ΜΕΘΕΟΡΤΟΝ  ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΘΡΟΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Η Α.Θ.Π. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με τον εκ παλαιου αρχοντα του Θρόνου στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. 2000.

Πολλές φορές η «Ιστορία», έγραφε ο γνωστός Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν, «έχει συσκοτισθεί από εχθρότητα, προκατάληψη και αμάθεια». Στις ημέρες μας επιδιώκεται κάτι το δαιμονικό και φρικτότερο:  να διαψευστεί ο λόγος του Κυρίου προς τον εκπρόσωπο του Καίσαρα Πιλάτο ότι: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου…  ουκ έστιν εντεύθεν… αλλά ίνα μαρτυρήσω την αλήθεια» (Ιω.ιθ΄36).

Στον ιερό θεσμό της Εκκλησίας η ευαγγελική αλήθεια απετέλεσε την πλέον τιμαλφή διαχρονική παρακαταθήκη. Η ευθύνη για τη στήριξη και διάδοση της αληθείας της πίστεως ανατέθηκε από τον Ιησού Χριστό στους μαθητές Του οι οποίοι και ενδεικτικά αναφέρονται από τον Απόστολο των Εθνών ως «στύλοι της πίστεως» της πρώτης  χριστιανικής γενεά,  δηλαδή ως οι αυθεντικοί υποστηρικτές και εκφραστές της εν Χριστώ Αποκαλύψεως. Αυτοί ήταν ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης.  Μετά το πρώιμο μαρτύριο Ιακώβου του Ζεβεδαίου (43-44 μ.Χ,) για τη θέση του ακριβούς γνώστη της ευαγγελικής αληθείας κλήθηκε στα Ιεροσόλυμα να καλύψει ο έτερος Ιάκωβος, ο λεγόμενος «Αδελφόθεος» ο οποίος  ήταν ο πρεσβύτερος γιός της οικογενείας του μνήστορα Ιωσήφ. Η εγκυρότητα της μαρτυρίας αυτών των  αυτοπτών και αυτήκοων Μαθητών του Ιησού  στήριξε την γενεά των πιστών και  μετά την Πεντηκοστή και  στερέωσε στην οικοδομή της Εκκλησίας  της Αγίας Σιών. Οι ιεροί αυτοί άνδρες κλήθηκαν με το ουσιαστικό «Στύλοι» ως οι πλέον γνήσιοι εκφραστές του βίου, της διδαχής, του μαρτυρίου και της  Αναστάσεως Κυρίου και ως οι αρμοδιότεροι είναι και οι πλέον κατάλληλοι για να βεβαιώσουν όλην την αλήθεια περί του Μυστηρίου Ιησού του Ναζωραίου.  Ο ίδιος  Απόστολος Παύλος όλο το διάστημα της παραμονής του στην Αγία Πόλη μαθήτευσε παρά την ευλογημένη «τριανδρία» του  Πέτρου, του  Ιωάννη και του «Αδελφόθεου» Ιακώβου και αυτοί ἠταν οι «Στύλοι» του πυρήνα που συμφώνησε και αναγνώρισε την χάρη και το κύρος  της  αποστολικότητός του πρώην Σαύλου και ήδη Παύλου που με  την αποστολική αυθεντία   έγραψε  στους «Γαλάτες»,  που τότε ζούσαν περί τη σημερινή Άγκυρα της Ανατολίας, τα περί των  «δοκούντωνείναι Στύλους» ( Γαλ. β΄ 9). Σε   άλλη πάλι επιστολή του προς τον μαθητή του  Τιμόθεο  ο Παυλος αποκαλύπτει την αξίας και χρησιμότητα του λειτουργήματός του μέσα στην Εκκλησία πως είναι «η εδραίωση της αλήθειας» περί του Ιησού Χριστού (Α΄Τιμ. γ΄ 15). Αλλά και  ο Ευαγγελιστής Ιωάννης επιβεβαιώνει στην αυτήν «Αποκάλυψη» του ότι αυτός που αναγορεύεται σε «στύλο» είναι στην πραγματικότητα «εκείνος που  κρατεί αυτό που κατέχει»( Αποκ.γ΄.12) Εξ αυτών των ολίγων γραπτών  μαρτυριών του «κλητού» Αποστόλου αποδεικνύεται ότι ως «στύλος» εμβληματικά αναγνωρίζεται ο ακλόνητα κατέχων πραγματικά την αποκάλυψη περί του Κυρίου  και αποτελεί το ζωντανό και «γενναίο υπόδειγμα» πίστεως σφραγισμένης ως κληρονομίας διαβιβαζόμενης με την  διαδοχή του λειτουργήματός του μετά τον θάνατόν του στους  καθιερωμένους διαδόχους τους. Αυτό μας το βεβαιώνει  στα τέλη του πρώτου αιώνα με την Α΄ Επιστολή προς τους Κορινθίους ο αποστολικός άνδρας και επίσκοπος Ρώμης Κλήμης (V.1-5),  ότι δια της δυάδος του Πέτρου και του Παύλου συνεχίζεται η ἐξ αυτών προερχόμενη έγκυρη αποστολική  μαρτυρία της διδαχής των κλητών  να κυβερνήσουν στη Ρώμη την εκεί τοπική Εκκλησία της πολυάνθρωπης πρωτευούσης πόλεως της αυτοκρατορίας. Η κανονική αποστολική διαδοχή τους και η τιμή που διαχρονικά περιβάλλει την κατοχή της ταφής και των λειψάνων τους απορρέει από την μνημειακή συνεχή ανάδειξη  του παραδείγματός τους μέσα στην καθ’ όλου του Χριστού Εκκλησίας.  Έτσι περί το 200, δηλαδή μόλις λίγες γενεές χριστιανών  μετά το μαρτύριό τους,  ο Ρωμαίος πρεσβύτερος Γάϊος για να αποδείξει την ακρίβεια και την ορθοδοξία της πίστεως του στον αιρετικό Πρόκλο τον βεβαιώνει ότι εκείνος έχει την ζωντανή παρουσία των Πρωτοκορυφαίων στην Εκκλησία του από τον τόπο της ταφής και παραμονής των λειψάνων τους, του μεν Πέτρου στο λόφο του Βατικανού,  του δε Παύλου Εκτός των Τειχών στην αρχή της οδού προς την Όστια,  ενώ οι δοξασίες του Πρόκλου  δεν έχουν αντίκρισμα ιερά πρόσωπα,  ἀλλά μόνο τις κακοδοξίες της δοκησισοφίας του. Και αυτό το παράδειγμα δείχνει πόσο ζωντανή και διαρκώς πηγαία  είναι η κανονική αποστολική διαδοχή και γι’ αυτό συντελεί στη στήριξη των πιστών των λοιπών Εκκλησιών δια μέσου του έγκυρα χειροτονημένου επισκόπου και με την συγκατάθεσή του προς «τέλεση» του ύπατου  Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας,  κέντρου της νέας θείας λατρείας.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη με την μακρά παραμονή του Αποστόλου Παύλου στη τότε μεγαλούπολη της Εφέσου της Μικράς Ασίας . Εκεί στα τέλη του α΄ αιώνα και  μέχρι τις αρχές του β΄ αιώνα παραμένει ο τελευταίος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ο του Ζεβεδαίου διδάσκων και μεταδίδων δια των χειρών του το χάρισμα της ιεροσύνης και την τιμήν της Αποστολικότητος.  Την κληρονομία   του βεβαιώνει η διαδοχή και η συνεχής φροντίδα του για την ανάδειξη του τάφου του μέχρι που  το αποστολικό κύρος του απλώθηκε σε όλη την Ασιανή και Θρακική  Εκκλησία και τελικά εγκαταστάθηκε από την Έφεσο στην Πόλη του Κωνσταντίνου και καταστάθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους η ζωοδόχος πηγή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Ο καθορισμός της ακριβειας της αποστολικής πίστεως αρχίζει οριστικά μετά τους διωγμούς των τριών αιώνων με την συγκρότιση στη Νίκαια της Βιθυνίας της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325) και το πρώτο θέμα που την απασχόλησε τους επισκόπους της Εκκλησίας  ήταν η διατύπωση  της πίστεως στὸν ένα Θεόν Πατέρα και σχέση της  θεότητος του Ιησού Χριστού με Αυτόν. Το επόμενο σοβαρότατο θέμα για την ενότητα της Εκκλησίας Του ήταν η οργάνωση των διαφόρων  δικαιοδοσιών της Εκκλησίας σύμφωνα με «τα αρχαία ήθη κρατείτω» που είχαν οι  Εκκλησίες των μεγαλουπόλεων της Ρώμης και της Αλεξανδρείς με τον 6ον  κανόνα  και με τον 7ον  κανόνα απλώνεται η τιμή στον Ιεροσολύμων και με την  Β΄ Οικουμενική Σύνοδος μνημονεύεται η τιμή των πρεσβείων στην Αντιοχέων Εκκλησία ενώ με τον 2ον κανόνα και με τον 3ον  κανόνα τιμάται με την «Αρχή της Προγενέσεως», που αλλιώς λέγεται «πρεσβεία», ο αρχιεπίσκοπος της Κων/πόλεως μετά τον επίσκοπο της «Πρεσβυτέρας» Ρώμης. Έτσι καθωρίζονται στην οικουμενική Εκκλησία οι πέντε «Δικαιοδοσίες», που καλούνται και «Κλίματα» και  υφίστανται μέχρι σήμερα. Οι  αρχιεπίσκοποι των αποστολικών αυτών κέντρων είναι  ως πρωτόκλητοι οι φέροντες τις διευρυμένες αποστολικές αρμοδιότητες των «Στύλοι» και ως πρωτοκάθεδροι  έχουν επωμισθεί  την ευθύνην του «πρωτείου» τους  να υπερασπίζονται «εκείνο που  κρατούν και  κατέχουν»( Αποκ.γ΄.12). Για να επισημανθούν αυτές οι αποστολικές προσωπικότητες εργάστηκε ιδιαίτερα ο Επίσκοπος Ρώμης Δάμασος (366-384) κατά  το τεράστιο έργο του της αναστηλώσεως των κατακομβών και της συμωνίας του για την σύγκληση στην Κων/πολη το 381 της Συνόδου , που αργότερα αναγνωρίστηκε για την συμπλήρωση του ογδόου (8) άρθρου της Πίστεως περί του Αγίου Πνευματος κατά των Πνευματοχών και το άρθρα (9) ομολογεί την Καθολικότητα της Εκκλησίας ,(10) την μία βάπτιση  για την άφεση των αμαρτιών, (11)  την Ανάσταση της σαρκός και (12) όλα  αυτά επισφραγίζονται με την κατάφαση του  το Αμην. Και  το μόνο συμπλήρωμα είναι η ανάθεση των « δευτερίων» τιμής του Πρώτου επισκόπου της Πρεσβυτέρας Ρώμης μόνο στον αρχιεπίσκοπο της Νέας Ρώμης που αναγνωρίστηκε στην συνέχεια και  ως Οικουμενικός Πατριάρχης από την Ιστορά της Εκκλησίας.

