνων των ορθοδόξων λαών της Ανατολικής Ευρώπης και το ευγενές «καταθύμιο» του Γένους μας και το «ένυλο πρόπλασμα» της οθωμανικής αρχιτεκτονικής για τα μεγαλοπρεπή τεμένη της κοσμοπολίτισσας Πόλης. Δεκατέσσερις και πλέον αιώνες Ιστορίας πέρασαν από την ημέρα που το κάλλιστο αυτό επίτευγμα στέκεται άγρυπνο στον πρώτο λόφο της ακροπόλεως του Βυζαντίου για να διαλαλεί την αισθητοποίηση της Χριστιανικής Κοσμολογίας! Στην κορωνίδα του τρούλου του στέκεται εσωτερικά ο «κεκρυμμένος Παντοκράτορας» που τον καλύπτει μια οθόνη με το αραβούργημα του καλλιγράφου Τεκνετζί ζαντέ Ιμπραήλ.

Αλλά ας έλθουμε στην Ιστορία του περασμένου αιώνα που έχει ενδιαφέρον για την τύχη του πάνσεπτου ναού. Για να συμμετέχει η Τσαρική Ρωσία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1914 στο πλευρό των Αγγλογάλλων είχε συμφωνήσει μυστικά στο Λονδίνο ως αντιπαροχή στους Ρώσους τη Θράκη και τη Κων/πολη. Όμως η Επανάσταση των μπολσεβίκων μετά την Ανακωχή του 1918 ανέτρεψε τη συμφωνία και αυτοί συμμάχησαν με τους διαφωνούντες στην Ανατολή αντισουλτανικούς που στο τέλος αναδείχθηκαν νικητές και εκδίωξαν τους χριστιανούς από την Μ. Ασία και την Ανατολική Θράκη. Οι Σύμμαχοι εμπόδισαν τον Ιούλιο του 1922 την ετοιμοπόλεμη στρατειά της Θράκης να καταλύσει την τουρκική κυριαρχία στη Θράκη και στη Πόλη. Ήθελαν την τουρκική μαχητικότητα να την χρησιμοποιήσουν ως ανάχωμα στην κάθοδο των μπολσεβίκων προς στις πετρελαιοφόρες περιοχές της Μεσοποταμίας και πέτυχαν να εκμεταλλεύονται μέχρι σήμερα την περιοχή στέλνοντας τους Έλληνες. πέραν του Έβρου! Έτσι πληρώθηκε ο Εθνικός Διχασμός μας, που έγινε χάρη των «Συμμάχων» μας και τον θεώρησε και ο πολέμαρχος Μουσταφά Κεμάλ ως αίτιο της Μικρασιατικής Καταστροφής μας!

Νέος κυρίαρχος της Τουρκίας είναι πλέον ο Στρατός υπό τον Μουσταφά Κεμάλ που αναδείχθηκε ο «πατέρας» του διασωθέντος από την βαλκανοποίηση πολυφυλετικού κράτους των σημερινών Τούρκων. Η συλλογική θρησκευτική ταυτότητα της πλειονότητας του πληθυσμού στη χώρα αυτή ήταν λόγω των εξισλαμισμών ισλαμική και ο αναμορφωτής της ενδιαφερόταν να υπερβεί ό,τι θεωρούσε πως εμπόδιζε την πορεία της στο μέλλον για να συμβαδίσει με την Δύση και να καταλάβει τη θέση που δικαιούταν μεταξύ των πολιτισμένων χωρών. Οι επάλληλες μεταρρυθμίσεις που επιβλήθηκαν από τους Ευρωπαίους στους σουλτάνους δεν απέδωσαν γιατί οι ουλεμάδες που επηρέαζαν την σουλτανική εξουσία κατευθύνονταν από τον ιερό νόμο της σεριάτ που δεν επιτρέπει προσαρμογές στις εξελίξεις του Δικαίου, ούτε αναγνωρίζει ανθρώπινα και εθνικά δικαιώματα στους λαούς. Μετά την κατάργηση του Χαλιφάτου στις 3 Μαρτίου 1924 και την αποπομπή του χαλίφη στην Ελλάδα αφαιρέθηκε ο θεοκρατικός χαρακτήρας του τουρκικού κράτους. Τότε ο εκφραστής της εθνικιστικής ιδεολογίας Μουσταφάς Κεμάλ, αφού είχε ξεκληρίσει τους χριστιανούς της επικράτειάς του, ως στοιχεία ακατάλληλα για τον εκτουρκισμό, υποβάθμισε και τον ρόλο του Ισλάμ στη χώρα του και προσπάθησε να το περιορίσει την θρησκεία στην ιδιωτική ζωή των υπηκόων του. Όταν μάλιστα καταστάθηκε απόλυτος κυρίαρχος της εξουσίας ήταν επικριτικός και αυτών των άρθρων 2 και 26 του τουρκικού Συντάγματος «περί θρησκείας» και αφού σταδιακά ενσωμάτωσε τους ουλεμάδες των πόλεων στις κρατικές δομές με κρατικό μισθό απόλυτα η «δεσποτεία» του τον ήλεγχε άρχισε την κατεδάφιση των δεσμών του κράτους από την ισλαμική τροχοπέδη η οποία έπαιζε καθοδηγητικό ρόλο στην εξουσία και εμπόδιζε τον εκσυγχρονισμό του νέου κρατικού θεσμού. Ως υπεύθυνος κυβερνήτης επιδίωξε τότε την επιβολή του «κεμαλικό εθνικισμού» που έγινε η μοναδική επιτρεπτή ιδεολογία του κράτους με την α) πολιτική ενότητα, β) την γλωσσική ενότητα, γ) την εδαφική ενότητα δ) την φυλετική ενότητα ε) την ιστορική ενότητα και τέλος στ) την κοινή ηθική ενότητα. Όλα αυτά τέθηκαν κάτω από τη σκεπή μιας νέας «Μεγάλης Ιδέας», του «Κεμαλικού τουρκισμού», που πέτυχε την εθνική ανεξαρτησία και ματαίωσε τον εγκλωβισμό των Τούρκων στην Ανατολία για να ενταχθεί κάποτε η χώρα τους στα αναπτυγμένα έθνη. Για να επιβάλλει το καθεστώς του εγνώριζε από τα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών το εθνικό και θρησκευτικό κίνητρο Ελλήνων, Βουλγάρων και Ρώσων ήταν η λύτρωση της Κων/πόλεως από τους λαούς της Ανατολίας και ότι το κάλλιστο οικοδόμημα της Ορθοδοξίας, ήταν η τρουλλαία βασιλική της του Θεού Σοφίας υπήρξε υπέρ την χιλιετία το κέντρο της πανορθόδοξης ενότητας, αφού γύρω της υφάνθηκε ο ευαγγελισμός των λαών της Βαλκανικής και του Βορρά. Από τα συμβάντα κατά την περίοδο της Κατοχής από τους Συμμάχους της Κων/πόλεως για τη μελλοντική τύχη αυτού του πανίερου μνημείου, ο Κεμάλ διεπίστωσε ότι υπάρχει διεκδίκηση της βασιλικής όχι μόνον από τους Ορθοδόξους αλλά και από τους Ρωμαιοκαθολικούς δια της Αγίας Έδρας, αφού η συμμετέχει της Ρωσίας στην Δυτική Συμμαχία κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η αντιπροσφορά η Θράκη και η Κων/πολη, κάτι που δυσαρέστησε τον Έλληνα Άνακτα μέχρι διχασμού του με τον Πρωθυπουργό Βενιζέλο. Όταν με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης το 1923 περιήλθε η Ανατολική Θράκη στην νέα Τουρκία ο Κεμάλ για να στερεώσει την κατοχή του στην Πόλη κατά προτεραιότητα στράφηκε στο παλαιό ιστορικό κέντρο της Πόλεως που απλωνόταν στον πρώτο λόφο της ακροπόλεως του αρχαίου Βυζαντίου. Εκεί βρίσκονται τα σπουδαιότερα και μεγαλοπρεπέστατα οικοδομήματα της χριστιανικής και οθωμανικής περιόδου όπως είναι η Αγιά-Σοφιά, ο Ιππόδρομος, το Σαράϊ κ.α., και η κυβέρνηση της Άγκυρας αποφασίζει να απαλλοτριώσει τα γύρω πρόσθετα ξύλινα κτίσματα για να διενεργηθούν εκεί ανασκαφές. Την έναρξη των εργασιών αυτών στην περιοχή ανέλαβε να εγκαινιάσει με το κύρος του εθνικού Γαζή ο ίδιος ο Κεμάλ τον Σεπτέμβριο του 1926. Όταν έφθασε στην Κων/πολη από την Άγκυρα σε κάποιο επετειακό εορτασμό ειδοποίησε τον διευθυντή του αρχαιολογικού μουσείου της Πόλεως Αζίζ Ογκάν και τον βαλή Χαϊδάρ μπέη ότι επιθυμεί να επισκεφθεί την «Ayasófya», όπως αποκαλούσαν οι Οθωμανοί. το ιερό καθίδρυμα της «Του Θεού Σοφίας».

       Την  επομένη, συνοδευόμενος από τον υπασπιστή του φθάνει έξω από τον ναό της Αγίας Σοφίας που τον περίμενε ο Αζίζ Ογκάν ο οποίος ανέλαβε να τον ξεναγήσει. Ο Ογκάν αναφέρθηκε στην ιστορική διαδρομή του ναού που έγινε τέμενος το 1453 και του επισήμανε πως η «Άϊ Σόφια» έγινε πηγή εμπνεύσεως της γνωστής ως αρχιτεκτονικής Σχολής της Κων/πόλεως. Αυτό δείχνει και το συνεχές ενδιαφέρον των σουλτάνων μετά από τις τεκτονικές καταστροφές στη Πόλη να τον στηρίξουν μέχρι τα μέσα του  19ου   αιώνα όταν ο σουλτάνος Αβδούλ Μετζίτ ανέθεσε την επισκευή του στους Ελβετούς αρχιτέκτονες Γκάσπαρ και Ιωσήφ Φασσάτι το 1847-49, που είχαν φθάσει στην Πόλη το 1841 για να οικοδομήσουν το νέο κτίσμα του καέντος  ναού των Αποστόλων  Πέτρου και Παύλου των Καθολικών. Οι δύο αδελφοί κλήθηκαν από τον σουλτάνο να μελετήσουν την ευστάθεια του κτίσματος και τη κατάσταση του εσωτερικού του  για την ανακαίνισή του.  Κατά τις εργασίες τους διαπίστωσαν με τους έμπειρους συνεργάτες τους  ότι κάτω από τους ασβεστωμένους τοίχους με κάποιο μείγμα γύψου καλύπτονταν ψηφιδωτά που αποτελούσαν έργα μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Τότε συνέταξαν σχεδιαγράμματα με τις ακριβείς θέσεις των ψηφιδωτών που βρέθηκαν και μετά  βοήθησαν τους αρχαιολόγους στις πρώτες αποκαλύψεις των παραστάσεων.  Για να παραδώσουν τον ναό  επικάλυψαν και πάλι τα ευρήματά τους γιατί θα συνεχιζόταν και πάλι η ισλαμική λατρεία και οι συνεπείς στην ανεικονική εικονομαχική δοξασία δεν μπορούσαν να συγκεντρωθούν κάτω από τον Παντοκράτορα Χριστό του τρούλου και την Πλατυτέρα της αψίδος και τα χριστιανικά σύμβολα και τους Αγίους που σφραγίζουν αιώνια το «κτητορικό δίκαιο» του  Ιουστινιάνειου άθλου που δεν καταλύεται από την πρόσκαιρη πολεμική κυριαρχία αλλόθρησκων κατακτητών.   Το έργο των Ελβετών αρχιτεκτόνων περατώθηκε και την 1ην  Ιουνίου 1849 πραγματοποιήθηκε το επίσημο προσκύνημα του σουλτάνου Αβδούλ Μετζίτ στο ανεγερθέν εκεί  σουλτανικό προσευχητήριο.  Οι εργασίες που τότε έκαναν ήταν τόσο καλές που όταν συνέβη ο μεγάλος σεισμός το 1894 ο ναός υπέστη ελάχιστες ζημιές, ενώ μεγάλο μέρος της Κλειστής Αγοράς και πολλά άλλα μεταγενέστερα τεμένη κατέρρευσαν με πολλά θύματα.  Βέβαια το μεγαλείο του μνημείου το ζημίωναν οι  εξωτερικές υποστυλώσεις και τα  γύρω του πρόσθετα σουλτανικά μαυσωλεία ( türbe) των σουλτάνων: Σελίμ Β΄, Μουράτ Γ΄  και Μεχμέτ Γ΄ , που κτίστηκαν όταν οι σουλτάνοι Μουράτ  καὶ Ιμπραΐμ  τάφηκαν μέσα στο άλλοτε Βαπτιστήριο του ναού.

Η διατήρηση της Αγίας Σοφίας  για  δεκαπέντε αιώνες μέσα από τόσα ιστορικά συμβάντα  που συνέβησαν υπό τους θόλους του το κατέστησαν ένα των σεβασμιώτερων μνημείων της ανθρωπότητος. Υπό τους θόλους του δοξολογήθηκαν νίκες κατά των βαρβάρων, έγιναν παρακλήσεις για απειλητικές επιδρομές αλλοφύλων και  κλαυθμοί για πικρές  δουλείες. Το Ιουστινιάνειο κτίσμα στάθηκε όρθιο επί 15 αιώνες σαν έμψυχο σύμβολο της Κωνσταντινουπόλεως που σήμερα «φυλάσσεται από τουρκική  κουστωδία», κατά τον πασχάλιο ύμνο   του Όρθρου, για να προσδίδει στην Πόλη το μοναδικό οικουμενικό χαρακτήρα της. Αυτό που  αντίκρυζε  δεν άφησε ασυγκίνητο τον ψύχραιμο στρατηλάτη Μουσταφά  Κεμάλ και  όταν προχώρησε στο νάρθηκα και έφθασε στο κατώφλι της βασιλικής πύλες, εντυπωσιάστηκε από το μεγαλείο του χώρου!  Έβλεπε  τον σεβασμιότερος  μνημειακός χώρος του νέου κράτους του που θα προσέδιδε καταξίωση στην επανάστασή του για την  απόταξη των δεσμών του οθωμανικού παρελθόντος!

Το  μεγαλείο του θεάματος ερμηνευόταν από τον Ογκάν που του είπε πως οι Μικρασιάτες αρχιτέκτονες συνδύασαν το περίκεντρο και το κατά μήκος κτίσμα της βασιλικής  υπό  ένα φωταγωγούμενο και αιωρούμενο νευρώδη τρούλλο με τα 40 παράθυρα που επικρέμαται  από ουρανό για να «αναγελά αεί η ημέρα»» κατά τον ιστορικό Προκόπιο. Αυτός ο τρούλος υπενθύμιζε τον «θόλο» του σύμπαντος και κάλυπτε τον χώρο των προσευχόμενων που πρέπει αριθμούσαν 14.000 πιστούς. Αλλά και οι διάτρητες επιφάνειες των ορθομαρμαρώσεων των τοίχων θύμιζαν τα παραπετάσματα των βήλων που κρέμονταν και κάλυπταν το δάσος των κιονοστοιχιών! Ο Ογκάν έδειξε στον Κεμάλ στα υπερώα  τα ψηφιδωτά που ήταν εν μέρει γνωστά σε παλαιούς περιηγητές από το 1738 και τώρα άρχισαν να εμφανίζονται μόνα τους και πάλι αφού έπεφταν τα πρόσθετα ασβεστοκονιάματα από τον  γύψο!