           Ο Θεοδόσιος ευφυέστατος το 380  δημοσίευσε Διάταγμα  με το οποίο καθιέρωσε την προσωπική του πίστη στην Αγία Τριάδα  με  εκείνη που δεχόταν και  ο συμπατριώτης Ίβηρας επίσκοπος Ρώμης Δάμασος και η οποία και  σίγουρα την εγγυόνταν η δυάδα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου που επί  Νέρωνος το 64-67 μαρτύρησαν για την χριστιανική πίστη και η διδαχή  τους  σφραγίστηκε με το αίμα τους στη Ρώμη.  Λόγω της σπουδαιότητος του μαρτυρίου τους  κατά την περίοδο των διωγμών τα ιερά λείψανά τους ανακομίστηκαν και απεκρύβησαν  στις νεκροπόλεις των Κατακόμβων μέχρι την αποκάλυψή τους και πιστοποίησή τους και την απόθεσή τους στις 29 Ιουνίου στη Ρώμη  στους τόπους αρχικής ταφής τους που αναγέρθηκαν  οι μνημειακές μεγάλες  βασιλικές  του Πέτρου παρα το στάδιον του Νέρωνα στο «Βατικανό» και του Παύλου  «Έξω των Τειχών»  στο ιδιωτικό κτήμα.           

Τα κοσμούντα  το αρχαίο αποστολικό αξίωμα του «Στύλου», όπως του κρίνειν, του ελέγχειν, του τιμωρείν, του απαιτείν ὑπακοήν εις τον ποιμένα, αλλά και  της διαχειρήσεως της κατά Χριστόν «οικονομία» προς Σωτηρίαν των ψυχών  και  για περιφρούρηση της ενότητος  μέσα στην εν Χριστό αδελφότητα.Αυτά τα προνόμια εφαρμόζοντο ως υποχρεώσεις των  «Πρώτων» των πέντε Δικαιοδοσιών όταν επικράτησε στην ζωή της Εκκλησίας  το  σύστημα της συνοδικής «Πενταρχίας» από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδου το 451, περί το μέσο του 5ου  αιώνα.  Από τότε το βασικό καθήκον των πέντε Πατριαρχών-Στύλων είναι «το μην τρέχειν εις  τι καινόν» γιατί η αταξία  προκαλεί διαιρέσεις στην Εκκλησία.

Μόλις τον 16ον αιώνα τον 16ον αιώνα απειλείτο από τον εξισλαμισμό της Ρωμιοσύνης  και το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει άστεγο στην έδρα του και τότε ζήτησε την βοήθεια του μόνου τότε υπάρχοντος ορθόδοξου κράτους και  εκείνο για να βοηθήσει    αξίωσε «στανικά» πατριαρχία για την Μητρόπολη  Μόσχας. Αυτή αναγκαστηκά δόθηκε όμως με «ενόρια» χωροθέτηση της δικαιοδοσίας της και από τότε την απέκτησε αναγόρευσε ως μόνη φιλοδοξία της  την ψευδοδοξία της ότι είναι η  «Τρίτης Ρώμης» και αρχισε με τα πεπραγμένα της τον σφετερισμό των κανονικών προνομίων του Οικουμενικού Θρόνου, ξεχνώντας ότι  η  πατριαρχία της και εκείνες που ακολουθησαν είναι υπό την εκκρεμότητα της εγκρίσεως της «Πενταρχίας», όταν αυτή πλήρως αποκατασταθεί! Όμως  τα δίκαιά της διακονίας της Μητρός Εκκλησίας στηρίζονται επί των Ιερών Κανόνων και δεν  παραγράφονται από τις πανουργίες της  προπαγάνδας, ούτε με δωροδοκίες και εκβιασμούς του κοσμικού κράτους των.  Η Εκκλησία Κων/πόλεως είναι η μόνη που κατέχει εκ των πατριαρχικών θρόνων της Οικουμένης «υπερόρια δικαιοδοσία» να επιμελείται τα εκκλησιαστικά θέματα  των «εν τοις βαρβαρικοίς», λαών, όπως είναι οι σλαβογενείς  πληθυσμοί δια του 28ον  κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου!  Και ενώ ο Λόγος Κυρίου παρμένει αψευδής και επαναλαμβάνει πως η επίγεια βασιλεία της Εκκλησίας Του «ουκ έστιν ενταύτα…» η Εκκλησία στην Ρωσία και σήμερα αλώθηκε από ανθρώπους προερχόμενους από τον αφιλόχριστο καίσαρα του βαθέως κράτους και αυτοί επιδιώκουν να την μεταβάλουν σε εγκόσμια Σατραπεία «αυτομανίας πεπληρωμένη», κατά τους Πατέρες,  που εκτοξεύει ορμαθό ύβρεων και ψευδολογιών κατά του πάνσεπτου ιερού κέντρου των Ελληνορθοδόξων, γιατί ο Οικουμενικός Θρόνος παραμένει ακλόνητος στις ασεβής προσβολές και δεν υποχωρεί ρωσικά εθνοφυλετικά θελήματα που επιδιώκουν να ανατρέπουν την Παύλειας αποστολική  αρχή πάντα «κατά τάξιν γινέσθω»( Α΄ Κορ. ιδ΄. 40). Οι σημερινοί επιβάτες της ρωσικής πατριαρχίας επιδιώκουν να καταβροχθήσουν πάσα προγενέστερή Εκκλησία στην αχανή επικράτειά τους, συνεχώς απλώνοντας τα όριά της και ανατρέποντας την αποστολοπαράδοτη κρατούσα Τάξη της  Ορθοδοξίας. Με τη χρήση του βρώμικου υβριδιτικού πόλεμο επιδιώκει να μεταβάλει με την ψευδοδοξία της την εκεί τοπική Εκκλησία σε παρασυναγωγή. Οι πολυχρόνια συνωμοτούντες υπερβόρειοι ψευδαδελφοὶ τώρα κλαίουν ότι αποχωρίζονται μόνοι τους από την ελληνική παράδοση της Ορθοδοξίας και κοντά τους οι ημέτεροι αδιάβαστοι της αντορθόδοξης  Ιστορίας του Πανσλαβισμού και ό,σοι  καταστάθηκαν αργυρόγνωμοι με τις λιτανείες στο βορρά ιερών λειψανων, ας διαβάσουν αυτό που προσυπέγραψε και ο ιερός Φώτιος και μάλιστα εκεινοι των οποίων επιμελήθηκε τον κατά Χριστόν φωτισμό των προγόνων τους, την γνωστή «Επαναγωγή» για την εξουσία του σημερινού  Πρώτου «Στύλου» της καθ’ ημάς Ανατολής  :

«Ο Πατριάρχης εστίν εικὼν ζώσα Χριστού και έμψυχος δι’ έργων και λόγων εν αυτώ ζωγραφών την αλήθειαν… υπέρ δε της αληθείας και της εκδικήσεως των δογμάτων και της συντηρήσεως του δικαίου και της ευσεβείας λαλείν εναντίον βασιλέων και μη αισχύνεσθαι»2.      Α.Π.

1. Πρβ. Α΄.Κορ.ε΄,3 εξ. θ΄,19 και ια΄34. ιδ΄37 και Β΄Κορ.ι, 13-16. Β΄Θεσ. γ΄, 4. Ρωμ.ιε΄, 18,  και Α.Τιμ.α΄, 20 κ.τ.λ.

2.   Ράλλη-Ποτλὴ Σύνταγμα κτλ. τόμ. 6 σ. 428-429.

Loading

    Η ΔΥΣΒΑΤΗ ΑΛΛΑ ΕΝΔΟΞΗ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ  ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ   ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ  ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ

    Επέτειος  της πρώτης πεντηκονταετίας από την εκδημίας του.

088
  «Ελθών ευηγγελίσατο ειρήνην υμίν τοις μακράν και τοις εγγύς».
                                                                                                     (Εφεσίους β΄17)

Ε΄α

            

Μετά τα τραγικά γεγονότα του 1922 και την «Συνθήκη της Λωζάννης» του
1923 σπάνια ο Ελληνισμός κατά την μακραίωνα ιστορία του δοκιμάστηκε για να
περισυλλέξει τα ναυάγια του Ελληνορθοδόξου προσφυγικού κόσμου εν μέσω
κινημάτων και πολιτικής αστάθειας. Οι διαφορές που προέκυψαν, όχι μόνον μεταξύ
Ελλάδος και Τουρκίας. αλλά και οι σχέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων με την Τουρκία
πρώτα αναθέρμαναν τις σχέσεις με το Λονδίνο και το Παρίσι και μετά ρυθμίστηκαν
το 1923 με την «Συνθήκη της Λωζάννης» και τούτο αφού καταργήθηκε το θέμα των
«Διομολογήσεων» και τακτοποιήθηκε αργότερα και το ζήτημα του οθωμανικού
χρέους. Το 1925 έχει πλέον εδραιωθεί το κύρος του εθνικού «Γαζή» του Mustafa
Kemal, δηλαδή «ήρωα» και «πατέρα» στην νέα Τουρκία. Τον Σεπτέμβριο του 1926
έρχεται ο Κεμάλ από την Άγκυρα στην Πόλη και τον υποδέχεται ο Νομάρχης Χαϊδάρ
μπέη μαζί με τον διευθυντή του Αρχαιολογικού Μουσείου Αζίζ Ογκάν και θέλει να
επισκεφθεί την «Ayasófya» που επέδρασε στην οθωμανική περίοδο στο κτίσιμο των
μεγάλων τεμενών του Ισλάμ στην Πόλη. Περιηγείται το μνημείο και ο Ογκάν του
επισημάνει την διεθνή αξία του ως του μόνου σήμερα υπαρκτού και ακεραίου
κτιρίου της βυζαντινής αρχιτεκτονικής που θαυμάζεται από την ανθρωπότητα καιότι στην πραγματικότητα αυτό αισθητοποιεί τον «Οίκον της Σοφίας του Θεού» της
Χριστιανοσύνης. Ο Κεμάλ διαλογίζεται την τεράστια σημασία και αξία του για την
ανύψωση της σύγχρονης Τουρκίας στον πολιτισμό και παίρνει τα κλειδιά του από
το χότζα και τα παραδίδει στον Αζίζ Ογκάν για να αποσπάσει τον ναό από το
κτηματολόγιο των «βακουφίων» και να το εντάξει στην αρχαιολογική υπηρεσία του
κράτους να τον φυλάξει με τους υπαλλήλους της. Έτσι από το 1926 η φωνή του
μουεζίνη ακουγόταν μόνον από τα γειτνιάζοντα τεμένη και ο Ιουστινιάνειος
καθεδρικός ναός της Εκκλησίας προσφέρθηκε στον παγκόσμιο θαυμασμό μετά την
αποκάλυψη και της μεταεικονομαχικής ψηφιδογραφίας.1 Με αυτή την
πρωτοβουλία του ο Κεμάλ θέλησε να εγκαινιάσει την στροφή της νέας Τουρκίας
προς τον πολιτισμό των προηγμένων λαών, κάτι που υπεστήριζε και ο Ελευθέριος
Βενιζέλος όταν υιοθετούσε την πεφωτισμένη προσέγγιση της αμοιβαίας
αναγνωρίσεως των αρχών του Διεθνούς Δικαίου την τελευταίας χιλιετίας στα
πλαίσια της κοινής γειτονίας και απευχόταν τις πολεμοχαρείς αναμετρήσεις στα
πεδία των μαχών που τόση συμφορά απέδιδε στους αντιμαχόμενους λαούς. Αυτή η
επαναπροσέγγιση των λαών στηρίχθηκε στην βασική αρχή του «Διεθνούς Δικαίου:
«Redus sic standibus», δηλαδή στην «Συμφωνία της αμοιβαιότητος σχέσεων και
συμπεριφοράς». 2.
Ο Βενιζέλος παρακολουθούσε όλες τις άριστες κινήσεις του Κεμάλ για να
εκσυγχρονίσει τους θεσμούς του νεοτουρκικού κράτους του και προσεκτικά
ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις του με την Άγκυρα με επιστολή του προς τον τότε
πρωθυπουργό Ισμέτ πασά (Ινονού) και του ζήτησε την έγγραφη και ρητή δέσμευση
ότι η συγχρονισμένη πλέον Τουρκία «δεν είχε εδαφικές διεκδικήσεις απέναντι την
χώρας του» και όταν μάλιστα ήλθε από την Άγκυρα γραπτά θετική απάντηση: «ότι
δεν υπάρχουν πλέον εδαφικές βλέψεις κατά της Ελλάδος», τότε μόνον δόθηκε και
το έναυσμα για τις ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις και άρχισαν αυτές από την
αμοιβαία συμπεριφορά των δύο πλευρών προς τις εκατέρωθεν μειονότητες, κάτι
που καλύπτει πλήρως τον απόλυτον σεβασμόν στην θρησκευτική πίστη των δύο
λαών, αλλά και στην εκ παραδόσεως αιώνων ελληνορθόδοξη μορφωτική παιδεία
τους. Με αυτές ακριβώς τις προϋποθέσεις πραγματοποιήθηκε και η κύρωση «της
Συμφωνίας της Τουρκοελληνικής φιλίας», που υπογράφηκε στην Άγκυρα τις 29
Οκτωβρίου 1930. Αυτή η «συναλληλία» παρέμεινε βασικά επί ένα αιώνα περίπου
ως αμετάβλητη σχέση μεταξύ των δύο λαών αν και δεν αναφέρεται περί του ιερού
θεσμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στα πρακτικά της «Διασκέψεως στη
Λωζάννη» ρητά καταδικάστηκε υπό των μετεχόντων Αντιπροσωπειών πάσα
εμπλοκή του Πατριαρχείου αυτού, ιδίως με το πρωτόκολλο «περί της Ανταλλαγής
των Πληθυσμών» ως θέματος εντελώς αλλοτρίας φύσεως σε διπλωματικές
διαπραγματεύσεις απτόμενον δε της ιστορίας και των μεταφυσικών πεποιθήσεων
των λαών. 3 Αυτήν «την διαφορά του σεβασμού και της υπολήψεως του ήθους
υπέδειξε» ο Ελευθέριος Βενιζέλος όταν μετά την υπογραφή του «Συμφώνου
Φιλίας» στην Άγκυρα επισκέφθηκε αμέσως το Φανάρι για να ευλογηθεί η
προσπάθειά του υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου Φωτίου Β ́. Η επίσκεψη αυτή
πραγματοποιείται στην «αίθουσα της Παναγίας», όπου ήταν η πινακοθήκη με τους
πίνακες των Πατριαρχών που πυρπολήθηκαν το 1941.4 Οι αιωνόβιοι ιεροί θεσμοί
επί της γής δεν περικλείονται μέσα στα διακρατικά σύνορα των κρατών, ούτε και
ελέγχονται από συμφωνίες επίκαιρων πολεμικών συμβάντων, αφού συνοψίζουν
αιώνιες αξίες που καταστάθηκαν διαχρονικά πανσέβαστες στην ανθρωπότητα.