Η εντύπωση όλων αυτών ήταν συγκλονιστική στον Κεμάλ. Σκεπτόταν πως ήταν εύλογη η γοητεία  που ασκούσε στους πολιτισμένους λαούς η Αγία Σοφία και έπρεπε αυτό να συντελέσει στην αναθεώρηση  των αντιλήψεων της διεθνούς κοινής γνώμης για την Τουρκία. Η αξιοποίηση αυτή του μνημείου επέβαλε την αρχαιολογική και καλλιτεχνική έρευνά του για την ανάδειξη του μνημείου σε όλη την  ανθρωπότητα!  Για να  περιέλθει πλήρως το κτίσμα στην αρμοδιότητα της αρχαιολογική υπηρεσία του κράτους  και να αρχίσουν σ' αυτό μελέτες και εργασίες με εντολή του Κεμάλ ευθύς παραδόθηκαν τα κλειδιά του τεμένους στον Αζίζ Ογκάν. Αυτός με σειρά απόρρητων κρατικών ενεργειών του απέσπασε την «Άϊ Σόφια» από το κτηματολόγιο των «εβκαφίων» και το ενέταξε σε εκείνο της αρχαιολογικής υπηρεσίας και ανέθεσε την φύλαξή του σε υπαλλήλους της υπηρεσίας του. Το τέμενος που διεξαγόταν εκεί η ισλαμική λατρεία από το 1453 έπαυσε προοδευτικά να χρησιμοποιείται. Η εντολή του Κεμάλ ήταν  τότε νόμος και κανείς δεν τόλμησε από τους μουσουλμάνους να την αμφισβητήσει. Η φωνή του μουεζίνη δεν ακούστηκε μετά από λίγο καιρό.  Ο Ογκάν  απήλλαξε τις μοναδικές ορθομαρμαρώσεις των  πλευρών του κεντρικού κλίτους  από τους πέντε πελώριους δίσκους με επιγραφές των ιερών προσώπων του Ισλάμ του καλλιγράφου Τεκνετζί ζαντέ Ιμπραήλ  που έγιναν επί Αχμέτ Γ  (1703-1730)  και παραχώρησε τα χαλιά και τα κινητά έπιπλα σε άλλα τεμένη.  Τότε άρχισαν οι μελέτες για την κατάσταση του μνημείου και οι έρευνες που επεκτάθηκαν και στην περιοχή του Μιλλίου και του Ιπποδρόμου για να επισημανθεί η Ιστορία της περιοχής.

Αναζητήθηκαν οι καλύτεροι τότε μελετητές των ψηφιδωτών που εξ ιδίων θα ανελάμβαναν την έρευνα στο ναό και την συντήρηση και αποκάλυψή τους. Το έργο αυτό το ανέλαβε το 1930 το Αμερικανικό Tεχνολογικό Ινστιτούτο Βυζαντινολογίας του Princeton, με διευθυντή τον Θωμά Ουϊτμωρ (Thomas Whittemore †1950) και οι δύο Ιταλοί ψηφιδογράφοι Γκρεγκορίνη και Μπενβενούτη που προσέλαβαν ως εργάτες και Ρωμιούς. Η αποκάλυψη των εντοίχιων ψηφιδωτών άρχισε τον Απρίλιο του  1932  από τον εσωνάρθηκα και προχώρησε στο ναό και στα υπερώα που συνεδρίαζε η Μεγάλη Σύνοδος της Κων/πόλεως και από εκεί εισερχόσουν στον «Θετταλό Τρίκλινο»  της κατοικίας του εκάστοτε Πατριάρχη. Ο διάδρομος που οδηγούσε  από το υπερώο στον πατριαρχικό οίκο είναι ακόμη κλειστός για  το κοινό και διασώζει αδημοσίευτες εικόνες των Πατριαρχών!  Τα καθαρισθέντα ψηφιδωτά από την τελευταία κάλυψή τους το 1786  είναι όλα της Μεταεικονομαχικής περιόδου, γιατί  τα Ιουστινιάνεια που ιστορήθηκαν κατά την οικοδόμηση του ναού αποσβέστηκαν κατά την Εικονομαχία και είχαν αντικατασταθεί με γυμνούς Σταυρούς στο χρυσό φόντο!  Η ποιότητα των αρχικών ψηφιδωτών ήταν ισάξιας τέχνης με τα ψηφιδωτά της Ραβέννας της ίδιας προελεύσεως και περιόδου. Τα αποτελέσματα θεωρήθηκαν σπουδαία για την ιστορική και υψηλή ποιότητα της τέχνης τους και ευθύς απέκτησαν  παγκόσμιο  επιστημονικό ενδιαφέρον! * Στεφ. Παπαδόπουλου, Αναμνήσεις από την Πόλη, Αθήναι 1978 , σσ. 117-124, 191-193

Μόλις  τελείωσε αυτός ο κύκλος των εργασιών το υπουργικό συμβούλιο της Άγκυρας στις 24 Οκτωβρίου 1934 συζήτησε το ζήτημα και με εντολή του Κεμάλ εξέδωσαν Διάταγμα στις 4 Νοεμβρίου 1934, *  Υπ'αρίθμ 24/1589. με το οποίο μετατρέπεται στο μέλλον η «Ayasófya», σε μουσείο. Από  την 1η Φεβρουαρίου 1934 ανοίγουν οι πύλες της για το κοινό και τότε  το επισκέπτεται επίσημα ο Μουσταφά Κεμάλ ως πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας και θαυμάζει το αναδειχθέν με την πρωτοβουλία του μεγαλείο του μνημείου.  Κατά καιρούς διάφοροι αντιπολιτευόμενοι στον «Κεμαλισμό» και αμαθείς ακραίοι φονταμενταλιστές και θρησκομανείς ισλαμιστές επαναλαμβάνουν το αίτημα για «ναμάζι» στο χώρο της «Άϊ Σόφιας»,, αναμειγνυόταν εθνικιστικές και  αντιχριστιανικές προκαταλήψεις τους. Δεν βλέπουν ότι οι νεότερες γενεές των Τούρκων πολιτών αδειάζουν τα τζαμιά γιατί αποδέχονται την ίδια θέση που είχε και ο Κεμάλ περί του Ισλάμ και γι΄ αυτό  επιδιώκουν την θρησκευτική ελευθερία τους συντασσόμενοι με τον πολιτισμό που ακολουθεί ολόκληρη η ανθρωπότητα; Το σημερινό καθεστώς της Τουρκίας για να κρατηθεί στην εξουσία συμμάχησε με εκείνους  που επιδιώκουν να βυθίσουν και πάλι  την Τουρκία στον απομονωτισμό της μοιρολατρεία και με τις  θρησκευτικές παλινδρομήσεις καταστρέφονται οι γέφυρες της Ανατολικής  Θράκης με την Ευρώπη για την  επιστροφή στον ανεπιστρεπτί δύσαντα Νεοθωμανισμόν !   Α.Π.

Loading

ΣΕ ΕΠΟΧΗ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ ΘΕΜΙΤΗ Η ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ

Η 4η επέτειος της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης (2016-2020)

                                                                                     

Του καθηγητή Αριστείδη Πανώτη

Άρχοντος Μ. Ιερομνήμονος της Μ.τ.Χ.Ε.

Η Ιστορία του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας ξεκίνησε την Πέμπτη 6 Απριλίου του 30 κατά το προπασχάλιο «Δείπνο» που συνέστησε ο Ιησούς Χριστός στο υπερώο της Ιερουσαλήμ. Έκτοτε η «Κλάση του Άρτου» συνοδεύει τις ευαγγελικές περιοδείες του Ταρσέως Παύλου στην Μικρασία και στην Ελλάδα, αφού αναδείχθηκε περί το 49 μ.Χ. (Πράξ. ιε΄. 4-29) κατά την «Αποστολική Σύνοδο» της Ιερουσαλήμ «Απόστολος των Εθνών». Ακόμη και όταν βρίσκεται μακράν των νεοσύστατων πυρήνων της Εκκλησίας ενδιαφέρεται για την διεξαγωγή κατά τάξη της «Κλάσεως του Άρτου» και εξ αυτού περιγράφει γραπτά πρώτη φορά στους Κορίνθιους χριστιανούς όσα παρέλαβε από τους αυτόπτες και αυτήκοους «Στύλους» της Εκκλησίας περί του «Δείπνου» του «καιρού εκείνου» επεξηγώντας την βαθύτερη σημασία του, δίδοντας την εντολή της συνεχούς επαναλήψεως αυτού του "Δείπνου".1 Μετά τις ταραχές που προκλήθηκαν από τα κηρύγματά του στην Έφεσο από τους θιγόμενους οικονομικά εμπόρους των ειδώλιων του ναού της Αρτέμιδος, το 54-55 μ.Χ. παρέμενε εκεί πολλούς μήνες κρατούμενος.2 Τα του «Δείπνου» παραδόθηκαν και από τους αυτόπτες του συμβάντος ευαγγελιστές Μάρκο και Ματθαίο και από την λεγόμενη «συνοπτική παράδοση» στον Λουκά, 3 που συνέταξαν τα Ευαγγέλια μεταξύ του 48-61 μ.Χ. προς γνώση των επόμενων γενεών των χριστιανών. Ο τέταρτος ευαγγελιστής Ιωάννης παρέδωσε το Ευαγγέλιό του πολύ αργότερα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτό συνέβη περι το 65-66 μ.Χ. δηλαδή λίγο πρό της «Καταστροφής των Ιεροσολύμων» (70 μ.Χ.). Όμως κατ’ άλλους το Ευαγγέλιο του Ιωάννη γράφηκε περί τα τέλη του Α΄ αιώνα 6 και γι’ αυτὀ δεν επαναλάμβάνει την «Κλάση του Αρτου», όπως την μνημονεύουν ο Παύλος και οι άλλοι Ευαγγελιστές. Το κενό αυτό το συμπλήρωσε με  συμβολική πράξη του «Νιπτήρα», που αποτελεί βασικό μάθημα προς τους εγωπαθώς φρονούντες πρωτοκαθεδρίες7 και με την παράθεση της αποστολής «του Παρακλήτου Πνεύματος»8 στην «Άμπελον» και τα «κλήματά» της, που θα φροντίζει ο προαναφερόμενος «Καλός Ποιμένας»9 με την βρώση του «Σώματος» και την πόση του «Αίματος» Του για να ενσωματώσει τους πιστούς στην αιώνια Βασιλεία του Χριστού.10 Εξ αυτού και εκείνος που δεν συμμετέχει στην «Κλάση του Άρτου» παραμένει εκτός της «Αμπέλου της Εκκλησίας» και αδυνατεί να καρποφορήσει.11 Η θεία Ευχαριστία ως «αναίμακτη» πράξη είναι δεμένη με την σταυρική θυσία και Ανάσταση του Ιησού και ο Παύλος υπενθυμίζει ότι: αυτό που ο Ιησούς Χριστός «εποίησεν εφάπαξ  εαυτόν ανενέγκας»12 είναι θυσία για το παρόν και το μέλλον 13 και πρέπει οι μαθητές του να κάνουν το ίδιο μέχρι της Δεύτερης Παρουσίας του.

Ο διαπρεπής παλαιός ιστορικός H. Lietzmann υποστηρίζει ότι τον 1ον αιώνα διακρίνουμε την σύσταση δύο μορφών εκκλησιαστικών συνάξεων: α) Εκείνην την των «Εκκλησιών των Εθνών» που διατελούσαν υπό την επιρροή του Παύλου και β) εκείνων των «Κοινοτήτων της Παλαιστίνης» που η τέλεση του «Μυστικού Δείπνου» άρχιζε με την συνεστίαση  της «Αγάπης» και συνέχιζαν κατά την συναγωγική τάξη με αναγνώσματα,  την ερμηνεία τους και με ψαλμούς και ύμνους.  Η Μικρασιατική Εκκλησία παρέλαβε την ευχαριστιακή κληρονομία από τον Παύλο14 και την ανέπτυξε δια του «Ηγαπημένου»  μαθητή του Κυρίου με το 4ον και 5ον κεφάλαιο της «Αποκαλύψεώς» του, «εξανθρωπίζοντας» το  αποκαλυπτικό  όραμα  της ουράνιας Εκκλησίας επί της γης.  Τον 2ον  αιώνα καταργούνται οι συνεστιάσεις των «Αγαπών» και ξεχώρισε στις συνάξεις η τελούμενη θεία Ευχαριστία της Κυριακής. Η ιερουργία της «Κλάσεως του Άρτου» τελείται  από αποστολικούς άνδρες, όπως ήταν ο Αντιοχείας Ιγνάτιος (†110) μαθητής και αυτός του «Ηγαπημένου», που προτρέπει τους Φιλαδελφείς: «Σπουδάσατε ουν μιά ευχαριστία χρήσθαι μία γάρ σάρξ του Κυρίου ημών Ιησού Xριστoύ, και εν ποτήριον εις ένωσιν του αίματος αυτού και εν θυσιαστήριoν ως εις επίσκοπος άμα τω πρεσβυτερίω και τοίς διακόνοις, τοις συνδούλοις μου, ίνα ο εάν πράσσητε, κατά Θεόν πράσσητε»  15. Η «Διδαχή των Αποστόλων» επιμαρτυρεί ότι δια της Ευχαριστίας διατρέφεται η στενή σχέση του πιστού με τον Χριστόν, εφ’ όσον είναι βαπτισμένος. 16 Ο απολογητής Ιουστίνος (†163/167) συνδέει την Ευχαριστία με την θυσία του προφήτη Μαλαχίου που λέγει ότι: «απ’ανατολών ηλίου έως δυσμών το όνομά μου δεδόξασται εν τοις έθνεσιν και εν παντί τόπω θυμίαμα προσάγεται τω ονόματί μου και «θυσία καθαρά» διότι μέγα το όνομά μου εν τοις έθνεσι, λέγει κύριος παντοκράτωρ».17  Υπογραμμίζει μάλιστα  ότι τα παρατιθέμενα Τίμια Δώρα: «δεν είναι πλέον κοινός ο άρτος και κοινό το πόμα που παρατίθεται κατά την σύναξη της Εκκλησίας  αλλά «δι' ευχής λόγου» ο άρτος και ο οίνος γίνονται «αίμα και σάρκες κατά την μεταβολήν». Mάλιστα προσθέτει ότι συντελείται δι’  «Εκείνον τον σαρκοποιηθέντα Ιησού, του οποίου  την σάρκα και το αίμα ως «θυσία καθαρά» εδιδάχθημεν είναι» 18  Ο Ιουστίνος αναφέρει επίσης τον «ασπασμό της ειρήνης»  και «την  ανάμιξη (την κράση) ύδατος και οίνου», καθώς και την «Μετάδοση» από τον επίσκοπον του «Σώματος» και από τον  διάκονόν του  το Ποτηρίου του «Αίματος», ο οποίος προτρέπει τους πιστούς ως ο ευταξίας μεγάλη προσοχή κατά την θεία Μετάληψη των καθαγιασμένων Τίμιων Δώρων εις ζωήν αιώνιον. 19 Τον  3ον  αιώνα από κάθε μητροπολιτική  Εκκλησία διαμορφώνεται  καλύτερα η τάξη  στις  εντελώς τότε «άτυπες» περιοχές της δικαιοδοσίας τους. Ο Τερτυλλιανός  (155-240) υπαινίσσεται στη λατρεία την απαγγελία ψαλμών και ύμνων και ο Άγιος Ειρηναίος (†220) αναφέρει ακόμη και την «επίκληση» του Αγίου Πνεύματος κατά την «Μεταβολή» του άρτου και του οίνου σε «Σώμα» και «Αίμα» Xριστoύ και λέγει: «Εάν λοιπόν το περιεχόμενο του Ποτηρίου και ο ετοιμασμένος άρτος δεχθούν το «Λόγο του Θεού», τότε η Ευχαριστία γίνεται Σώμα Χριστoύ». 20  ακόμη δε ότι «ο άρτος πού προέρχεται από τη γη, όταν λάβει την επίκληση του Θεού δεν είναι πλέον κοινός άρτος, διότι η Ευχαριστία συνίσταται από δύο στoιχεία, ένα γήϊνο και ένα ουράνιο, έτσι και τα σώματά μας, εάν μεταλάβουν αυτήν την Ευχαριστία, δεν ανήκουν πλέον στη φθορά, αλλά έχουν την ελπίδα της Αναστάσεως».21 Εξ άλλου ο αυθεντικός ερμηνευτής της ευχαριστιακής παραδόσεως των Ιεροσολύμων  επίσκοπος τότε  Κύριλλος (†386) υποστηρίζει ότι: «Ο άρτος της ευχαριστίας είναι ουράνιατροφή», και μετά την επίκλησιν του Αγίου Πνεύματος:  «ουκ έτι άρτος λιτός, αλλά Σώμα Xριστoύ» και «εν  τύπω γάρ άρτου δίδοταί σοι το Σώμα, και εν τύπω οίνου δίδοταί σοι το Αίμα» και επομένως με αυτόν τον τρόπον «γινόμεθα χριστοφόροι και μέτοχοι θείας Φύσεως Του, καθώς λέγει ο μακάριος Απόστολος Πέτρος».22   Τον 4ον αιώνα η καρδιά του μυστικού σώματος του Ιησού Χριστού είναι η θεία Λειτουργία γιατί αποτελεί αυτή την βασική αφετηρία της λατρείας στην Εκκλησία. Οι Έλληνες Πατέρες με το ευρύτατο πνεύμα της πίστεως και της παιδεία τους εθεωρούσαν την καταγραφή των διαφόρων λειτουργικών «Αναφορών» ως εκφάνσεις των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Κάθε Αποστολικός θρόνος της Ανατολής πρόσφερε στις θυγατρικές του Εκκλησίες την κληρονομηθείσα εκ παλαιού ιερουργία της τέλεσης της Ευχαριστίας. Εξ αυτού η Αντιόχεια διέδωσε την λεγόμενη «Κλημέντια Λειτουργία» εκ του 8ου  βιβλίου των  «Αποστολικών Διαταγών» καιτα Ιεροσόλυμα προώθησαν την Λειτουργία του Αδελφοθέου  Ιακώβου, ενώ η Καππαδοκία την Λειτουργία του Μ. Βασιλείου. Όλες αυτές οι Λειτουργίες  σκορπίστηκαν σε όλην την Ανατολή και υπέστησαν τοπικές προσαρμογές και προσθήκες και τελικά μερικές  διέσωσαν αρχαίες πράξεις «Μεταδόσεως» της θείας «Κοινωνίας».  