Το 1936 συνάπτεται η «Συνθήκη του Μοντρέ», η οποία ρυθμίζει το
καθεστώς των Στενών των Δαρδανελίων και επιτρέπει τον επαναεξοπλισμό τους
και δι’ αυτό κατά το Διεθνές Δίκαιο ως αντίβαρο αμοιβαιότητος επιτρέπεται εξ ίσου
το ίδιο και στα δύο ελληνικά νησιά του Αιγαίου, τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.5 Από
το 1937 αρχίζει να επιβαρύνεται από χρόνια εξάρτηση από το αλκοόλ η υγεία του
Μουσταφά Κεμάλ και την εξουσία αναλαμβάνει ως πρωθυπουργός ο Αλί Φετί
Οκιάρ, γνωστός πλέον μας ως ο «Ισμέτ πασάς Ινονού». Αυτός αρχίζει τις άμεσες
παρεμβάσεις για τον εκτουρκισμό των Ομογενειακών σχολείων και των αθλητικών
σωματείων και σε ό,τι συνδέεται με την κοινωνική ζωή των μη ανταλλαγέντων
Ρωμιών. Στις 10 Νοεμβρίου 1938 συμβαίνει η εκδημία του Μουσταφά Κεμάλ σε
ηλικία 57 ετών και από τότε επιταχύνθηκε η ανθελληνική στάση του Ινονού, που
έλαβε απειλητικές διαστάσεις κατά τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Ελλάδα
βρισκόταν υπό την μπότα της τριπλής σκληρής κατοχής των «ναζί» του Χίτλερ, των
«φασιστών» του Μουσολίνι και των απογόνων των Βουλγάρων «Κομιτατζήδων»
από το 1941-1944 διαπράττοντες ανθελληνικά εγκλήματα.
Τα ξημερώματα της 21ης Σεπτεμβρίου 1941 πυρπολούνται οι κεντρικές
πτέρυγες των Πατριαρχείων στο Φανάρι. «Τα αίτια της πυρκαϊάς, παρά τις
συστηματικές έρευνες και τις ανακρίσεις των αρμοδίων αρχών το αίτιο δεν
κατορθώθηκε ποτέ να καθορισθεί και ούτε να αποδειχθεί ότι επρόκειτο για
ηλεκτρικό βραχυκύκλωμα, όπως το υπέθεσαν στην αρχή». 6 Αν κρίνουμε μόνον
από τα παρεμβληθέντα επί μισό περίπου αιώνα νομικά και πολεοδομικά εμπόδια,
αποκαλύπτεται ποιός ευθύνεται για την σκοπιμότητα αυτού του σύγχρονου
«ολοκαυτώματος» των Πατριαρχείων! Το δεύτερο μεγάλο πλήγμα της Ομογένειας
δόθηκε όταν η τουρκική κυβέρνηση με το πρόσχημα της ασφάλειάς της στρατολογεί
30 ηλικίες 25-45 χρόνων μη μουσουλμάνων στις 8 Μαΐου 1941. Τότε υπηρετούσε
στο Πατριαρχείο από το 1938 ως υπογραμματέας ο διάκονος Μελίτων, ο κατά
κόσμον Σωτήριος Χατζής, γόνος της Φαναριώτισσας Ευδοξίας Μπακαλοπούλου και
του Ευρυτάνα Νικόλαου Χατζή από το Κερασοχώρι των Αγράφων ελληνικής
υπηκοότητος. Ο ένας γιός τους ως Ελλήνων στρατεύθηκε με την έναρξη του
Ελληνοϊταλικού πολέμου στο μέτωπο της Αλβανίας, όμως χάθηκαν τα ίχνη του κατά
την Γερμανική εισβολή. Ο διάκονος Μελίτων υπηρετούσε ως υπογραμματέας της
Ιεράς Συνόδου των Πατριαρχείων και ήταν τότε 29 ετών. Για να το αποφύγει την
σύλληψή του από την τουρκική στρατονομία με εντολή του πατριάρχου Βενιαμίν
εσπευσμένα χειροτονείται από τον «εσωκατάκοιλον» στο Φανάρι μητροπολίτη
Χριστουπόλεως Μελέτιο και αποστέλλεται στην Αίγυπτο για να ενημερώσει την εκείεξόριστη ελληνική κυβέρνηση για τα εξοντωτικά μέτρα της Άγκυρας κατά της
Ρωμιοσύνης, που συνεχώς επαυξάνοντο όσο προχωρούσαν οι Γερμανοί στα
ενδότερα της σοβιετικής Ρωσίας. Στις 11 Νοεμβρίου του 1942 εκδίδεται ο νόμος
«για την εφάπαξ φορολογία της περιουσίας της μειονότητας», που αποτελεί την
αισχρότερη επιβολή «κεφαλικού φόρου» προς υφαρμαγή του κόπου μυριάδων
τίμια εργαζόμενων μη Μουσουλμάνων, Αυτό είναι το άλλως λεγόμενο και "Βαρλίκ
Βεργκισί", που επέφερε την οικονομική εξαθλίωση Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων.
Όσοι αδυνατούσαν να πληρώσουν οδηγούντο στα «Τάγματα Εργασίας» της
Ανατολίας που αποτελούσαν βέβαιο θάνατο. Αυτό επεκτάθηκε και στην κατάσχεση
της εκκλησιαστικής περιουσίας των μονών και των ναών και να μην αντιδράσουν οι
αρχιερείς και οι ομογενείς στην εξορίζονται στη Προύσσα ο Ίμβρου Ιάκωβος και ο
Χαλκηδόνος Μάξιμος, όπου και δεινοπαθούν «για να συνετιστεί το Φανάρι». Τότε
ο πατριάρχης Βενιαμίν καλεί τον υπογραμματέα Μελίτωνα που ως Έλληνας
υπήκοος ήταν στο μάτι της τουρκικής Αστυνομίας και δίδει εντολή στον
μητροπολίτη Χριστουπόλεως Μελέτιο που κατοικούσε στο Φανάρι να χειροτονήσει
σε μία Λειτουργία στον πατριαρχικό ναό σε πρεσβύτερο για να τον αποστείλει στην
εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση στην Αίγυπτο για τα εξοντωτικά μέτρα που έλαβε η
Άγκυρα κατά της Ρωμιοσύνης στην Τουρκία που συνεχώς επαυξάνονται όσο
εισχωρούν οι στρατιές του Χίτλερ στη Ρωσία. Στην Αίγυπτο τότε κατέφευγαν
εκατοντάδες αντιστασιακών εξ Ελλάδος και αυτοί εντάσσονταν σε στρατιωτικές
μονάδες από τους Άγγλους. Ο αρχιμανδρίτης Μελίτων κατατάχτηκε ως
στρατιωτικός ιερέας στη 1η Ταξιαρχία του «Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος της
Μέσης Ανατολής» υπό τον συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα, η οποία μαχόταν
στο διάστημα 23 Οκτωβρίου-3 Νοεμβρίου 1942 κατά του Ρόμελ στο Ελ Αλαμέιν.
Εκεί υπήρξαν και πολλά θύματα ορθοδόξων μαχητών εξ Ελλάδος και ο πατριαρχικός
αρχιμανδρίτης ο π. Μελίτων μαζί με άλλους διαφυγόντες από την Κρήτη ιερείς
κήδευε και διάβαζε «Τρισάγια» στους πεσόντες 1942-1943