Τον 5ον  αιώνα λίγο πρίν αρχίσει η οριστική διατύπωση του «Χριστολογικού δόγματος» από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο διχάζεται η Αλεξανδρινή Εκκλησία σε ελληνογενείς ορθοδόξους και σε αυτόχθονες για εθνικούς κυρίως λόγους και ενώ την ίδια εποχή από το δυτικό άκρο της Αφρικής την Αλγερία ο ιερός Αυγουστίνος († 430) «εκκλησιολογεί»  με τους ευχαριστιακούς καρπούς του σίτου και της σταφυλής και γράφει: «Σκέψου πως ο άρτος της Ευχαριστίας δεν έγινε μόνον από  ένα κόκκον σίτου, αλλά από πολλούς και πολλές επίσης είναι και οι ρόγες των σταφυλιών που εισήλθαν στον ζυμωμένο μούστο,  αλλά το υγρόν απόσταγμά του που θα συγκεντρωθεί απ’όλα εσχηματίστηκε από την ενότητα όλων. Έτσι ο Κύριος θέλησε ώστε όλοι ημείς να ανήκομεν εις Αυτόν. Εκεί στο θυσιαστήριό, εσυνέστησε το μυστήριον της ειρήνης  και της ενότητάς μας»23  Ο 6ος αιώνας είναι περίοδος μεγάλων πολιτικών και θρησκευτικών ανακατατάξεων στην Μέση Ανατολή. Η ενότητα της κατ’ ανατολάς Εκκλησίας δοκιμάζεται από θεολογικές συζητήσεις και αντιλογίες που υποκρύπτουν εθνοφυλετικές διεκδικήσεις και υπερβολές δοξασιών  που καταλήγουν σε Συνόδους και καταδίκες των αντιφρονούντων.24 Πληθύνονται συνεχώς οι Περσικές και οι Αραβικές επεκτατικές διεκδικήσεις και προκαλούνται αιματηρές αναμετρήσεις. Ακαταπόνητη είναι η δραστηριότητα της συροϊακωβιτικής μονοφυσιτικής Εκκλησίας προς διείσδυση μεταξύ των αραβικών χριστιανικών φυλών και την εθνική  συστράτευση την νέα «μονοθεϊστική» παρεμβολή του Ισλάμ, τότε θεωρούμενης ως εκπορευόμενης εκ του  εβραϊσμού κατά της Εκκλησίας του Χριστού.  Η συνήθεια των Αρμενίων να χρησιμοποιούν «άκρατονοίνον» κατά την ιερουργία της θείας Ευχαριστίας, θεωρήθηκε «εβραϊκό  έθιμο» που εισχώρησε στην θεία λατρεία τους δια του Γρηγορίου του Φωτιστή της Αρμενίας. Αυτό ήταν μία  «καινοτομία αντίθετη στα παραδεδομένα» και περί το τέλος του 6ου  αιώνα το 692 ασχολήθηκε η «Πενθέκτη» Οικουμενική Σύνοδο και θέσπισε τον 32ον (ΛΓ΄) κανόνα.  Όμως αυτή η συνήθεια καταδικάστηκε, όμως αυτός ο κανόνας ανέδειξε το έγκυρο και επομένως την κανονικότητα των δύο αρχαϊκών Λειτουργιών. Αυτές αποτελούν ανεκτίμητο λατρευτικό θησαυρό για το πλήρωμα της Εκκλησίας γιατί μας διαβεβαιώνουν ότι: «Ο Ιάκωβος  ο κατά σάρκα Χριστού του Θεού ημών αδελφός, ως της Ιεροσολυμιτών Εκκλησίας πρώτος τον θρόνον επιστεύθη και Βασίλειος ο των Καισαρέων αρχιεπίσκοπος, ου το κλέος κατά πάσαν την οικουμένην διέδραμεν, εγγράφως την μυστικήν ημίν ιερουργίαν παραδεδωκότες..».25 Η ίδια η Σύνοδος προχώρησε και στην διατύπωση του 101ον ΡΑ΄ κανόνα της που καθορίζει και κατοχυρώνει εσαεί  τον αρχαίο τρόπο «θείαςΚοινωνίας» των βαπτισμένων όλην την πρώτη χιλιετία της Εκκλησίας γιατί θεσμοθετεί: «Πως αποδεκτέον ταις χερσί την θείαν Ευχαριστίαν» …. «τη μετουσία γενέσθαι»- «τας χείρας σχηματίζων εις τύπον σταυρού, ούτω  προσίτω και δεχέσθω της κοινωνίας της χάριτος». Και ο κανόνας αυτός συνεχίζει: «τους γαρ εκ χρυσού ή άλλης ύλης, αντί χειρός, τινά δοχεία κατασκευάζοντας  προς την του θείου δώρου υποδοχήν,  και  δι’ αυτών της αχράντου κοινωνίας αξιουμένους, ουδαμώς προσιέμεθα», και τούτο επειδή «προτιμάται η επαφή με την του Θεού εικόνα από την «υποχείριον» άψυχον ύλη»… και ο κανόνας καταλήγει: «αφοριζέσθω και ο ταύτα επιφερόμενος»! Οι δύο αυτοί κανόνες εμμέσως κατέστησαν τις δύο αυτές ανατολικές «Αναφορές» ως τον εγκυρότερο τρόπο ιεροτελέσματος «της Κλάσεως του Αρτου», όσο και τον τρόπο «Μεταδόσεως και Μεταλήψεως» του προσφερόμενου «Σώματος και Αίματος του  Χριστού». αρμενική συνήθεια. Αυτή η συνοδική επισήμανση προκάλεσε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου σε σχέση με τα κρατούντα παρ’ ημίν στην «Μετάδοση» της «θείας Κοινωνίας». Προς τούτο  ανακάλεσα στη μνήμη μου την μεταξύ των ετών 1956-1958 μεταπτυχιακή μαθητεία μου κοντά στον Ανδρέα Grabar και σε άλλους σπουδαίους Ρώσους και Γάλλους δασκάλους μου στο Παρίσι.26 Εστρεψα το ενδιαφέρον μου στο τρόπο «Μεταλήψεως» τον 6ον  αιώνα και μελέτησα  τα υφιστάμενα αρχαία ευχαριστιακά σκεύη σε συλλογές Μουσείων.

Πρώτος είναι ο αργυρός δίσκος από την Παρευξείνεια πόλη Τομίς ή Κωνσταντιανή, την σημερινή Κωνστάντζα της Ρουμανίας. Αυτός είναι του έτους 518 και οι διαστάσεις του 0,40. Στο εσωτερικό κέντρο είναι ο τόπος αποθέσεως του προσκομιζόμενου  άρτου με το χαραγμένο  «Χρίσμα» εν μέσω των Α και Ω. που γνωρίζουμε ότι υπονοεί εικόνα του Ιησού Χριστού. Ο άρτος  προς αγιασμό πρέπει να ήταν περίπου διαστάσεων 0,35, δηλαδή όπως περίπου είναι οι μικροί σημερινοί άρτοι της Αρτοκλασίας. Εκεί συντελείτο η «Κλάση»  που περιέγραψε στους Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος. 27 

Ο δεύτερος δίσκος  έχει την επωνυμία «Stuma» καιβρίσκεται στο Αρχαιολογικό  Μουσείο της Κων/πόλεως, ενώ ο τρίτος δίσκος  έχει την  επωνυμία  «Riha» και προέρχεται από την Συρία και διαφυλάσσεται στο βυζαντινό ίδρυμα της Ουάσιγκτον των Η.Π.Α. Οι δύο αυτοί αργυροί δίσκοι είναι των ετών 565-578 και έχουν στο κέντρο τους συνεπτυγμένο το  πρωτοβυζαντινό θέμα της «Κοινωνία των Αποστόλων», σφυρήλατο και φουσκωτό, αυτό που είναι ανεπτυγμένο σε δύο σελίδες στην μικρογραφία του «Ευαγγελίου του Ροζάνο» της Καλαβρίας του 6ου αιώνα.

Το θέμα αναπτύσσεται περί το θυσιαστήριο που είναι άλλοτε εντός του Βήματος και άλλοτε έμπροσθεν σε επιστήλιο τέμπλου. Οι Απόστολοι  ζουν  μυστικά την συγκλονιστική στιγμή της θείας «Κοινωνίας» του Ιησού Χριστού με την προσδοκία της ερχόμενης Βασιλείας του. Το θέμα της «Κοινωνίας των Αποστόλων» εμφανίζεται και πάλι μετά την Εικονομαχία σε ψηφιδωτά και νωπογραφίες και σε πολλές μικρογραφίες και μέχρι σήμερα μεγαλύνεται στην κάτω πλευρά της κεντρικής αψίδας του κάθε Ιερού. 27  Στον περίγυρο όμως του δίσκου Stuma έχουν σφυρηλατηθεί 24 «φωλίδες» που κυκλώνουν το βάθος του και οι ιδιότηπες αυτές θήκες μάλλονείναι θέσεις μερίδων του καθαγιασμένου «Σώματος» που απέκοψε ο λειτουργός δια του αντίχειρα και του δείκτου εκ του Αμνού για να κοινωνήσουν οι  κληρικοί  και λαϊκοί με γυμνή σταυροειδώς τοποτιθέμενη την δεξιά τους προς απόθεση του «μαργαρίτη»  και πραγμάτωση του λόγου του  Κυρίου λέγοντος: «ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων το αίμα  εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ. 28

Στον δίσκο Riha είναι ευδιάκριτα επί του θυσιαστηρίου και τα ιερά σκεύη της εποχής: ο δίσκος αποθέσεως του Αμνού με «υποπόδιο» και με «αστερίσκον» για να καλύπτει τον υπόλοιπον του προηγιασμένου «Σώματος». Πλησίον του «κρατήρα» του Ποτηρίου υπάρχουν  δύο «κυστήδια» εξ  οίνου και ύδατος για την «κράση» όμως  δεν υπάρχει «κοχλιάριο» προς μετάδοση. Όταν επικράτησε τον 6ον αιώνα ο «Νηπιοβαπτισμός» χρειάστηκε τρόπος για την μετάδοση σε βρέφη και αρρώστους της «υδαρούς θ. Κοινωνίας». Τότε υπήρχε ενα  «εργαλείο» για την ιστόρηση των κυρόχητων εικόνων της αρχαίας εγκαυστικής τέχνης καλούμενο «Κέστρον».  Αυτό ήταν ένα  βαθύ «κοχλιάριο» εντός του οποίου διαλυόταν το κερί και η μαστίχη που ήταν τότε το βασικό διαλυτικό των χρωμάτων μετά από την πυράκτωσή του. Η χρήση αυτού του εργαλείου για τη μετάδοση της θείας «Κοινωνίας» σχετίστηκε μεταφορικά με τη προφητεία του Ησαΐου λέγοντος: «εν τη χειρί έλαβε άνθρακα ον τη λαβίδι έλαβεν εκ του θυσιαστηρίου, και ήψατο του στόματος μου…. και τας αμαρτίας περικαθαριεί» και έτσι το «Κέστρον» ονομάστηκε «λαβίδα». 29 Επίσης, επί του θυσιαστηρίου του Δίσκου « Riha»  δεν απεικονίζεται ούτε η «λόγχη» (μάχαιρα) που σήμερα θεωρείται σκεύος κατάλληλο για την κοπή της σφραγίδος του Αμνού από το πρόσφορο και των λοιπών μερίδων της Προθέσεως  στην  ευχαριστιακή «θυσία» και μάλιστα εισοδεύεται κατά την Μ. Είσοδον των Τιμίων Δώρων.30 Επί του εδάφους πρό του θυσιαστηρίου του Δίσκου «Riha»  υπάρχουν  το μεταλλικό «χερνιβόξεστον» πλύσεως των χειρών  και σκεύος μεταφοράς αναμμένης πυράς και δοχείον ελαίου. Αυτά τα σκεύη μαρτυρούνται ως απαραίτητα για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας μέχρι το τέλος της πρώτης χιλιετίας.

Την δεύτερη χιλιετία ξεκινά η μυσταγωγική  προσέγγιση του Αχράντου Μυστηρίου. Αυτή πηγάζει από την Ησυχαστική πνευματικότητα του  14ου και 15ου αιώνα  που επιδιώκει να διαπλατύνει τις σχέσεις στο δισκάριο με τις «μνημονεύσεις» με τον υπερβατικό ουράνιο κόσμο της απανταχού Εκκλησίας. Η βυζαντινή ευχαριστιακή θεολογία  απεικονίζει τα «εν ουρανώ και επί της γης» στο μικρό δισκάριο για τη λήψη του «επιουσίου» Άρτου. Οι πατέρες της εποχής όπως π.χ. ο Νικόλαος Καβάσιλας, ο Συμεών Θεσσαλονίκης και άλλοι, διαμόρφωσαν την βυζαντινή τάξη που επικρατεί μέχρι σήμερα. Ο μακαριστός καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, που ήταν πραγματικός «Ατλας» των κλάδων της Θεολογίας, επιδαψίλευσε την ευχή του στους μαθητές του: Ευάγγελο Θεοδώρου, Παντ. Ροδόπουλο, Ιωάννη Φουντούλη και στην ταπεινότητά μου, σε όποια έδρα και αν σταθούμε να στηρίξουμε «κατά δύναμιν» την παλιά λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας μας. Ο αείμνηστος πατριάρχης Αθηναγόρας μου εδιηγείτο πως όταν ήταν διάκονος στη Αθήνα στην Αγία Αικατερίνη της Πλάκας και μαζί με τον παπα-Μάρκον Τσακτάνη τελούσαν την Ιεροσολυμίτικη  θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου. Αυτή η εμπειρία συνήγειρε και εμένα και ασχολήθηκα με το κείμενό της προς διδαχή των ιεροσπουδαστών μου. Αυτή τη λειτουργία  πρώτος την επανέφερε στην Ελλάδα ο Ιεροσολυμίτης μητροπολίτης Ζακύνθου Διονύσιος Λάτας. 31 Το 1901 ο Αρχιμ. Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, που ήταν τότε ο τελευταίος σχολάρχης της Σχολής του  Σταυρού των Ιεροσολύμων (1900-1909), εξέδωσε στην Αθήνα την μελέτη «Περί της Αποστολικής Λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου» με το κείμενό της σε 126 σελίδες. Ο Ιεροσολύμων Δαμιανός (1897-1931) τότε  αποφάνθηκε ότι: «Η κατά Ιάκωβον  ιερά λειτουργία να τελείται  εκτάκτως, και μάλιστα κατά την εορτήν του αγίου Ιακώβου, νομίμως και κανονικώς». Όμως η ιερουργία  της δεν ετελεσιουργείτο όπως ώφειλε κατά τις«Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του Ιεροσολύμων Κυρίλλου που παρακελεύονται οι τελετουργοί της: «Ο Κύριος ευλογήσας και αξιώσει ημάς αγναις ταις των δακτύλων λαβαίς λαβείν τον πύρινον  άνθρακα και επιθείναι τοις των πιστών στόμασιν  εις καθαρισμόν και ανακαινισμόν των ψυχών αυτών και των σωμάτων»32  Αυτόν τον τρόπο  της «θείας Κοινωνίας». Αυτήν την ιερά εντολή παρέκαμψαν όλοι οι ιεροτελούντες την από άγνοια της κανονικής ιεροτεστίας της. Μετά από   συνεννόηση με τον μακαριστόν φίλον καθηγητή Γιάννη Φουντούλη αποφασίσαμε να συνδεθεί και πάλι η θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου με τις «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του Ιεροσολύμων Κυρίλλου και αυτό εδίδαξα και πρότεινα  στις εκδόσεις μου. Αυτό επευλόγησαν με σεπτά γράμματά τους οι παλαίφατοι Προκαθήμενοι της σύγχρονης «Τετραρχίας» της Ανατολής: οι Πατριάρχες Δημήτριος, Παρθένιος, Ιγνάτιος Δ΄ και  Διόδωρος. Τα  τελευταία χρόνια διαπίστωσα ότι σήμερα  την εκ παλαιού απόφανση της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου την ακολουθεί μόνον η Αιγυπτιακή (Κοπτική) Εκκλησία που ιερουργεί την θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, κατά την αρχαία αλεξανδρινή παράδοση. Ο μακαριστὀς  δασκάλος μου Ιωάννη Καρμίρη και ο αείμνηστος Νικοπόλεως Μελέτιος Καλαμαράς υπεστήριξαν ότι η πλησιέστερη Εκκλησία στην Ορθοδοξία είναι εκείνη της Αιγυπτιακής πατριαρχίας του Καΐρου και το ίδιο  υποστηρίζω εγώ από το 1964 με μελέτη μου. 33  Το αυτό φρονούσε και ο Άγιος Νεκτάριος που πίστευε στην «συγγυμνασία» και μετεκάλεσε Αιγυπτίους  ιεροσπουδαστές στην Ριζάρειο Σχολή γιατί πίστευε  εκείνο που υποστήριζε  και ο Μέγας Βασίλειος όταν έγραφε: «Πέπεισμαι γαρ τη χρονιωτέρα  συνδιαγωγή και τη αφιλονείκω συγγυμνασία και  ει τι δέοι πλέον προστεθήναι εις τράνωσιν, δώσει ο Κύριος…»33.-    Α.Π.   

Παραπομπές: 

1.      Α΄ Κορ. ια΄17-3. Την «κλάση του άρτου» είχε  προαναφέρει στην Β΄ Θεσ. γ΄6.12 . και μετά στην  Β΄ Κορ. θ΄. 10. 34. 

2.      Πράξ. ιθ΄. 23—41

3.       Βλ. Β΄ Θεσ. γ΄6.12  και μετά στην  Β΄ Κορ. θ΄. 10.

4.       Μάρκ. ιδ΄ 22-24. Ματθ. κστ΄ 26-28 . Λουκ. κα΄ 19-20

5.      Πραξ. ιβ΄2.

6.       Στην Αίγυπτο βρέθηκε απόσπασμα του Ευαγγελίου του  Ιωάννη στον  πάπυρο Bodmer II του 125 μ.Χ.!

7.      Γεωργίου  Γρατσεα . Ο ΝΙΠΤΗΡ στο περιδ. «Ορθόδοξη Παρουσία» τ.Α΄σ. 52-63 Αθήναι 1964.

8.      Ιω. ι΄.11-18                                         

9.      Ιω. στ, 57

10.  Ιω. στ' 31-50. Α΄ Κορ. ια' 23-29

11.  Εβρ. ζ΄ 27 και  θ΄

12.28.12.  Ματθ. κστ' 26-28. Μαρκ. ιδ' 22-24. Λουκ. κβ' 19-20.

13.   Α΄ Τιμ. γ΄ 15.

14.  Ιγν. Θεοφ.Κεφ.4.   

 15.  Διδαχή, κεφ. 9-10.

16.   Μαλαχίας. α΄11.

17.   Διάλ. πρός Τρύφ. 41,2-3

18.  Migne P.G. τ.6. κεφ. 65-66. σ.429

19.  Κατ’ αιρέσεων. V, 2.3  

20.  Κατ’ αιρ. IV, 18,15. Πρβλ. και Απόσπ. 37 εν ΒΕΠ 5,183

21.  Βλέπε στις «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» Ε΄ και  Α΄.Πετρ. β΄24.

22.  Migne P.L.τ.38. 1247. 1116.

23.   Ευαγ. Χρυσός. Η εκκλ.πολιτική περί την έριν των Τριών κεφαλαίων και την Ε΄ Οικ. Σύνοδον. Θεσσαλονίκη. 1969. και Μελετίου Καλαμαρά. Η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος.Αθήναι 1985.

24.  Αμίλκα Αλιβιζάτου. Οι Ιεροί Κανόνες. έκδ. β΄ Εν Αθήναις 1949. σ. 90-91 και σ. 116.

25.   Θ.Η.Ε. τ. 9ος   στηλ. 1158-9.

26.  K. Weitzmann. The Place of Book Illumination in Byzantine Art. Princeton 1975 p.78-97.και Lexikon der Chrisit. Ikonographie. Wien 1959 , 222 ff.

27.   Ιω.στ΄. 56.

28.  Ησαΐας. στ΄.  6-7

29.  Ισως τότε είχε εισακουστεί από τους λειτουργούς η προτροπή του Ιησού στον Πέτρο: «Βάλε την μάχαιρα εις την θήκην της» Ιω. ιη΄11.

30.  Παναγιώτης Καποδίστριας. Η αρχαϊκή λειτουργία και ο Λάτας. Άμφισα 1987 σελ. 10.

31. Κυρίλλου, Μυσταγωγικές Κατηχήσεις  Ε΄. 21,22. Η Θεία Λειτουργία Αγιου Ιακώβου του Αδελφοθέου .. Η Εγκύκλιος των 4ων Πατριαρχών του 1848 και τα γράμματα των  Πατριαρχων Κπόλεως Δημητρίου, Αλεξανδρείας Παρθενίου, Αντοχείας Ιγνατίου Δ΄ και Ιεροσολύμων Διοδώρου. Εισαγωγή Α.Π. Τυπικό, Κείμενο μετά σχεδίων, σελίδες 71,   α΄ έκδοση  Αθήναι 1988.

32.Ιω.Καρμίρη. Σχέσεις Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων. 1965-1967. Τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία. Προσθήκαι. σελ. 46-53. και το άρθρο του ιδίου : Διάλογος μετά των Ανατολικών ή Αντιχαλκηδονείων Εκκλησιών. περιοδ. Σύναξη τεύχος 30/1989 σ.7-13. Αριστ.Πανώτη. Η Ορθοδοξία και αι αρχαίαι ανατολικαί Εκκλησίαι. Αθήνα 1965 σσ. 80.

33.   Migne P.G. τ.32, στηλ. 525, 528.

Loading

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΥ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟΥ

Ο Κιέβου Επιφάνιος στο Φανάρι για την παραλαβή του Τόμου της Αυτοκεφαλίας

Επί τη 29η επετείω από της αναρρήσεως του Γέροντος Χαλκηδόνος Βαρθολομαίου 
στον Οικουμενικόν Θρόνον 
(2 Νοεμβρίου 1991) 
 
«Το εξ αρχής ανυπόστατον ου βεβαιούται τη χρονία παραδρομή»
 Ιουστινιανός
Την Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020 ο Πρόεδρος της Ουκρανίας Volodymyr Zelenskyy με την συζυγό του Ευγεν. κ. Olena Zelenska και πολυμελές κλιμάκιο από στελέχη της Προεδρίας και της Ουκρανικής Κυβερνήσεως επισκέφθηκε το Φανάρι και έγινε δεκτός με ιδιαίτερες τιμές. Ο εκλεγμένος Πρόεδρος της Ουκρανίας είναι και πάλι τώρα ο μόνος νόμιμος εκφραστής της συνειδήσεως του Ουκρανικού λαού και όχι οι καταδυναστεύσαντες ομόδοξοι την ύπαρξη των Ορθοδόξων Ουκρανών από το 1686, επί 300 και πλέον χρόνια!
Κατά την υποδοχή τους στο Φανάρι τελέστηκε δοξολογία, προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Γαλλίας κ. Εμμανουήλ και παρουσία της πατριαρχικής Αυλής, προς τιμήν ολοκλήρου του ουκρανικού λαού. Ο κ. Πρόεδρος απηύθυνε θερμούς λόγους στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο λέγων: «Είμαι ευγνώμων για όλα όσα έχετε κάνει και κάνετε για την Ουκρανία. Αυτή η υποστήριξη στο δρόμο προς την ειρήνη είναι σημαντική για εμάς. Η Ουκρανία είναι ζεστή και φιλόξενη. Όλοι θα χαρούμε πολύ για την επίσκεψή σας, θα είναι μια πολύ σημαντική επίσκεψη για την Ουκρανία".
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανταπαντών σημείωσε ότι θα χαρεί να επισκεφθεί την Ουκρανία όταν σταθεροποιηθεί η υφιστάμενη πανδημία και συνέχισε: «Αισθανόμεθα ότι μας φέρνετε τα αισθήματα αγάπης, σεβασμού και αφοσιώσεως ολοκλήρου του Ουκρανικού λαού προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, από την οποία πήρατε τα φώτα του Χριστιανισμού και η οποία πάντοτε σας περιβάλλει με μητρική στοργή και με την διαρκή προσευχή της» και υπογράμμισε: «Εκδήλωσις αυτών των αισθημάτων της Μητέρας Εκκλησίας ήταν και η χορήγησις του Αυτοκεφάλου στην Εκκλησία της Ουκρανίας, το οποίον βλέπουμε ότι προοδεύει, ανθίζει, και καμαρώνουμε την πορεία και τα έργα του αδελφού Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Επιφανίου ευχαριστούντες τον Θεό διότι έγινε η καλύτερη εκλογή και είναι ένας άξιος ηγέτης της Εκκλησίας σας».