Όταν άρχισε πλέον να γίνεται εμφανής η πολεμική κάμψη των ναζιστικών
Στρατιών μεταξύ των ετών 1942-1943 πρώτα στην Αφρική και μετά στο Στάλιγκραντ
φαινόταν ότι ο Φύρερ δεν θα ήταν εκείνος που θα κέρδιζε τον Β ́ Παγκόσμιο
Πόλεμο για να ανατρέψει την «Συνθήκη της Λωζάννης». Τότε οι καιροσκόποι της
Άγκυρας αναλογίζονται πλέον τις ευθύνες τους για τα διαπραχθέντα εγκλήματα καιαρχίζουν τις απολύσεις από τα «Τάγματα εργασίας» και την τελευταία στιγμή
κήρυξαν και τον πόλεμο κατά του Φύρερ!
Περί το τέλος του Πολέμου ο βασιλεύς Γεώργιος Β ́ επιθυμεί να μεταβεί στους
Αγίους Τόπους για να προσκυνήσει τα πανάγια προσκυνήματα που διαφυλάσσει η
Αγιοταφιτική Αδελφότητα και με την συνοδεία του στρατιωτικού ιερέα Μελίτωνα
Χατζή μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα. Τον υποδέχεται ο Σαμιώτης πατριάρχης
Τιμόθεος Β ́ ο Θέμελης που είναι και άριστος γνώστης των δικαίων της Εκκλησίας
του στην Αγία Γή. Όταν ο βασιλέας επέστρεψε στο Λονδίνο συνιστά τον π. Μελίτων
στον Θυατείρων Γερμανό οποίος είχε κενή από το 1940 την αρχαιότατη εν Αγγλία
κοινότητα της Μαγχεστρίας στην οποία ιεράτευσε επί 35 χρόνια η σημαντική και
πολύπλευρη θεολογική προσωπικότητα του Μεγάλου Οικονόμου και διαπρεπούς
συγγραφέως Κωνσταντίνου Καλλίνικου. Εκεί αποστέλλει τον αρχιμ. Μελίτωνα
προΐσταται επί τετραετία σε όλη την περιοχή και πραγματοποιεί σπουδές στο
Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, αλλά κυρίως τελειοποιεί την «οξφορδιανήν»
αγγλομάθειά του.
Το 1946 που εξελέγη πατριάρχης ο Μάξιμος ο Ε ́ (1946-1948) και το 1947 τον
άλλοτε αρχιδιάκονό του στην Χαλκηδόνα τον ενέταξε στην Πατριαρχική Αυλή ως
Μέγας Πρωτοσύγκελλο (1947 - 1950). Τότε κλήθηκε και η ταπεινότητά μου
προσωπικά από τον Πατριάρχη Μάξιμο Ε ́ να σπουδάσω Θεολογία στην Σχολή της
Χάλκης. Η Άγκυρα τότε ήθελε να συρρικνώσει τους σπουδάζοντες εκ του εξωτερικού
και επί διετία δεν μου χορηγούσε viza εισόδου στην Τουρκία και το 1949 στράφηκα
πλέον για σπουδές στην Θεολογική Σχολή των Αθηνών. 7 Όμως διατήρησα τον
στενόν δεσμόν μου μετά εκεί Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας επί τρία τέταρτα
αιώνος μέχρι σήμερα!
Ο πατριάρχης Αθηναγόρας μετά την ενθρόνισή του στο Φανάρι επιχειρεί
μαζί με κληρικούς της Αυλής του και τους διαπρεπείς λαϊκούς της Ρωμαΐϊκης
κοινωνίας να μεταβεί σιδηροδρομικά στην Άγκυρα, τόσον για να ευχαριστήσει την
τουρκική κυβέρνηση για την υποδοχή του αν και «Αμερικανού» πολίτη, όσον και
για πρώτη προσωπική γνωριμία με τους κυβερνώντες το κράτος της Τουρκίας.
Όταν επέστρεψε στη Φανάρι άρχισε την συνεργασία με τους δύο επί κεφαλής της
Αυλής του κληρικούς, τον Αρχιγραμματέα Ιάκωβο Στεφανίδη και τον Μ.
Πρωτοσύγκελλο Μελίτωνα Χατζή. Ο πρώτος διαχειριζόταν κυρίως τις διορθόδοξη
αλληλογραφία και είχε την στήριξη του συγγενούς του νέου μητροπολίτη Δέρκων
Ιακώβου Παπαϊσίου. Ο Μελίτων όμως όμως ήταν συνδεδεμένος με τους έξι
λευκοψηφίσαντες συνοδικούς αρχιερείς στην εκλογή Αθηναγόρου το 1949. Ο
πατριάρχης Αθηναγόρας εμφορείτο από ανακαινιστικό πνεύμα στην εκκλησιαστική
ζωή. Όμως ο Πρωτοσύγκελλός του υπεύθυνος στην λατρευτική ζωή της
Αρχιεπισκοπής ήταν επιφυλακτικός στις παρεμβάσεις επί της κρατούσης Τάξεως στο
Πατριαρχείο. Τότε ο συνοδικός ιεράρχης Περγάμου Αδαμάντιος διελθών από την
εποχή των πατριαρχών Φωτίου Β ́ και Βενιαμίν ως ανώτατος Αυλικός υπενθύμισε
στον πατριάρχη Αθηναγόρα ότι κατά την κρατούσα τάξη στο Φανάρι, ότι «οι
διατελέσαντες στην κορυφή της Πατριαρχικής Αυλής, λόγω της διοικητικής
εμπειρίας που αποκτούσαν, γίνονται «εν ενεργεία» μητροπολίτες»!
Εξ αυτού μετά τετράμηνον διαβουλεύσεων εξελέγη στις 23 Νοεμβρίου 1950
ως ο νέος μητροπολίτης Ίμβρου και Τενέδου Μελίτων Χατζής (1950-1963) και η
λυχνία της νήσου Ίμβρου του Θρακικού πελάγους κοσμήθηκε με την κατάλληλη
προσωπικότητα ικανού ιεράρχη να περισώσει τους νέους Ιμβρίους από την πνιγηρήπερίσφιγξη των κρατούντων που από το 1924 πονηρά επιδίωκαν να αφελληνίσουν
και αποχριστιανίσουν τον από αιώνων γηγενή νησιωτικό πληθυσμό μήπως
αποσιωπήσουν τα υπογραφέντα «στη Λωζάννη» άρθρα 37,38,42, περί του
εκπαιδευτικού καθεστώτος στην Ίμβρο που ήδη επιδίωξαν να ξεχαστούν από το
1936-1937 μήπως εντέχνως ξεχαστεί ο φωτισμός της ανθρωπιστικής ελληνικής
Παιδείας που κρατούσαν αναμμένη οι Ίμβριοι από την εποχή του Ομήρου και του
Ηροδότου! Αυτή η σιωπηρή παρασπονδία των κρατούντων επισημάνθηκε από τον
νέον θερμουργόν ιεράρχη της Ίμβρου Μελίτωνα γιατί θα ήταν καταστροφική για τον
χριστεπώνυμο πληθυσμό η αμάθεια της ζώσας γλώσσας της πίστεως στο Χριστό.
Σκεπτόταν λοιπόν, πως θα αμυνθεί και αντιλήφθηκε την μέθοδο της εκλογικής
πιέσεως του τότε ευρισκόμενου σε προεκλογική περίοδο τουρκικού κράτους. 8 Το