Αμέσως μετά, στην αίθουσα του ακροάσεων του Ευγενίδειου Μεγάρου, ο Πατριάρχης καλωσόρισε και ευλόγησε τα μέλη της συνοδείας του Προέδρου της Ουκρανίας και εξέφρασε την χαρά και την ικανοποίησή του για την διαρκή πρόοδο, σταθερότητα, ειρήνη και ευημερία που υπάρχει στην Ουκρανία. Σημείωσε ότι σε αυτά τα τριάντα χρόνια η Ουκρανία πέρασε από πολλές δυσκολίες που ήταν συνέπεια του προηγούμενου καθεστώτος και των παρελθόντων ετών. «Εύχομαι είπε να εορτάσετε αυτήν την επέτειο μέσα στο 2021 με ενθουσιασμό, με χαρά, με μεγάλη ευτυχία, όλο το Ουκρανικό έθνος».
Στη συνέχεια ο Πρόεδρος κ. Zelenskyy προσεκάλεσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη να επισκεφθεί επισήμως την Ουκρανία διότι θα αποτελέσει ιδιαίτερα σημαντική στιγμή για την Ουκρανία. Ο Πατριάρχης ανταπαντών ευχαρίστησε ιδιαίτερα για την τιμητική πρόσκληση ευχόμενος να πραγματοποιηθεί, εάν θέλει ο Θεός. Μάλιστα θυμήθηκε με συγκίνηση την προηγούμενη επίσκεψή του, το 2008, κατά την οποίαν είχε την ευλογία να ιερουργήσει στην ιστορική Εκκλησία της Αγίας Σοφίας στο Κίεβο, αλλά και στον Λόφο του Αγίου Βλαδιμήρου, με τον μακαριστό Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Αλέξιο Β’ και με τους Μακαριωτάτους Αρχιεπισκόπους Αθηνών Ιερώνυμο και Τιράνων Αναστάσιο. O Πρόεδρος της Ουκρανίας, ενωρίτερα, κατά την ιδιαίτερη συνάντησή τους, ενημέρωσε τον πατριάρχη Βαρθολομαίο για την επικρατούσα κατάσταση στο Donbas από την κατοχή του ρωσικού στρατού και την δράση της συνοδείας του επισκόπου Ονουφρίου. Ο Πατριάρχης ευχήθηκε μέχρι την πραγματοποίηση της πατριαρχικής επίσκεψης να έχει σημειωθεί πρόοδος και επιλυθεί το ζήτημα και «ευχόμεθα με όλη μας την καρδιά να λυθεί και το θέμα των εκεί αιχμαλώτων γνωρίζοντες τον πόνο αυτών των οικογενειών που στερήθηκαν τα παιδιά τους ή τους συζύγους των». Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος προσέφερε μικρά αναμνηστικά ως ευλογία στα μέλη της προεδρικής συνοδείας και ακολούθως και κατά την αναχώρησή του από το Φανάρι αποχαιρέτησε τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, προ της «Κλειστής Πύλης» της εισόδου των Πατριαρχείων.
Μετά από 11 ημέρες η Μοσχόβια πατριαρχία για να μειώσει την σημασία αυτής της επίσημης επισκέψεως και του σημερινού Προέδρου της Ουκρανίας, οργάνωσε στα πλαίσια κάποιου δήθεν βαρύγδουπου ΙΒ΄Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου «Θεολογικής και θύραθεν εκπαιδεύσεως» την παρουσίαση εκδόσεως 246 εγγράφων επί του θέματος της υποκλοπής από την Μόσχα της Μητροπόλεως Κιέβου. Συνήθως η διάπραξη εγκλήματος γίνεται ερέθισμα στους διαπράξαντες να τριγυρνούν γύρω από στο έγκλημα που διέπραξαν! Ο πρωθιερέας Νικόλαος Ντανιλέβιτς διέστρεψε το θέμα για να επιφέρει «δικαίωση» και μίλησε: «Περί της Επανενώσεως της Μητροπόλεως Κιέβου με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. 1678-1686. Η δημοσιεύση φέρεται ως συλλογικό έργο με πρόλογο του σκηνοθέτη των «βουλών του Κρεμλίνου» μουσικολογιώτατου Ιλαρίωνα για να θολωθούν τα νερά και αμφισβητηθεί η απόλυτα κανονική απόφανση του 2018 του πατριάρχου Βαρθολομαίου περί άρσεως της «εκδόσεως» του πατριάρχου Διονυσίου Δ΄, που «στανικά» γράφηκε για να συγκαλύψει την υποκλοπή από τον Μόσχας Ιωακείμ (1674-1690) του αναφαίρετου πατριαρχικού κανονικού προνομίοι να εκλέγει και χειροτονεί τους ιεράρχες του κλίματός του και μάλιστα τον Κιέβου. Τα δημοσιευθέντα «έγγραφα» εκ προοιμίου φέρουν την σφραγίδα κατεργαριάς εκείνων που και τώρα διέπραξαν το κανονικό έγκλημα της διαιρέσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Ουκρανία γιά να θιγεί η περιωπή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετά την ματαίωση στην Μ. Σύνοδο το 2016 της Μοσχόβιας παγίδας προς Πανορθόδοξο έλεγχο των προνομίων του Κωνσταντινουπόλεως.
Ας θυμηθούμε πως έχουν στην Ουκρανία τα της Εκκλησίας το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Το 1654 ο ηγέτης των Κοζάκων Μπόγδαν Χμελνίτσκι απελευθέρωσε την Ουκρανία εκ της πολωνολιθουανικής κατοχής και για να διασφαλιστεί αυτή η ελευθερία συνδέθηκε δια της «Συνθήκης του «Περεγιεσλάβ» η Ουκρανία με τη Ρωσία. Όταν αυτό συνέβη στην κρατική οντότητα οι Ρώσοι άρχισαν τις πιέσεις να επιβληθεί παρόμοια σύνδεση και στα της Εκκλησίας. Τότε ο Κιέβου Σίλβεστρος και οι Ουκρανοί αρχιερείς και ευγενείς και όλο το πλήρωμα της εκεί τοπικής Εκκλησίας αντέδρασαν έντονα και ρητά αξίωσαν «να μη διασπαστεί ποτέ η υπακοή τους στον Πατριάρχη της Κων/πόλεως στον οποίον και ανήκουν θείω δικαίω εκ του βαπτίσματός τους και κατά τους Ιερούς Κανόνες». Ο διάδοχος του Σιλβέστρου Διονύσιος προσκληθείς από τον πατριάρχη Μόσχας Νίκωνα (1652-1658) να χειροτονηθεί απέρριψε διαρρήδην τη πρόταση και απέστειλε αντιπροσωπεία στη Μόσχα για να εξηγήσει τους κανονικούς λόγους της προσηλώσεως στην τάξη της Εκκλησίας ως κανονικής Μητροπόλεως του Οικουμενικού Θρόνου. Ο Ρώσος πατριάρχης Νίκων: «την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος δέχθηκε φιλόφρονα τον αντιπρόσωπο του Κιέβου Διονυσίου και σεβάστηκε τα δίκαια της Εκκλησίας του Κιέβου και συνέστησε στην κυβέρνηση της Μόσχας να πράξει το αυτό και ο αντιπρόσωπος επέστρεψε στο Κίεβο μετά πολλών δώρων». Τη στάση αυτή τήρησαν και οι μετέπειτα μητροπολίτες του Κιέβου Διονύσιος, Ιωσήφ και Αντώνιος.
Φαίνεται όμως ότι οι ιδέες του Διαφωτισμού και η «Εκκλησιολογία» των Προτεσταντών είχαν απλωθεί από τις βασιλικές αυλές και στις κυβερνήσεις τους. Η κοσμική εξουσία θέλησε να αποδυναμώσει την Εκκλησία εξ αιτίας της Ρώμης, που ασκούσε στην Ευρώπη εκείνη την εποχή ισχυρή και δυναμική Αντιμεταρρύθμιση. Ο αντίλαλος από αυτά τα συμβάντα έφθασε και στην Ρωσία που τότε δοκιμαζόταν από πρόβλημα διαδοχής. Το 1682 βρέθηκε η «συμβιβαστική» λύση της «Συμβασιλείας» των διαδόχων μέχρι την ενηλικίωση. Η επιτροπεία των διαδόχων ανατέθηκε στη μεγαλύτερη αδελφής τους Σοφίας, η οποία για επτά χρόνια ήταν ο πραγματικός κυβερνήτης της χώρας και ασκούσε με κάθε τρόπο τα δύσκολα καθήκοντά της τιθασεύσεως δύο εφήβων που ο ένας ήταν διανοητικά ανάπηρος, ο Ιβάν Γ΄ και ο άλλος ο ανήσυχος και πανέξυπνος Πέτρος Α΄. Κατά την επταετία αυτή συμβαίνει η χηρεία της Μητροπόλεως Κιέβου και η Επίτροπος «δέσποινα» Σοφία κατά τους συμβούλους της μέσα στην παντοδυναμία της, διατάσσει τον πατριάρχη Μόσχας Ιωακείμ (1674-1690) να παρακάμψει κάθε κανονικό δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη και αυθαίρετα να προβεί στην εκλογή και χειροτονία κάποιου Γεδεών στην Μητρόπολη Κιέβου. Στην υπόδειξη αυτή διαφώνησαν οι Ουκρανοί αρχιερείς και συγκρότησαν πολυπληθή Σύνοδο στο Κίεβο με την οποία κήρυξαν άκυρη την εκλογή και χειροτονία του Γεδεών ως γενόμενη εν αγνοία του «Πρώτου» της δικαιοδοσίας και ο προταθείς ως μητροπολίτης θέλοντας να αναγνωριστεί ως Κιέβου κατάλαβε πως άνευ της «ευλογίας» του Οικουμενικού Πατριάρχη δεν γίνεται αποδεκτός από το πλήρωμα της Εκκλησίας του Κιέβου ζήτησε την παρέμβαση της τσαρικής αυλής να ενεργοποιήσει την διπλωματία της για να αποσπάσει την συγκατάβαση του πατριάρχη Διονυσίου Δ΄ για τα γενόμενα εν αγνοία του.
Η Ανατολική Ευρώπη από το 1680 είχε εμπλακεί σε πόλεμο μεταξύ των καθολικών χωρών της Πολωνίας, της Αυστρίας και της Βενετίας. Ο σουλτάνος Μεχμέτ Δ΄(1646-1687) φοβούμενος μήπως αυτές οι ευρωπαϊκές δυνάμεις τελικά στραφούν εναντίον του, επιθυμούσε να έχει την συμμαχία με την «Συμβασιλεία» των Ρώσων τσάρων. Ο σουλτάνος βρισκόταν τότε στην Αδριανούπολη και η Σοφία αναθέτει το 1686 στον πρεσβευτή της στην Πόλη Νικήτα Αλέξιεφ να καλύψει το ατόπημα του Μόσχας Ιωακείμ με την «εκ των υστέρων λήψη της κανονικής «Εκδόσεως αδείας προς χειροτονίαν». Ο Αλέξιεφ πρώτα επιδίωξε τη μεσολάβηση του παρεπιδημούντος Ιεροσολύμων Δοσιθέου την ευόδωση του τσαρικού αιτήματος. Όμως αυτός όταν άκουσε το αίτημα απέκρουσε την αντικανονική πράξη ως δόλια πράξη απορροφήσεως της Μητροπόλεως Κιέβου και του δήλωσε πως ουδέποτε θα συνεργήσει στην αναγνώριση της και προέτρεψε μάλιστα τον πατριάρχη Διονύσιο Δ΄ να αποκρούσει το αίτημα και αυτό έπραξε αρχικά ο Κων/πόλεως. Βλέπε Αρχιμ. Κάλλιστος. περ. «Εκκλ. Φάρος» Αλεξανδρείας. τχ.18. Δεκέμβριος 1928, σελ. 742-744). Τότε ο πρεσβευτής Αλέξιεφ αποτάθηκε στον Βόσνιο Μ. Βεζύρη Σαρή Σουλεμάν πασά (1685-1687) ο οποίος δεν θέλησε να δυσαρεστήσει την πανίσχυρη «Γκοσπόσια» Σοφία και να την προσθέσει στους εχθρούς του σουλτάνου Μεχμέτ Δ΄ και διέταξε τον πατριάρχη Διονύσιο Δ΄ το 1686 να ικανοποιήσει πλήρως και χωρίς αντίρρηση το αίτημα της Μόσχας. Έτσι ο Διονύσιος με τη βία εξαναγκάστηκε να υποκύψει στο σουλτανικό θέλημα μήπως προλάβει τη κατηγορία της απείθειας προς την Υψηλή Πύλη. Τότε ο Διονύσιος με πατριαρχικό γράμμα «αναγκαστικά». «στανικά» συγχώρησε την πράξη του Μόσχας Ιωακείμ και αναγνώρισε τον Γεδεών. Ὀμως αυτό δεν καταγράφηκε ποτέ επίσημα «ως κανονική Πατριαρχική και Συνοδική πράξη της Εκκλησίας απολύσεως τοπικής Εκκλησίας για να καταγραφεί ως ήθισται στον «Πατριαρχικόν κώδικα». Και αυτό είναι πρωτοφανές γιατί ποτέ δεν δωρήθηκε η κανονική επαρχία του Κιέβου στην Μοσχόβια πατριαρχία, διότι κατά την αρχαία τάξη δεν συγχωνεύεται «εν ενεργεία» Μητρόπολη, κατέχουσα το προνόμιον των «Πρεσβείων», δηλαδή της «Προγενέσεως», με μία νεότερη Μητρόπολη, όπως ήταν η της Μόσχας. Επομένως, όλη η Ιστορία είναι ότι η Μοσχοβία πατριαρχία θέλησε να καταπατήσει την Εκκλησία στην Ουκρανία για να διευρύνει το πλάτος και το μήκος της νεογενούς «Αυτοκρατορικής Εκκλησίας» της.
Το φιλοτάραχο των Μοσχοβιτών επί τρεις τώρα αιώνες διατρέφεται «στανικά» από το εκβιαστικό και κίβδηλο αυτό πλαστογράφημα του 1686! Επιδιώκει να ικανοποιήσει την απληστία του με το αντικανονικό αυτό θελήματα για να διατηρήσει το είδωλο του Γολιάθ της Εκκλησίας τους. Οι Μοσχοβίτες ορεγόμενοι την αίγλη της πρωτοκαθεδρίας επιδιώκουν να σφετεριστούν την κλείδα του πατριαρχικού προνομίου που είναι ο «έλεγχος των χειροτονιών των επισκόπων». Αυτό το κανονικό έγκλημα του 17ου αιώνα το αντέγραψαν και άλλοι οιηματίες βολευτές των υποτακτικών τους και μάλιστα βιάστηκαν να το νομοθετήσουν! Η μητρική μέριμνα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας δεν ευνόησε όμως ποτέ το μεγάλο κανονικό έγκλημα της «ποιμνιοκλεψίας» μεταξύ των θυγατέρων της Εκκλησιών. (Α.Πανώτη. Η Διορθόδοξη πορεία προς τη Μ. Σύνοδο Αθήνα 2017. σ. 92). Όμως ο διαρρεύσας χρόνος προσβολής της κανονικότητος ποτέ δεν νομιμοποίησε τις πονηρές παρεμβολές.
Βασικό και γενικό αξίωμα του Ρωμαϊκού Δικαίου, που αναγνωρίζουν και οι Ιεροί Κανόνες είναι: «Το εξ αρχής ανυπόστατον ου βεβαιούται τη χρονία παραδρομή». Αυτό ας το καταλάβουν καλά όλοι οι αναιδώς «αμαθούντες» εν Ελλάδι και Κύπρω περι του άλλοτε «Ουκρανικού ζητήματος». Αυτό ανήκει πλέον στην Ιστορία. Επί 30 χρόνια «ιεροκρύφια» ο Μπαλασώφ ταλαιπώρησε την σχετική Επιτροπή μελέτης του θέματος, ίσως μέχρι να ολοκληρωθεί η κατάληψη της Κριμαίας από ρωσικά στρατεύματα! Τώρα γι’αυτό το θέμα που πέρασε πλέον στην Ιστορία τώρα λαλεί και κάποιος αλέκτορας που κατεργάρικα μιτροφόρεσε! Η ενότητα της Εκκλησίας δεν καταλύεται από τις πομφόλυγες των οιστρηλατούντων. Ο αρχαίος φιλοσοφών μύστης εκ Βοιωτίας Πλούταρχος είπε ότι: «δεν υπάρχει αγριότερο θηρίο από τον άνθρωπο όταν κατέχει δύναμη ίση με το πάθος του! Και «ναι μάλιστα», όπως έλεγε χαριτολογών ο αείμνηστος Δάσκαλος της Εκκλ. Ιστορίας, αρχιμανδρίτης Βασίλειος Στεφανίδης, όταν αυτός είναι απόγονος ιερέων γίνεται συνήθως κατά λαϊκήν έκφραση και: «διαβόλου εγγόνι».

Loading

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΣΤΥΛΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Ο Πατριάρχης Κων/πόλεως Βασίλειος Γ΄ και ο Πατριάρχης Βουκουρεστίου Μύρων στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (Μάϊος 1927)

Οι ρίζες της συστάσεως της Εκκλησίες στη χώρα της σημερινής Ρουμανίας πρέπει να αναζητηθούν στην Ανατολή και στη Δύση. Στις δυτικές Παραδουνάβιες ακτές υπήρχαν διάφοροι αποικισμοί με αρχαιότατο ελληνικό στοιχείο ζυμωμένο με τους βόρειους Θράκες που συνδέονται με τους Γέτες και Ροξολάνους της κάτω Μοισίας. Σύμφωνα με την παράδοση η πλευρά αυτή του Εύξεινου Πόντο ήταν ποιο ευνοϊκή προς διάπλευση εκ Βοσπόρου υπό του Πρωτόκλητου Ανδρέα που ευαγγελίστηκε την προς βορρά πίστη του Ιησού Χριστού. Η δεύτερη πηγή σποράς των ευαγγελικών αληθειών προήλθε από τις μακρότατες σχέσεις των επαρχιών της Δακίας, Μολδαυίας, Βλαχίας με το τότε κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ακόμη και οι διεξαχθείσες εκεί πολλές πολεμικές επιχειρήσεις των Καισάρων της Ρώμης, μάλιστα και κατά την περίοδο των διωγμών, έφεραν εκεί στρατεύσιμους ρουμανογενείς χριστιανούς που μαζί με τους ελληνογενείς πληθυσμούς διαμόρφωσαν την σημερινή ταυτότητα της Ρουμανικής Ομογένειας. Τα πολλά παλαιοχριστιανικά ευρήματα στην τεράστια έκταση της χώρας συμφωνούν με τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων από τον Ωριγένη και τον Καισαρείας Ευσέβιο μέχρι τον Επιφάνιο της μονής των Καλλιστράτων και τον Νικήτα τον Παφλαγόνα κ. ά. περί της αρχαιότητος της Εκκλησίας στις περιοχές της Ρουμανίας. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία της καταγραφής των Μαρτύρων του 303 και η συμμετοχή επισκόπων της στις Α΄ και Β΄ Οικουμενικές Συνόδους του 325 και 381 και σε όσες ακολούθησαν κατά την πρώτη χιλιετία της Εκκλησίας.