Δημοκρατικό κόμμα ήταν υπέρ των αρχικών αποφάσεων του Κεμάλ για την
συνεργασία των δύο εθνών που συμβίωσαν επί αιώνες. Οι Ίμβριοι τότε διέθεταν
περί τους 8.600 ψήφους, που ενίσχυαν το εκλογικό κέντρο του Ελλησπόντου
(Τσανάκαλε) που διέθετε και τους περισσότερους βουλευτές. Τότε ο Δημοκρατικός
βουλευτής Σμύρνης Ιχσάν σαμπρί Τσαγλαγιαγκίλ εκτίμησε σωστά την σημασία
αυτών των ψήφων για την εκλογική νίκη του κόμματός του και υποσχέθηκε στους
Ιμβρίους ψηφοφόρους την νομική κατοχύρωση του δικαίου της ανθρωπιστικής
ελληνικής παιδείας στην Ιμβρο κάτι που μετά την νίκη των Δημοκρατικών ψήφισε
«με ειδικό νόμο η Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας»! Έτσι πλέον
διασφαλίσθηκε η μορφωτική κατάρτιση της νεότητος των Ιμβρίων, σύμφωνα με το
εκπαιδευτικό ιδεώδες το οποίο επανειλημμένα στήριξε στο νησί ο σπουδαίος
Ίμβριος ιερομόναχος Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός (1775-1851). ο κατά κόσμον
«Βασίλειος Στέκας» του οποίου την εμμονή εγκολπώθηκε ο αρχιερεύς της ηρωϊκής
νήσου Ίμβρου Μελίτων Χατζής και σιωπηρά πέτυχε να διανοίξει την λεωφόρο του
πολιτισμού, της έρευνας και της σπουδής περί της νήσου, καταστήσας την ζωηφόρο
δεξαμενή προς άντληση υψηλόβαθμων κληρικών και επιστημόνων με πλήθος
ευλογημένων μελετών για το νησί.9 Σε διηνεκή μνεία του ονόματος του
Βαρθολομαίου (του Γιού του Θολομαίου), ο Ίμβρου Μελίτων Χατζής παρέδωσε το τίμιο
όνομα που «βιωματικού Θεολόγου της Ορθοδόξου λατρείας» μετά περίπου
εκατονταετία από της κοιμήσεώς του την 13η Αυγούστου 1961 στον κατά κόσμον
Δημήτριο Αρχοντώνη, που σήμερα λαμπρύνει Οικουμενικά το ιερό σύνθρονό της
Καθολικής Ορθοδοξίας, ως ο Παναγιότατος Πατριάρχης Βαρθολομαίος, με πράξεις
αγαθές και με την ορθότητα των κανονικών αποφάνσεων και φρονημάτων του.-
Α.Π.
1. Μετά την περάτωση των εργασιών συντηρήσεως των ψηφιδωτών στις 24 Οκτωβρίου 1934 με εντολή του
Κεμάλ εξέδωσαν Διάταγμα στις 4 Νοεμβρίου 1934, * Υπ’αρίθμ 24/1589. με το οποίο μετατρέπεται στο μέλλον η
«Ayasófya» σε Μουσείο που ανοίγουν οι πύλες την 1ην Φεβρουαρίου 1934 για το κοινό και τότε το
επισκέπτεται επίσημα ο Μουσταφά Κεμάλ ως πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας και θαυμάζει το
αναδειχθέν με την πρωτοβουλία σε τόπο μεγάλου Πολιτισμού.
2. Λίγα χρόνια μετά το 1928 υπογράφηκε και το ελληνοιταλικό σύμφωνο φιλίας, μετά τον ιταμότατο
βομβαρδισμό της Κέρκυρας στις 31η Αυγούστου του 1923, στον οποίο τότε αντιστάθηκε με σθένος ο τότε εκεί
μητροπολίτης Αθηναγόρας που τώρα είναι Οικουμενικός Πατριάρχης. Βλέπε και σχετικόν άρθρρν στον ιστοτοπό
μου.
3. Ο ιερός θεσμός του Οικουμενικού Πατριαρχείου τυγχάνει πανανθρώπινου σεβασμού, όπως και εκείνος της
«Πρεσβυτέρας Ρώμης», διότι οι συζητήσεις περί Αυτού πρέπει να καλύπτονται από υψηλότατης πνευματικής
στάθμης και μεταφυσικού ήθους αλλά και σωστής συμπεριφοράς και αγωγής κάθε εμπλεκομένου μετ’
αυτού».
4. Το 1964 βρήκα στο αρχείο του παλαιού φωτογράφου της Πόλης Αχιλλέα Σαματζή τα αρνητικά των πινάκων
αυτών και τα δημοσίευσα στην Θ.Η.Ε. το 1966. Σε ένθετο τεύχος στον 9ο τόμος στηλ. 832-833, κάτι που
ευχαρίστησε πολύ τον πατριάρχη Αθηναγόρα και γι’ αυτό ο διάδοχός του πατριάρχης Δημήτριος μου ανέθεσενα ασχοληθώ με την νέα εικονογράφηση των Πατριαρχείων με πολλούς Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ήταν ο
ψηφιδογράφος Σωτήρης Βάρβογλης και ο αγιογράφος Χρήστος Λιόντας κ.ά..
5. Αυτό είχε ως συνέπεια όταν συνεστήθη από τους Τούρκους στην Ιωνία «η Στρατιά του Αιγαίου» και
ναυπηγήθηκαν και αποβατικά σκάφη προς διάπλευση στο Αιγαίο. Αυτό μετά το Κυπριακό του 1973 επεκταθεί
και στα λοιπά ελληνικά νησιά του Αιγαίου επειδή τα μόνα τουρκικά νησιά είναι έναντι των Μικρασιατικών
ακτών η Ίμβρος και η Τένεδος που επικοινωνούν με το Τσανάκαλε.
6. Αριστείδου Πασαδαίου. Ο Πατριαρχικός οίκος του Οικουμενικού Θρόνου. τόμος Β ́. σ. 16. Αθήνα 1995.
7. Το 1947 ήλθε εκ Φαναρίου στην Αθήνα ο Περγάμου Αδαμάντιος και τότε αφίχθηκε εδώ από το Λονδίνο και
ο π. Μελίτων Χατζής. Ο εντεταλμένος από τον πατριάρχη Μάξιμο δι’ εμέ μητροπολίτης Αδαμάντιος μου
ανέθεσε να φροντίσω την όλη του κληρικήν εμφάνιση του Μελίτωνα, από την φωτογραφία του στον
«Ευαγγελίδη» μέχρι το ιεροραφείο του «Θεοδωρόπουλου». Όμως μετά τον θάνατο του Αδαμαντίου το 1958 η
γνωριμία αυτή εξελίχθηκε εν Αθήναις σε στενή φιλία επί τεσσαρακονταετία ως στενού συμβούλου και
ιδιαίτερου συνεργάτη του σε διάφορες εκκλησιαστικές αποστολές έως τον 1989 που ο Μελίτων εκοιμήθη.
8 . Από το 1938 μέχρι το 1950 κυβερνούσε την Τουρκία δικτατορικά ο Ινονού που συμπεριφερόταν άδικα στην
ορθόδοξη μειονότητα της χώρας
9. Δημητρίου Στάθη. «Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός». Διατριβή. Θεσσαλονίκη 1999.