Οι Ρουμάνοι ηγεμόνες μόλις στο δεύτερο μισό του Ι4ου επιδιώκουν να αποκτήσουν δική τους Ιεραρχία και μάλιστα αυθαίρετα ζητούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο να αναγνωρίσει ως Μολδαβίας κάποιον Ιωσήφ. Όμως ο πατριάρχης Κων/πόλεως Αντώνιος Δ΄ τους απαντά ότι η πατριαρχία διευθετεί κατά την Κανονική Τάξη της τα της διοικήσεως στην Εκκλησία. Εξ αυτού το 1392 αναγνωρίζει την ύπαρξη της Μητροπόλεως Μολδαβίας και εκλέγει ως μητροπολίτη της τον Ιερεμία και αφορίζει τους παράγοντες εκείνους που επιμένουν να αναμειγνύονται αναρμόδια σε εκκλησιαστικές υποθέσεις. Μετά την Άλωση, για να σωθεί η Ορθοδοξία στη Βλαχία και στη Μολδαβία από την δήθεν ενότητα της Φλωρεντίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο εγκρίνει την χειροτονία των Ορθοδόξων αρχιερέων στην Ουγγροβλαχία. Το 1715 αρχίζει η περίοδος παρουσίας των Φαναριωτών στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Οι δεσμοί της Ρουμανίας γίνονται ισχυρότεροι με τον Οικουμενικό Θρόνο. Όταν αναγκάζονταν να παραιτηθούν εκ των πιέσεων των Σουλτάνων οι εκθρονισμένοι Πατριάρχες κατέφυγαν στην Μολδοβλαχία. Εκεί στην τοπική Εκκλησία διαβιούσαν και πρόσφεραν τις ποιμαντικές εμπειρίες τους και εξ αυτού τέσσερις Πατριάρχες εκοιμήθησαν στην παλαιά πρωτεύουσα της Μολδοβλαχίας, το Τηργόβιστο, όπου υπάρχουν και οι τάφοι τους, όπως του Ιερεμία Β΄ Τρανού, ο οποίος εξέδωσε την «στανική έκδοση»του 1689, που παρερμήνευσε ο Μόσχας Ιωακείμ για να διαλύσει την Εκκλησία της Ουκρανίας!

Οι Πατριάρχες Βασίλειος Γ΄και Μύρων με μέλη των Ιερών Συνόδων τους προ του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι.

Τελικά ο πατριάρχης Νήφων Β΄, προσκληθείς από τον ηγεμόνα Ράδου Βόδα, μετέβη στην Βλαχία και αναδιοργάνωσε την Εκκλησία της Ουγγροβλαχίας με συνεργάτες Αγιορείτες που διέδωσαν το μοναχικό ιδεώδες και ίδρυσαν μονές. Συγκρότησε κληρικολαϊκές συνελεύσεις και δύο επαρχιούχες επισκοπές του Ριμνίκου και του Μπουζέου και μερίμνησε για τον φωτισμό και την ηθική αγωγή του λαού. Τα εισοδήματα που συγκέντρωναν δεν μεταβάλλονταν σε ιδιωτικές περιουσίες, αλλά ευεργετούσαν ως «λογία» τις πτωχές τότε παλαίφατες Εκκλησίες, όπως ήταν εκείνη του άλλοτε αποστολικού κέντρου της Καισαρείας και προς τούτο του ανατέθηκε και η «Εξαρχία του Τοποτηρητή του Θρόνου Καισαρείας της Καππαδοκίας». Μερικές από τις Μικρασιατικές Μητροπόλεις ήταν υποχρεωμένες να αγοράζουν με τον «κεφαλικό φόρο» την θρησκευτική ελευθερία τους (χαράτσι)! Ίσως απ' αυτό παρατηρούμε επισκέψεις ευχαριστιών προς τους ορθοδόξους της περιοχής αυτής υπό των Πατριαρχών Κων/πόλεως Ιερεμία Β΄ και του Κύριλλου Λούκαρη, του Αλεξανδρείας Μελετίου Πηγά και των Ιεροσολύμων Δοσίθεου και Χρύσανθου και του Αντιοχείας Ιωακείμ Στ΄. Στις επισκέψεις των Πατριαρχών εκείνων οφείλεται και η ανάπτυξη της εθνικής συνειδήσεως και της γλώσσης τους στους ελληνικούς και ρουμανογενείς πληθυσμούς της Παραδουνάβιας αυτής χώρας, για να αποκρούσουν την ξένη θρησκευτική προπαγάνδα, η οποία σοβαρά απείλησε να εμπεδωθεί στην ορθόδοξη Ρουμανία. Το 1811 η Ρωσία προσάρτησε στην αυτοκρατορία της την Βεσσαραβία κατοικούμενη υπό των Μολδαβών που εκκλησιαστικά υπαγόταν στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στην Μητρόπολη Μολδοβλαχίας. Αυτή η εκκλησιαστική επαρχία ήταν πολυπληθής γιατί περιλάμβανε 1.400.000 ψυχές που προσεύχονταν στην μητρική τους γλώσσα κατά το ορθόδοξο πνεύμα της Κων/πόλεως.1 Η Ρωσική Σύνοδος της Πετρουπόλεως, για να τους αφομοιώσει πολιτικά, τους επέβαλε την τέλεση όλων των ιεροπραξιών στη ρωσική γλώσσα και προς τούτο δεν τους έστελνε επισκόπους ομόφυλους, αλλά μόνον Ρώσους, όπως έπραττε και στην Εκκλησία της Γεωργίας την ίδια εποχή εφαρμόζοντας σχέδιο βίαιου εκρωσισμού των αρχαίων χριστιανικών λαών που άρχισαν να ευαγγελίζονται πολύ πριν την δεύτερη χιλιετία της Χριστιανοσύνης από τις ελληνικές Μητροπόλεις της Κριμαίας του Οικουμενικού Θρόνου!
Στο Συνέδριο των Παρισίων (1856), η Βλαχία και η Μολδαβία (στην οποία προσαρτήθηκε η περιοχή της Βεσσαραβίας) αναγνωρίστηκαν ως αυτόνομα πριγκιπάτα και το 1862 τα δύο αυτά πριγκιπάτα ενώθηκαν σε ένα κράτος με το όνομα Ρουμανία. Το 1885 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Δ΄ ανεγνώρισε την ανεξάρτητη (αυτοκέφαλη) διοίκηση στην Εκκλησία της Ρουμανίας. Έκτοτε η Εκκλησία αυτή υποστήριξε σθεναρά τα δίκαια και τα προνόμια του Οικουμενικού Θρόνου, ιδίως κατά την συζήτηση του «Πατριαρχικού ζητήματος» στην «Συνθήκη της Λωζάνης» το 1923.
Όμως την 4η Φεβρουάριου του 1925 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βασίλειος Γ΄, ασκών το κανονικό του δικαίωμα ως ο «Πρώτος» στη καθορισμένη από τον 4ον αιώνα Δικαιοδοσία της Νέας Ρώμης-Κων/πόλεως, ανυψώνει τον μητροπολίτην Βουκουρεστίου Μύρωνα Κριστέα στην «πατριαρχική τιμή». Η παράδοση από Πατριαρχική Αντιπροσωπεία του Τόμου της πατριαρχίας στο Βουκουρέστι τιμήθηκε από το Ρουμανικό κράτος με ύπατες τιμές πράξεως αρχηγού κράτους κατά τα διεθνώς κρατούντα και αυτό είναι απόλυτα συνεπές προς τις θέσεις της Ρουμανικής Αντιπροσωπείας κατά τις συζητήσεις της Συνθήκης της Λωζάνης, ότι δηλαδή το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι παγκόσμιος ιερός θεσμός της Ορθοδοξίας. Εξ αυτού και όταν ο πατριάρχης Μελέτιος Δ΄ για να αντιμετωπίσει τις νεοφανείς κακοδοξίες του λεγόμενου «Πανρωσικοὐ Συνεδρίου» του Απριλίου και Μαΐου του 1923 στη Μόσχα, συγκάλεσε τον Μάϊο του 1923 στο Φανάρι το «Διορθόδοξο Συνέδριο» το επίσημο περιοδικό του Ρουμανικού Πατριαρχείου χαιρέτησε την πρωτοβουλία αυτή ως «Το Μέγα βήμα προς την αλληλεγγύην εν τη Ορθοδοξία» και πως συμφωνεί για τη στενότερη προσέγγιση προς επίλυση των διαφόρων χρονιζόντων θεμάτων. Ιδίως όσων Εκκλησιών έλαβαν κανονικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο την αυτοδιοίκησή τους προς υπέρβαση των διχαστικών και ετερόδοξων σκιρτημάτων που εμφανίστηκαν στη Ρωσία λόγω της Επαναστάσεως και επεκτάθηκαν και στη Ρουμανία το 1922. Τότε το Βουκουρέστι απέστειλε Αντιπροσωπεία από τον Κινσνοβίου Μολδοβλαχίας Αναστάσιο και τον Αρχιμ. Ιούλιο Σκρίμπαν και τον άρχοντα Νομοφύλακα της Μ.Τ.Χ.Ε. καθηγητή της Εκκλ. Ιστορίας Δραγογήρο Δημητριέσκου. Αυτός αποκάλυψε σχέδιο του θεματολόγιου που συντάχθηκε με τη συνεργασία των Καθηγητών των Θεολογικών Σχολών Αθηνών, Βελιγραδίου, Βουκουρεστίου και Σόφιας, όπου και δεν υφίσταται ουδεμία νύξη αμφισβητήσεως της ασκήσεως σε τοπική Εκκλησία της αυτοκεφαλίας υπό του μόνου του Οικουμενικού Πατριάρχη ως «Πρώτου» του κλίματος της Κων/πόλεως. Ως δε προς τη θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Ρουμανικό κράτος, μεγάλως συνετέλεσε το κύρος του Πατριάρχη Μύρωνα και η ένθερμη συμπαράσταση στη Γερουσία του περίφημου βυζαντινολόγου καθηγητή Ν. Γιόργκα, ο οποίος το 1937 μας παρέδωσε το περίφημο πεντάτομο έργο του: «Η Ιστορία των Ρουμάνων και της Ρουμανίας στην Ανατολή»3.

Ο Πατριάρχης Ρουμανίας Μύρων και η συνοδεία του στο βήμα του Αποστόλου Παύλου στον Άρειο Πάγο των Αθηνών

Από τη Τρανσυλβανία της Ρουμανίας προέρχεται ο Μύρων Κριστέα4 που εκλέγεται επίσκοπος Καρανσεμπές το 1908 και ασκεί με ζήλο όλη την ποιμαντική και πατριωτική δραστηριότητά του. Από το μεγάλο Πανρουμανικό Κληρικολαϊκό Συνέδριο στις 31 Δεκεμβρίου 1919 αυτός εκλέγεται σχεδόν παμψηφεί ως μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας και πριμάτος πάσης Ρουμανίας. Η παρουσία του κατά την περίοδο αναδιοργανώσεως του ρουμανικού κράτους ήταν μεγάλο ευτύχημα για την τοπική Εκκλησία. γιατί έκανε απόλυτα σεβαστά τα εκκλησιαστικά δίκαια των Ορθοδόξων στην ρουμανική κυβέρνηση. Αυτό έλαβε θετική τροπή οταν τέθηκε ως θεσμικός εκπρόσωπος της Εκκλησίας στη Γερουσία του έθνους του και με τα συνεχή υπομνήματά του πέτυχε την αυτονομία των Ορθοδόξων της Ρουμανίας ως της «κυριάρχου» ποίμνης του 87%, έναντι των ετεροδόξων Ρωμαιοκαθολικών Ελληνορρύθμων Ρουμάνων (Ουνιτών), που επιδίωκαν την πλήρη «ισοτιμία» με τους Ορθοδόξους.
Ο Πατριάρχης Βασίλειος Γ΄ ήταν βαθύς γνώστης των εκ παλαιού σχέσεων του Φαναρίου μετά του ρουμανικού λαού, ως εκ τούτου μία των πρώτων αποφάσεων της πατριαρχίας του ήταν η ανύψωση το 1925 του πριμάτου Μύρωνα Κριστέα στα Δίπτυχα της Ορθοδοξίας ως έβδομου Πατριάρχη. Μάλιστα, για να επιδώσει τον σχετικό Τόμο σε επίσημη τελετή παρουσία του βασιλέως της Ρουμανίας Καρόλου Α΄, μετέβη πατριαρχική αντιπροσωπεία στο Βουκουρέστι, αποτελούμενη από τους μητροπολίτες Χαλκηδόνος Ιωακείμ, Δέρκων Φώτιο και Σάρδεων Γερμανό. Κατ’ αυτήν η πράξη του Κων/πόλεως τιμήθηκε ως αρχηγού ιερού θεσμού ισάξιου προς εκείνον του κράτους κατά τα διεθνώς κρατούντα. Το γεγονός αυτό ανέτρεπε τους ισχυρισμούς της Άγκυρας στη Λωζάνη, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί θεσμό μεταφερόμενο εκεί όπου πηγαίνει και ο λαός του, όπως συμβαίνει με την Χαλιφεία!
Ο πατριάρχης Μύρων τότε εξέφρασε την επιθυμία προσεχώς να μεταβεί ο ίδιος στο Φανάρι, για να ευχαριστήσει τον Πατριάρχη και την Ιερά Σύνοδό του, εκδηλώνοντας την ένθερμη συνηγορία του για την διορθόδοξη συνεργασία και την ταχύτερη προετοιμασία της συγκλήσεως της μελετώμενης Συνόδου. Για να πραγματοποιήσει αυτή την επιθυμία του ξεκίνησε από την Κωνστάντσα με το ατμόπλοιο «Δεκία» και ήλθε τη Δευτέρα 23η Μαΐου 1927 στην Κων/πολη, συνοδευόμενος από εξαμελή συνοδεία: από τον επίσκοπο-βικάριό του Τίτο Σεμένδρεα, τον πρώην υπουργό Αυρήλιο Κοσμά, τον γερουσιαστή Ιγνάτιο Μίρτσεα, τον Γενικό Γραμματέα Θρησκευμάτων Στάγκο Μπραντιστεάνο, τον ιδιαίτερο γραμματέα του Γρηγόριο Αντάλ και τον Έλληνα εφημέριο Βουκουρεστίου Τιμόθεο Ευαγγελινίδη 5.

Στο Φανάρι έγινε η επίσημη υποδοχή προκαθημένου κατά το πρωτόκολλο με δοξολογία που έψαλλε κατά το αρχαιοπρεπές ύφος ο τότε διάσημος πρωτοψάλτης Ιάκωβος Ναυπλιώτης. Στο Μεγάλο Συνοδικό τον πατριάρχη Μύρωνα ανέμενε ο γηραιός και σοφός Πατριάρχης Βασίλειος Γ΄ περιστοιχούμενος από 11 συνοδικούς αρχιερείς του. Προσφωνών τον Πατριάρχη Βασίλειο Γ΄ ο Ρουμάνος Πατριάρχης εξέφρασε τον παιδιόθεν πόθο του να φθάσει στο κέντρο της Μητρός Εκκλησίας, για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του ιδίου και των 16 εκατομμυρίων Ορθοδόξων της Ρουμανίας για την απονομή της πατριαρχικής αξίας στην Εκκλησία του και πρόσθεσε: «Τα γεγονότα που συνετάραξαν πρόσφατα την ζωή στην Ευρώπη επιβάλλουν επιτακτικά τον απόλυτα στενότερον δεσμόν, την στενότερη συνεννόηση και συνεργασία, πασών των ορθοδόξων Εκκλησιών μετά του Κέντρου τούτου προς επίλυση δια κοινής ενεργείας των μεγάλων ζητημάτων, των επειγόντων προβλημάτων που απασχολούν ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, των οποίων η διευθέτηση παρίσταται επείγουσα όσο πανταχόθεν τα αντίξοα ρεύματα απειλούν να βυθίσουν το σκάφος της Εκκλησίας». Ο Πατριάρχης Βασίλειος Γ ανταπαντών αναφέρθηκε στην εξαιρετική εντύπωση που απεκόμισαν οι αποσταλέντες πατριαρχικοί αντιπρόσωποι περί της ακμής και της ευπραγίας της Εκκλησίας στη Ρουμανία για την επίδοση του Τόμου της Πατριαρχίας στην πεφιλημένη θυγατέρα. Στο τέλος, ο Πατριάρχης Μύρων ασπάσθηκε την χείρα του πολιού πατριάρχου Βασιλείου Γ΄ και αντήλλαξε μετ' αυτού τον αδελφικόν ασπασμόν, δείγμα του βαθύτατου σεβασμού προς τον «Πρώτον» Ιεράρχην της κατ’ Ανατολάς Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης Βασίλειος Γ΄ στεκόταν μεν συγκινημένος, αλλά πολλά πικραμένος, τόσον από Τούρκους, με τα συμβάντα στον Γρηγόριο Ζ΄ και στον Κωνσταντίνο Στ΄, όσον και από τα συμβαίνοντα τότε στην Ελλάδα από ελλαδικούς ιεράρχες, που νόμισαν ότι μετά το 1922 το Οικουμενικό Πατριαρχείο χάθηκε για το Γένος και έφθασε η ώρα «διαμερισμού των ιματίων του»!
Μετα τους ασπασμούς έγιναν και οι εκατέρωθεν παρουσιάσεις και ακολούθησε η επίσημη τράπεζα με την παρουσία των δύο Πατριαρχών, των συνοδικών αρχιερέων και των μελών της ρουμανικής συνοδείας. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε μακρά σύσκεψη συνοδικών των δύο πλευρών επί διαφόρων εκκλησιαστικών ζητημάτων που κατάληξε πως πρέπει να δοθεί ευρύτερη συμμετοχή μελών κατά την «σύγκλιση της προπαρασκευαστικής επιτροπής» για την μελετώμενη Πανορθόδοξη Σύνοδο. Την επομένη, 24η Μαΐου, με ειδική ατμάκατο μετέβη ο Πατριάρχης Μύρων και η συνοδεία του στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στο φυτώριο αυτό της Εκκλησίας του Γένους μας, γενόμενος τιμητικά δεκτός από τον σχολάρχη Σταυρουπόλεως Ιωακείμ Πελεκάνο, τους μητροπολίτες Κυζίκου Καλλίνικο Δελικάνη και Ροδοπόλεως Κύριλλο και τους διδάσκοντες εκεί καθηγητές. Ο Πατριάρχης Μύρων μίλησε στο Συνοδικό προς τους τότε 52 ιεροσπουδαστές και τους προέτρεψε να εμπνέονται από το παρελθόν της Σχολής και της Μεγάλης Εκκλησίας που ανέδειξαν υπερμάχους της πίστεως και σοφούς ιερομύστες, εκ των οποίων τα παραδείγματα πρέπει να εμπνέονται οι σημερινοί μαθητεύοντες, για να αναδειχθούν άξιοι διδάσκαλοι και ιερείς στη διάδοση της ορθοδόξου μαρτυρίας και επισκέφθηκε την σπουδαία Βιβλιοθήκη της Σχολής και το απόγευμα. επέστρεψε με τιμητική συνοδεία στο Γαλατά και επιβιβάστηκε στο ατμόπλοιο «Δακία» και ανεχώρησε για την Ελλάδα.

Οι Πατριἀρχες Αλεξανδρείας Μελέτιος Β΄και Ρουμανίας Μύρων στο ρουμανικό πλοίο «Δακία» στον λιμένα της Αλεξανδρείας

Έφθασε στον Πειραιά την 25η Μαΐου και τον υποδέχθηκαν εκ μέρους της Εκκλησίας, ο Κεφαλληνίας Δαμασκηνός και εκ της Πολιτείας ο καθηγητής Γρηγόριος Παπαμιχαήλ. Ύστερα ανήλθε στην Αθήνα, όπου ο κλήρος, οι Ριζαρίτες και πλήθος λαού τον υποδέχθηκαν θερμότατα. Στις πύλες του μητροπολιτικού ναού των Αθηνών τον ανέμενε ο Αθηνών Χρυσόστομος με τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και τελέσθηκε δοξολογία μετά την οποία αντηλλάγησαν εγκάρδιες προσφωνήσεις. Ο Αθηνών, γνωρίζοντας τις θέσεις του Πατριάρχη Μύρωνα, τόνισε «ως επιτακτική την ανάγκη αμέσου και συνεχούς επικοινωνίας μεταξύ των Ορθοδόξων, για την εξέταση και επίλυση των εκκλησιαστικών ζητημάτων υπό πάσης της Εκκλησίας, παρά τας δυσμενέστατες περιστάσεις που διέρχεται η πνευματική κορυφή της Μητρός Εκκλησίας».

Σε αυτά απήντησε ο Ρουμάνος Πατριάρχης και τόνισε ότι συμφωνεί με τον αρχιεπίσκοπο πως οι κατά τόπους Εκκλησίες πρέπει «να συνασπισθούν περί το Οικουμενικόν Πατριαρχείον» που όλοι οι Ορθόδοξοι θεωρούν ηγετικό θεσμό και συνέχισε: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να συγκληθεί πανορθόδοξο συνέδριο, το οποίον χωρίς βεβαίως να θίξει τα εσωτερικά ζητήματα των αυτοκεφάλων Εκκλησιών, να μελετήσει τους όρους και τις συνθήκες υπό τις οποίας καλείται σήμερα να δράσει πλέον η Εκκλησία μας». Ο Πατριάρχης Μύρων κατέλυσε σε διαμέρισμα της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και από εκεί μετά του αρχιεπισκόπου Αθηνών πραγματοποίησε σειρά επισήμων επισκέψεων στον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Μετά ξεναγήθηκε στον Άρειο Πάγο και στους λοιπούς αρχαιολογικούς τόπους και τα Μουσεία της πόλεως των Αθηνών και ανεχώρησε για την Αλεξάνδρεια με "αυτοκρατορικές τιμές από τους Έλληνες", όπως δήλωσε μετά στους δημοσιογράφους ο Πατριάρχης Μύρων.
Ο τότε πατριάρχης Αλεξανδρείας Μελέτιος Β΄ ο Μεταξάκης, υποδέχθηκε με μεγάλη εγκαρδιότητα και ασπασμούς τον Πατριάρχη Μύρωνα στο μέσο του μεγαλώνυμου ναού του Ευαγγελισμού της Αλεξάνδρειας. Στη προσφώνησή του αναφέρθηκε στους κάποτε στενούς δεσμούς των παλαίφατων Πατριαρχείων μετά των Ηγεμονιών των Παραδουνάβιων χωρών και ευχήθηκε κραταίωση των σχέσεων αυτών στις ημέρες της πατριαρχίας του. Αντιφωνών ο Πατριάρχης Μύρων είπε ότι: ήθελε από χρόνια να γνωρίσει τον Πατριάρχη Μελέτιο που έχει φήμη μεγάλου Πατριάρχη, πλήρους δυναμικής ενέργειας, που έχει υπερβεί τα όρια της πατρίδος του και του οποίου τας αρχάς ασπάζεται. "Επιθυμία μου είναι οι ορθόδοξες Εκκλησίες που ευρίσκονται απομονωμένες να συνασπιστούν και πάλιν καθιστάμεναι η μία ενιαία Εκκλησία του Χριστού. Ας συγκεντρωθούμε λοιπόν το ταχύτερον και ας συνεννοηθούμε, αφού η Εκκλησία είναι Μία". Ο Πατριάρχης Μύρων σε συνέντευξή του στον «Ταχυδρόμο» της Αλεξάνδρειας πρότεινε τη στήριξη και ενίσχυση του Οικουμενικού Θρόνου με την συγκρότηση μιας επί πλέον αντιπροσωπευτικής Συνόδου των Ορθοδόξων, που θα ασχολείται με τα γενικότερα ζητήματα της Εκκλησίας, όπως είναι το ζήτημα του Ημερολογίου για το οποίο στη Ρουμανία δεν υφίσταται ζήτημα, αφού η διόρθωση προσεγγίζει καλύτερα την εφαρμογή των αποφάσεων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, για να αποδείξουμε ότι η Ορθοδοξία πέραν της τοπικής αυτοδιοικήσεως κατά κράτη είναι η μία και αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού.Την Κυριακή λειτούργησε και μίλησε προς το εκκλησίασμα ρουμανιστί στον καθεδρικό ναό του Αγίου Σάββα παρουσία του πατριάρχου Μελετίου μεθερμηνεύοντος του συνοδού του αρχιμ. Τιμοθέου Ευαγγελινίδη και το απόγευμα μετέβη σιδηροδρμικώς στο Κάϊρο και από εκεί μέσω της Καντάρας συνέχισε με νυκτερινό δωδεκάωρο ταξίδι την μετάβαση του στους Αγίους Τόπους Στη Λύδδα έφθασε τη 30η Μαΐου 1928 και από εκεί μετέβη πάλι σιδηροδρομικώς στην ιερά πόλη των Ιεροσολύμων, γενόμενος επίσημα δεκτός από εκπροσώπους του πατριάρχη Δαμιανού και της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας και τις αρχές του τόπου. Επίσημη υποδοχή με μεγάλη «Παρρησία» έγινε στον πάνσεπτο ναό της Αναστάσεως, όπου και οδηγήθηκε προ του Παναγίου Τάφου. Εκεί αντηλλάγησαν οι εκατέρωθεν εγκάρδιες προσφωνήσεις των δύο Πατριαρχών και ο πατριάρχης Μύρων ανέγνωσε το Ευαγγέλιο του Μ. Σαββάτου και εκφωνών το «Δόξα τη Αγία» έψαλε το «Χριστός Ανέστη» και προσκύνησε τον Πανάγιο Τάφο. Στη συνέχεια, μετά του πατριάρχου Δαμιανού μετέβη στο Καθολικό της Αναστάσεως, όπου εψάλη δοξολογία. Το απόγευμα επεσκέφθη τη Βασιλική της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ και στη συνέχεια τα λοιπά προσκυνήματα μέχρι τις 4 Ιουνίου. Από την Λύδδα επέστρεψε στο Κάϊρο σιδηροδρομικώς, όπου συνάντησε τον αρχιεπίσκοπο Σιναίου Πορφύριο Παυλίνο, και από εκεί μετέβη στον λιμένα της Αλεξάνδρειας, απ' όπου επανέκαμψε στα ίδια την Κυριακή 12 Ιουνίου 1927.
Ο Πατριάρχης Μύρων, κατά τις επαφές του μετά των Πατριαρχών, των ιεραρχών και των θεολόγων που επεσκέφθη μετάγγισε το φωτεινό πνεύμα του και τη συμφωνία με αυτό των θεολογικών κύκλων του Βουκουρεστίου στις κατά τόπους Εκκλησίες που επισκέφθηκε συνετέλεσε στην αναζωπύρωση του διορθοδόξου αιτήματος μελέτης και επιλύσεως των χρονιζόντων ζητημάτων για την εύρυθμη λειτουργίας της Εκκλησίας. Οι Ρουμάνοι δεν λησμονούν ότι εκ του Οικουμενικού Πατριαρχείου έλαβαν την εκκλησιολογική τους υπόσταση, καθώς και όλες οι θυγατέρες Εκκλησίες του στην Ανατολική Ευρώπη, όπως αποδέχεται το σύνολον της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Εξαίρεση αποτελεί η κατά παράταξη επί τέσσερις αιώνες τακτική φατριασμού της ρωσικής πατριαρχίας, η οποία προκειμένου να υπονομεύσει το ιεροκανονικό κύρος του Οικουμενικού Θρόνου, παρασύρει στον σχισματικόν όλεθρον και τους ωνυτέους ακολούθους της. Το ίδιο έπραξε τον 19ον αιώνα με το «Βουλγαρικό ζήτημα» καταστρέφοντας την ελληνικήν παλαίφατον κληρονομίαν των Συρορθοδόξων Αντιοχειανών!
Κατά τις διεξαχθείσες συνομιλίες διαπιστώθηκε ότι αυτό που επιδίωξε έμπρακτα ο πατριάρχης Μελέτιος με το Συνέδριο της Κων/πόλεως το 1923, εν μέσω τόσης περιδινήσεως από τους ανθρώπους της Άγκυρας πρέπει να συνεχιστεί, για να επαναβεβαιωθεί η εκκλησιολογική ενότητα των Ορθοδόξων και η πανορθόδοξη στήριξή του στο τόπο της προαιώνιας συστάσεώς του, ως Πρωτόθρονου θεσμού της Ορθοδόξου Εκκλησίας, με την προκαταρκτική Διάσκεψη που συνέβη μετά τριετία στην Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους.
 Α.Π. 
______________________________
1. Έντυπη Επιστολή ευσεβούς Ρώσου προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχη Κωνσταντίνον Ε΄. Εν Αθήναις 1899 σελ 15-16, επιστολή που μάλλον είναι του Καθηγητού και ιστορικού Ιβάν Σοκολόφ.
2. Περ. «Εκκλ. Αλήθεια»,Κπ. 1923 σσ. 79.
3. N. Jorga. Histoire des Roumains et de la Roumanite orientale. Boucourest 1937.
4. Θ.Η.Ε. τ. Θ΄. στηλ.220-221
5. Αρχιμ. Τιμόθεος Ευαγγελινίδης. Ο Πατριάρχης και Αντιβασιλεύς Ρουμανίας Δόκτωρ Μύρων Κριστέα και το ταξίδιον αυτού εις τους Αγίους Τόπους. Εκ Βουκουρεστίου 1928. σ.σ. 64.
6. Η μελέτη των επίσημων πρακτικών της Ιεράς Συνόδου των Αθηνών της 11ης μέχρι της 15ης Νοεμβρίου 1926 αποκαλύπτει όλο το ασεβέστατο, παράνομο και αντικανονικό παρασκήνιο των ενεργειών για να αποτραπεί η επιψήφιση των νομοσχεδίων της Γνωμοδοτικής Επιτροπής της Συντακτικής Εθνοσυνελεύσεως του 1924 από την Βουλή. Η μεθοδευμένη αυτή «ύβρις» νομοθετήθηκε τότε με τον προηγηθέντα νόμον 3615/1928 και ο Πατριαρχικός και Συνοδικός Τόμος του 1928 νομικά επικυρώθηκε μετά εξηκονταετία (1928-1977).

Loading

Σχολιάζοντας τις  ανάδελφες αθλιότητες των Μοσχοβιτών-Η «Περεστρόϊκα» και η εν Ρωσία Εκκλησία

Σχολιάζοντας τις  ανάδελφες αθλιότητες των Μοσχοβιτών.  

                 Η «Περεστρόϊκα» και η εν Ρωσία Εκκλησία

 

                                                               

Πράκτορας της ΚGΒ, την ημέρα των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου 1991,
ανάβει κερί και μυστικά προσεύχεται.

                Είναι άξιο παρατηρήσεως ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη στην Εκκλησία της Ρωσίας όταν έπαυσε να υπάρχει το  τσαρικό καθεστώς (1917) που μεταχειριζόταν την Εκκλησία ως εργαλείο της διπλωματίας του για την προώθηση των κρατικών συμφερόντων του.  Ο έντονος παρεμβατισμός της διπλωματίας του τσάρου στα της Εκκλησίας παράδοξα καταπραΰνθηκε και σταμάτησε  η προώθηση  της πλάνης του «Εθνοφυλετισμού» στις Διορθόδοξες σχέσεις. Όταν σταμάτησαν οι τσαρικές χρηματοδοτήσεις έπαυσαν και οι αντικανονικές αταξίες των Ρώσων που στα μέσα του 19ουαιωνα τάραξαν την ενότητα της κατ’ Ανατολάς Εκκλησία.  Το παλαίφατο Πατριαρχείο της Αντιόχειας που είχε καταληφθεί με εθνικιστικά επιχειρήματα από αραβόφωνους αρχιερείς  με την παρέμβαση και του Ρωσικού Στόλου (!) μετά την επί χρόνια  απομόνωσή του φυσιολογικά  επανήλθε στην Ορθόδοξη κοινωνία και την πατριαρχική εκλογή στη Δαμασκό από αρχιερείς που δεν παρασύρθηκαν  από τις φαντασιοπληξίες  περί της «Τρίτης Ρώμης», ούτε και εξαγοράσθηκε η συνειδήσεως τους και τούτο διότι είχαν μαθητεύσει, αν και αραβόφωνοι,  στην ελληνικής παιδείας εκ της  Μεγάλης του Γένους Σχολής και στα εκκλησιαστικά γράμματα στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπως ήταν εκ παλαιού οι Πατριάρχες της «Θεουπόλεως»της Αντιοχείας Αλέξανδρος, Θεοδόσιος και Ηλίας, τους δύο τελευταίους είχα γνωρίσει προσωπικά και οι οποίοι πάλιν κατέστησαν το Πατριαρχείον τους «Αθήνας της Ανατολής» μέχρι το  1979, όταν και πάλι ενέσκηψαν στην  Συρία οι εκ Ρωσίας συνεχιστές της διχαστικής πλάνης του περιλάλητου πανσλαβιστή Πορφύριου Ουσπένσκυ.