Ιμβρος: χειροτονία διακόνου Βαρθολομαίου Αρχοντώνη
13 Αυγούστου 1961

Loading

Ο από Αμερικής Αθηναγόρας Οικουμενικός Πατριάρχης

         Ο από αρχιεπίσκοπος Αμερικής Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως   Αθηναγόρας χαιρετά τον κλήρο και λαό την Κυριακή 23 Ιανουαρίου 1949  από την κλίμακα του προεδρικού αεροπλάνου στο Αεροδρόμιο Γεσίλκϊο
(1948-1972)

                    Μία μορφή που δεν χάνει τίποτα από την ακτινοβολία της και μετά την ανάπαυσή της, αλλ’ αντίθετα και απ’ αυτούς τους φυσικούς νόμους, όσο  απομακρύνεται στην αιωνιότητα και στην Ιστορία,  τόσο και μεγεθύνεται, αντιλαμβάνεστε πόσο είναι δύσκολο να σκιαγραφηθούν οι πνευματικές διαστάσεις της και μάλιστα από ένα υπηρέτη της Θεολογίας που σε κρίσημες εκκλησιαστικές στιγμές τον διάλεξε ο ίδιος ως τον «εξ απορρήτων συνεργάτη του». Γι’ αυτό και δεν θα επιχειρήσω συστηματική ανάλυση της πνευματικότητος  του Γέροντα της Ορθοδοξίας, παρά την πρώτη μνημόνευση μερικών από τα στοιχεία που την συνθέτουν.

               Στην μορφή του εκλεγέντος Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα συνυπάρχουν το βιβλικό,  το ευαγγελικό και το εκκλησιαστικό φρόνημα ως στοιχεία που την συνθέτουν. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του δοκιμάζεται από  την τραγωδία του  θανάτου  της μητέρας του και τον αγκαλιάζει η στοργή  της εκ μητρός προμάμμης του από την Κόνιτσα. Αυτή φαίνεται  πως έριψε  τον σπόρο της ευσεβείας της πως  κάθε ορφανό παιδί υιοθετείται από την Παναγία Μητέρα του Χριστού μας. Έτσι από τα 12 χρόνια αρχίζει να συνειδοποιεί  ότι ανήκει στην Εκκλησία, αν και δεν είχε καμμιά ιερατική κληρονομία, σε όποια  και αν κάθησε θρανία για να μαθητεύσει. Όμως η θεία Πρόνοια αφύπνισε το ενδιαφέρον του μητροπολίτη Βελλάς και Κονίστης Κωνσταντίνου Καρατζόπουλου και τον στήριξε  τις σπουδές  του Αριστοκλή Σπύρου στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης.1 Ο εύελπις νέος  περάτωσε τις εκεί θεολογικές του σπουδές επί της σχολαρχίας του περιφήμου θρακιώτη Θεολόγου  Γερμανού Στρινόπουλου και κατατάχθηκε στους αποφοίτους της Σχολής το 1910 με το θέμα: «Περί της εκλογής πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως από του Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι της λώσεως». Τότε  συνέβη και η  δολοφονία του πατέρα του από εξτρεμιστές που πολεμούσαν την ελληνικότητα της Βορείου Ηπείρου και αποφάσισε να ιερωθεί. Το αίτημά του  διαβιβάστηκε στον Μ. Πρωτοσύγκελλο Αθηναγόρα Ελευθερίου και η χειροτονία του πραγματοποιήθηκε με εντολή του σπουδαίου Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄,  στο ναΐδριο της Σχολής τον Μάρτιον του 1910 από τον μητροπολίτη Ελασσώνος Πολύκαρπο Βαρβάκη, τότε πρόεδρο της Εφορίας της Σχολής.

Τότε ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ επιδιώκει να περισώσει τις εκκλησιαστικές επαρχίες του στην νότια πλευρά των Βαλκανίων όπου η τσαρική διπλωματία επιδιώκει να ενισχύσει  τις εθνικιστικές επιδιώξεις των υφισταμένων εκεί λαών μετά την διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ανατολική Ευρώπη.  Επιδιώκεται το φούντωμα του εθνικισμού για να επιβληθεί ως εκκλησιολογικό δόγμα ο σλαβικός «Εθνοφυλετισμός» που κατεδίκασε ως αίρεση η Μεγάλη Σύνοδος των παλαίφατων Πατριαρχείων στο Φανάρι το 1872. Η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως ανέθεσε  στην Μητρόπολη Πελαγονίας την εξαρχία όλης της Ανω Μακεδονίας και εκεί εκ παλαιού απεστέλλοντο δόκιμοι αρχιερείς και στον 20ον αιώνα εστάλησαν το 1910 ο Στέφανος Δανιηλίδης  και από το 1912  ο Χρυσόστομος Καβουρίδης (1912-1918) με έδρα την πολυφυλετική  πόλη του «Μοναστηρίου», όπου η ελληνική κοινότητα  ήκμαζε με τα 18.000 μέλη της. Προς στήριξη της Μητροπόλεως αυτής στάλθηκε από το Φανάρι ως άλκιμο στέλεχος και γραμματέας της Μητροπόλεως ο διάκονος Αθηναγόρας ως έχων έγκυρη γνώση στην περιοχή των δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου και υπεύθυνος της εκεί εκπαιδεύσεως λόγο της γλωσσομάθειά του στήν γαλλική, την αρβανίτικη και στην τουρκική γλώσσα. Εκεί επί οκταετία έδρασε ως αρχιδιάκονος ο Αθηναγόρας με το  ύψιπετές ηπειρωτικό του ανάστημα   και το διαμπερές όμμα που καθήλωνε τους επισκέπτες του γραφείου του και όταν τους ρωτούσα «σε τί μπορεί να τους φανεί χρήσιμος;» Εκείνοι του απαντούσαν: «ήλθαμε για να κοιταχθούμε» ! Ετσι ως διάκονος όχι μόνον  με την βαθυφωνία του  στις ακολουθίες, αλλά  και από  ειλικρινές και έντιμο κοίταγμά του έγινε αξιαγάπητος στην κοινωνία του Μοναστηρίου μέχρι που έφθασε η ημέρα υπηρεσιακά να συνοδεύσει τον Μητροπολίτη του Χρυσόστομο στη Θεσσαλονίτη, όπου οι συμμαχικές άρχες γνώριζαν τα βασιλικά φρονήματα  του μητροπολίτη του και αμφοτέρους τους συνέβαλαν και τους κακοπάθησαν Σενεγαλλέζει στις φυλακές μέχρι που  παρέβη ο Μητροπολίτης Γεννάδειος και εκτοπίστηκαν στο Άγιον Όρος  απ’ όπου         κλήθηκε ο αρχιδιάκονος Αθηναγόρας στην Αθήνα ως κληρικός «δακτυλογράφος σε μηχανή» από μητροπολίτη Αθηνών Μελετίου Μεταξάκη!