            Όμως οι διαχειριστές της ζωής εκατομμυρίων πολιτών στη Ρωσία υπερέβησαν τα όρια του Σοβιετικού Σατραπισμού τους και έφθασαν το 1985  στα πρόθυρα της  αυτοκαταστροφής. Το αδιέξοδο της σοσιαλιστικής περιπέτειας έφθασε στο τέλος του μετά μία  εξηκονταετία εφαρμογής του  (1924-1985)και για να  αποφευχθεί η κατάρρευσή του ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και τους συνεργάτες του αποφάσισαν να περισώσουν ότι μπορούσαν από τον λεγόμενο  «Υπαρκτό Σοσιαλισμό» με μία νέα πολιτική που την απεκάλεσαν της Ανασυγκροτήσεως (Περεστρόϊκας) και της  Διαφάνειας (Γκλάσνοστ) μήπως τερματιστεί η περίοδος της οικονομικής στασιμότητας και καχεξίας. Για να συμβεί αυτό χρειαζόταν  να εκδημοκρατιστεί η διακυβέρνηση στην Ρωσία για να σταματήσουν τα μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό του κράτους και για να τιθασευτεί ο πληθωρισμός που επέφερε  ελλείψεις αγαθών στις αγορές που εγκυμονούσαν μεγάλους κοινωνικούς τριγμούς και αναταραχές.  Οι λαοί των περιθωρίων της σοβιετικής επικράτειας με τα νέα ηλεκτρονικά μέσα έβλεπαν τη ζωή  των μη σοσιαλιστικών εθνών στην Ευρώπη και διεκδικούσαν αποδέσμευση από την οικονομική δεσποτεία της κάστας του Κρεμλίνου και διεκδικούσαν την ελευθερία και αυτονομία τους και σεβασμό  στα εθνικά τους δίκαια. Οι Βαλτικές χώρες και οι λοιπές της Ανατολικής Ευρώπης  ταλαιπωρήθηκαν από τους Σοβιετικούς και μετά τον Β  Παγκόσμιο Πόλεμο και σύμφωνα με τις νέες   «Συνθήκες» ανέκτησαν την εθνική ανεξαρτησία τους ως κράτη της Ευρώπης.

Η «περίοδος»  καταπατήσεως της ελευθερίας της συνειδήσεως και των θρησκευτικών καταπιέσεων εγκαταλήφθηκε πλέον  και η συνάντηση του πατριάρχη Μόσχας Ποιμένα (1971-1990) και της Ιεράς Συνόδου το 1988 με τον τότε Γενικό Γραμματέα του κόμματος  Μιχαήλ Γκορμπαστώφ συνετέλεσε ώστε να συμφωνηθεί η νέα γραμμή στις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας. Εξ αυτής της επαφής ο Επίτροπος της κυβερνήσεως του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ «επί των θρησκευτικών υποθέσεων» σύντροφος Κωνστ. Χάρτσεφ συνεκάλεσε σε σύσκεψη πολλούς θεωρητικούς παράγοντες  του σοβιετικού καθεστώτος και ακαδημαϊκούς  επιστήμονες που εισηγήθηκαν μια νέα «φιλοσοφική» αντίληψη  επί του « θέματος της Θρησκείας» δεδομένου ότι η πολυδάπανη και έντονη αθεϊστική προπαγάνδα 1917-1987 ουδέν απέδωσε. Αυτό αποδείχθηκε και στατιστικά αφού στο σύνολον των 115 εκατομμυρίων των σοβιετικών πολιτών οι θρησκευόμενοι  δεν είναι  το 20%,   αλλά το 70 %  που δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί.  Το 1914 στη Ρωσία υπήρχαν 73 εκκλησιαστικές επαρχίες με μητροπολίτες, αρχιεπισκόπους αι επισκόπους και το 1939 είχαν παραμείνει φανεροί λόγω των διωγμών μόνον 7 «εν ενεργεία» ιεράρχες.1 ενώ μετά τον Β΄  Παγκόσμιο Πόλεμο  το 1980 εμφανίζονται εντός και εκτός της Σοβιετικής επικρατείας 78 αρχιερείς ανήκοντες στην   ρωσική Ιεραρχία! Στην υπό ελέγχον του κράτους από το 1943 Ορθόδοξον Εκκλησία της Ρωσίας  κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο πολίτες απέρχονται της ζωής με την ιεροτελεστία της κηδείας στους υπάρχοντες ναούς κάθε Σάββατο. Χιλιάδες γάμοι γίνονται ομαδικά στις Εκκλησίες και πολλές χιλιάδες βαπτίσεων διεξάγονται φανερά και μυστικά  προς συνεχή  ανανέωση του εκκλησιαστικού σώματος.

Η σύσκεψη που συγκάλεσε ο Κ. Χόρτσεφ έδωσε συμπεράσματα και αυτά τελικά αποκρυσταλλώθηκε από τον διάδοχος του Γκορμπατσόφ Μπόρις Γέλτσιν το 1997 σε νόμο, όπου το σοσιαλιστικό κράτος αναγνώριζε τον εθνικό ρόλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στη ζωή της ρωσικής επικράτειας, αλλά και στην εξέλιξη του πολιτισμού αυτής της χώρας. Η νέα μορφή της πολιτικής οντότητας δεν μπορούσε  να αγνοήσει το ένστικτο της ελευθερίας της υπάρξεως που είναι   συνυφασμένο σε κάθε ζωντανό οργανισμό.  Η αναθεώρηση της περί Εκκλησίας στάσεως του καθεστώτος άρχισε από την εξέταση του Διατάγματος του Λένιν περί χωρισμού του Κράτους από την Εκκλησία και επεκτάθηκε  στον Σταλινικό νόμο του 1929 που θεσπίστηκε εν μέσω των διωγμών Τότε το κόμμα για να απομονώσει την Εκκλησία από την κοινωνική ζωή του ρωσικού λαού αρνήθηκε κάθε  δικαίωμα «νομικού προσώπου» και κατέστησε από νομικής πλευράς κάθε εκκλησιαστικό τέλεσμα  ανίσχυρο κατά τους νόμους του κράτους.  Επομένως, η προκατάληψη του κόμματος για την Εκκλησία την ανάγκασε να αποκρύπτει την εσωτερική ζωή της και το κόμμα προοδευτικά έχασε κάθε έλεγχο επί του Κλήρου και των θρησκευόμενων πολιτών..  Και τούτο παρ’ ότι η Πολιτεία  πρέπει να γνωρίζει την ζωή του κάθε πολίτη σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής του.    Η «περί Εκκλησίας» νομοθεσία πάλιωσε σημαντικά και στερεί την πληροφόρηση του κράτους για τα συμβαίνοντα θρησκευτικά γεγονότα που συμβαίνουν στην Ρωσία όπου υπάρχουν συνολικά 57 Ομολογίες οι οποίες  δικτυώνονται μέσα σε  15.000 νόμιμα λειτουργούντα σωματεία  τα πλείστα των οποίων δέχονται χρηματοδοτήσεις και έξωθεν κατευθύνσεις  για τις δραστηριότητές τους   Στην υπό έλεγχον από το 1943 Ορθόδοξον Εκκλησία της Ρωσίας  κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο πολίτες απέρχονται της ζωής με την ιεροτελεστία της κηδείας στους υπάρχοντες ναούς κάθε Σάββατο. Χιλιάδες γάμοι γίνονται ομαδικά στις Εκκλησίες και πολλές χιλιάδες βαπτίσεων διεξάγονται φανερά και μυστικά προς συνεχή  ανανέωση του εκκλησιαστικού σώματος.

Στις 17 Μαρτίου 1991 διεξάγεται το πρώτο ελεύθερο Δημοψήφισμα για την πολιτειακή μεταβολή των Κρατών της  Σοβιετικής Ενώσεως  σε μία Ομοσπονδιακή μορφή Πολιτειών και προκύπτει απόφαση με μεγάλη πλειονοψηφία. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους εκλέγεται άμεσα και ο πρώτος εκλεγμένος Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μπόρις Γιέλτσιν. Όμως  οι   δύστροποι κομμουνιστές επιχειρούν τον Αύγουστο πραξικόπημα που αμέσως καταστέλλεται και το Κ.Κ.Σοβιετικής Ενώσεως διαλύεται και στις 25 Δεκεμβρίου 1991,  ημέρα των  Χριστουγέννων,  εγκαθιδρύεται η νέα «Ρωσική Ομοσπονδία» που περιλαμβάνει 15 νέα πρώην σοβιετικά  κράτη.

Κατά την αλλαγή μορφής του πολιτειακού συστήματος στη Ρωσία τα έθνη που συνωθούντο με τη βία μέσα στην  σοβιετική επικράτεια έδραξαν την ευκαιρία να απαλλαγούν από την απόλυτη κυριαρχία του Κρεμλίνου και  έδωσαν προβάδισμα στην ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία.  Όμως αυτή είναι συνυφασμένη με την «ύπαρξη» κάθε ζωντανού οργανισμού προκειμένου να κινητοποιηθεί και να αναπτύξει τις δυνατότητές του  μέσα στην κοινωνία,  ώστε να  συντελεστεί η αναδημιουργία στην κοινωνία της πατρίδας.                Έτσι επιδίωξαν την ελευθερία τους πρώτες οι Βαλτικές Εκκλησίες, που επουλώθηκαν πάλι  στη Μόσχα το 1945 μετά τον Β  Παγκόσμιο Πόλεμο.  Η Μόσχα το 1961 για να φιλοτιμήσει τους Εσθονούς κατέστησε επίσκοπο Ταλλίνης τον  Εσθονό τευτονικής καταγωγής Αλέξιο Ρίντιγκερ μετατεθέντα μετά τον θάνατο του Λένινγκραντ Νικοδήμου στο Βατικανό το 1986 σε μητροπολίτη της Αγίας Πετρουπόλεως και το 1990 σε πατριάρχη Μόσχας μέχρι το 2008. Ο Αλέξιος Β΄ διετέλεσε μεταβατικός  πατριάρχης  μάλλον προς   εξόντωση του φιλόδοξου  Κιέβου Φιλάρετους Ντενισέκο, ιδίως όταν απέτυχε στην εκλογή του στον Μοσχόβιο θρόνο και στράφηκε αρχικά με όταν και αυτό απορρίφθηκε αυτοανακηρύχθηκε «Πατριάρχης Ουκρανούς» και αμέσως καθαιρέθηκε και αναθεματίστηκε για να καταλάβει  τον πατριαρχικό θρόνο της Μόσχας το 2008 μετά τον μυστηριώδη θάνατο του Αλεξίου Β΄ ο Κύριλλος Γκουντιάγιεφ, ο «ευλογημένος»  υπό της KGB ιδιαίτερος γραμματέας από το 1970 και βοηθός επίσκοπος του Νικοδήμου Ρότωφ γνωστός παρ’ ημίν  ως ο «φιλοκυδής» της φιλοπρωτίας. Τώρα ο από ηθικός αυτουργός της καταστάσεως στην Ουκρανία Μόσχας Κύριλλος, μαζί με τον παράφωνο μαέστρο του, υποδύονται τους κήνσορες  της «κανονικότητας» χωρίς ίχνος αρχιερατικής συνειδήσεως.

Το 1991 κατά την εφαρμογή της ανασυντάξεως της Ρωσικής επικράτειας σε κράτη  οι Ορθόδοξοι κληρικοί της Εσθονίας ζήτησαν την ανασύσταση της «Αυτονομίας» τους του 1923 και καθαιρέθηκαν από τη Μόσχα, γιατί έθιξαν την «Υπερόρια Δικαιοδοσία» που υπερβαίνει τα καθορισμένα   όριά της υπό των Μεγάλων Συνόδων της Κων/πόλεως του 1590 και του 1583 και δεν συμπίπτουν με την έκταση της σημερινής ρωσικής Ομοσπονδίας. Το κράτος της Εσθονίας ζήτησε κατά τις διεθνείς συνθήκες την τέλεια ανεξαρτησία από τη Μόσχα της τοπικής Εκκλησίας του για τον τερματισμό του διχαστικού  εκκλησιαστικού προβλήματος της χώρας. Η παράταση της εκκλησιαστικής εκκρεμότητος πάντα  κυοφορεί πολλούς πνευματικούς  κινδύνους και το Φανάρι απέστειλε ως τοποτηρητή στην Εσθονία τον από Ναζιανζού επίσκοπον Στέφανον Χαραλαμπίδη το 1997 ζήσαντα ως διακόνου του Ρηγίου Μελετίου  στις Βρυξέλλες το ιδεώδες της ενώσεως των ευρωπαϊκών κρατών.  Ο Τοποτηρητής Στέφανος επιμελήθηκε της εκκλησιαστικής  συγκροτήσεως σε σώμα της  τοπικής Εκκλησίας των Εσθονών  και το 1999 καταστάθηκε και ο κανονικός μητροπολίτης Ταλίνης και πάσης Εσθονίας. Αυτό το σημαντικό  γεγονός το ανεγνώρισαν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες,  χωρίς τον ρωσικό παρεμβατισμό της Μόσχας. Έκτοτε  η ρωσική πατριαρχία κατηγορηματικά απορρίπτει κάθε διοικητική ανεξαρτησία προηγηθείσης από την ίδια τοπικής Εκκλησίας, όπως της Ουκρανίας,της Μολδαβίας και της Λευκορωσίας αρνούμενη την αποδόμηση του Γιγαντισμού της.    Τότε αμέσως ενεργοποιείται ο ρουβλιωτικός εκμαυλισμός «των διψώντων χρήματα και δόξα» και οι εκβιαστικές «αποκαλύψεις» των «προσωπικών δεδομένων» των ανθιστάμενων.     Όμως η υπευθυνότητα  του αρχιεπισκόπου Κων/πόλεως δεν πολεμάται με παρόμοιες φθηνές εκδουλεύσεις  γιατί η άσκηση των καθηκόντων του πηγάζει   «άνωθεν και εκ παλαιού» κατά τον πατέρα της Εκκλ. Ιστορίας Καισαρείας Ευσέβιον,2 και οι ανάδελφοι εκβιασμοί μητραλοίων βαθύτερα στερεώνουν στις χείρες της  Αποστολικής Καθέδρας της Πόλεως του Κωνσταντίνου τις κλείδες της ενότητος της κατ’ Ανατολάς Χριστιανοσύνης.-

  1. Εκείθεν και το πρόβλημα περί των έγκυρων χειροτονιών κάθε διωκόμενης παρατάξεως που κατήλθε στις «κατακόμβες» για να διασωθεί και τώρα αυτό το καταχρώνται οι υποτακτικοί της Μόσχας, ωσάν να είναι αμόλυντοι ευθυνών!
  2. Ευσέβιος Καισαρείας: Migne P.G. τ. 21. στ.279.

Loading