       Τετραετής ήταν η συνεργασία του Αθηναγόρα ως γραμματέας της Μητροπόλεως κοντά στον Αθηνών Μελέτιο. Αυτή ήταν συνεχώς εποικοδομητική και κατά την λειτουργία της Μητροπόλεως και κατά τις περιοδείες του άριστα πεπαιδευμένος ιεράρχης επί  των εκκλησιαστικών πραγμάτων και στην επίλυση των κανονικών προβλημάτων. Ως ο  Κιτίου Μακάριος καταστάθηκε οργανωτής της Εκκλησιολογικής  συγκροτήσεως της Κυπριακής Εκκλησίας και ο «Καταστατικός του Χάρτης» ίσχυσε  μέχρι πρότινων ετών Η μαθητεία του Αθηναγόρα πλησίον του ἠταν  πραγματική  μετάγγιση του σωστού εκκλησιαστικού φρονήματος και της ποιμαντικής φροντίδος που τον διαπαιδαγώγησε. ¨Όλα αυτά  ήταν πραγματική θεία περίνοια ώστε να σταθεί επάξια να ποιμάνει στην Μητρόπολη Κερκύρα με την έντονη σχέση με το βασιλικό στέμμα και μάλιστα απειλούμενη από φασιστικό γειτονικό καθεστώς. Εκεί αναδεικνύεται «ο ποιμήν ο καλός» του κερκυραϊκού κλήρου και λαου που όχι μόνον περιθάλπτει και το προσφυγικό  στοιχείο δημιουργεί μια νέα  εκκλησιαστική και ποιμαντική πραγματικότητα στην νησο, που άρχισε με την επιστροφή  του ιερού λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνα στην Εκκλησία μέχρι την σύσταση το 1924  της Ιερατικής Σχολής των Επτανήσων και άλλων ευαγών ιδρυμάτων όπως για την νεότητα λογω της αποστολής του από την Εκκλησία της Ελλάδος ως γλωσσομαθούς στο Εξωτερικό σε και συγκροτεί  το 1924  την πεντατάξια Ιερατική Σχολή, με διευθύνοντα τον Αρχιμ. Παρθένιο Πολάκη προς τελειότερη μόρφωση τοῦ ιερού Κλήρου της Επτανήσου. Εκπροσώπει την Εκκλησία της Ελλάδος λόγω της γλωσσομαθείας στη Χ.Α.Ν. και ειδικά στην «Διορθοδόξου Επιτροπής για τά θέματα της Προσυνόδου»  στο Άγιον Όρος ως άριστου γνώστη των συγχρόνων εκκλησιαστικών θεμάτων της Έκκλησίας. Τότε γνωρίστηκε εκεί με τον Αποκρισιάριο του Πατριαρχείου Τραπεζούντος Χρύσανθο και συνεζήτησαν την εκκλησιαστική κατάσταση της ομογένειας στην Αμερική και στερεώθηκε η φιλία τους για το Φανάρι. Το 1928 Ελλήνική Κυβέρνηση αποφασίζει να γεφυρώσει τα διεστώτα στην ομογένεια της Αμερικής. Η πατρίδα της κορινθιακής σταφίδας που τότε ήταν χρυσάφη για το πτωχό ταμείο της Ελλάδος καταστράφηκε από τον τρομερό σεισμό της Κορίνθου που ισοπέδωσε την πόλη και την επαρχία της. Για να ακουστεί η φωνή της ενότητος του Γένους και να ζητηθεί η πανελληνια ερανική συνδρομή έπρεπε να σταματίσει η φθορά της εθνικής διχοστασίας και στην Αμερική. Και αυτό το αναλαμβάνει ο Κορίνθου Δαμασκηνός που στη Έκθεση που συνέταξε γνωμοδότησε ότι το ζήτημα θα θεραπευθεί μόνον εάν η εκεί ιεράρχες επιστρέψουν στην Ελλάδα.  Με τον Κορίνθου Δαμασκηνό συμφώνησε και η Ελληνική Κυβέρνηση και το διεμήνυσε στον πατριάρχη Βασίλειον Γ΄ που απέλυσε τον αρχιεπίσκοπον Αλέξανδρον και τον κατέστησε κατά το προνόμιό του ως πρώην Αμερικής. Τότε ο Χρύσανθος υπέδειξε ως ενοποιό αρχιεπίσκοπο  τον αγγλομαθή μητροπολίτη  Αθηναγόρα ο οποίος εξελέγη στις 12 Αυγούστου 1930  και αποδείχθηκε ο επιδέξιος αναδιοργανωτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην  Αμερικανική  Ήπειρο.

   Η περίοδος του Μεσοπολέμου είναι μία κατ’ εξοχήν εποχή επιλύσεως τριών σπουδαίων ζητημάτων για το δοκιμασθέν από την Καταστροφή του 1922 Γένος μας. Πρώτον ήταν η ανάδειξη ως ποιμενάρχη του Αθηναγόρα για να την τεταραγμένη ομογένεια της Αμερικής και η προετοιμασία του έξη μήνες στην Αθήνα για να έλθει σε επαφή με τους δυναμένους να τον βοηθήσουν στην Ελληνοαμερικανική αποστολή του  και η  Ιερά Σύνοδο των Αθηνών να  τακτοποιήσει σε Μητροπόλεις τον Νοέμβριον του 1930 τους εξ Αμερικής αρχιερείς τον Αλέξανδρο στην Κέρκυρα και τους άλλους δύο σε χηρεύουσες επαρχίες της  Ελλάδος. Δεύτερον ήταν διπλωματική προσέγγιση της ηγεσίας των δύο ειρηνευσάντων γειτονικών λαών της Τουρκίας και της Ελλάδος μετά την «Συνθήκη της Λωζάννης»,  του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Μουσταφά Κεμάλ που να θεμελιώσουν   στην Αγκυρα της 30 Οκτώβριου 1930 τις τρείς συμφωνίες ώστε να μην μετάσχουν α) σε οποιαδήποτε πολιτική ή οικονομική συνεννόηση που θα στρεφόταν εναντίον της μιας εξ αυτών και (β) να μην προβούν σε παραγγελίες ή κατασκευές πολεμικών πλοίων χωρίς προηγούμενη συνεννόηση μεταξύ τους και (γ) να τονωθούν οι εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες με εμπορική και προξενική σύμβαση. Οι σχέσεις αυτές αναπτύχθηκαν ακόμα περισσότερο στις 14 Σεπτεμβρίου 1933 όταν υπέγραψαν στην Αγκυρα το σύμφωνο ότι αναλάμβαναν την εγγύηση των κοινών τους συνόρων και έκτοτε «αυτή η τότε χάραξη των συνόρων αποτέλεσε μόνιμο σημείο αναφοράς πέραν του αιώνος και το ορόσημο τους». Το σύμφωνο της  Αγκυρας θεμελίωσε την Ελληνοτουρκική προσέγγιση και όντως ωφείλεται στην συναντίληψη των δύο τότε πουδαίων ηγετών τους για το κοινόν συμφέρον των γειτονικών λαών. Δυστυχώς  ο επισυμβάς στις 10 Νοεμβρίου 1938  θάνατος του Μουσταφά Κεμάλ σε ηλικία των 57 ετών διέκοψε την καλλιέργεια αυτών των σχέσεων με την διαδοχή του από τον Ισμέμ πασά Ιννονού. 2   Όταν καταλήφθηκε το 1941 η Ελλάδα από τους Ναζί ο Ισμέτ έδειξε το αντιχριστιανικό μένος του. Την 21η  Σεπτεμβρίου 1941 μεγάλη πυρκαἱα κατέστρεψε στην τρίτη ομάδα των κεντρικών κτηρίων που αποτελείτο από τα  τέσσερα ξύλινα κτήρια το Πατριαρχείο  του Φαναρίου  καταστρέφοντας το πλήθος των κειμηλίων, των κωδίκων, των χειρογράφων και των πολυτελών επίπλων. Όλα αυτά  έγιναν «παρανάλωμα πυρός» από δήθεν βραχυκύκλωμα, που ουδέποτε ανακριτικά επιβεβαιώθηκε.  Η ανακατασκευή του κτηρίου  επετράπη μετά μηνό αιώνα γιατί  διεθνώς έγινε αντιληπτός ο ηθελημένος εμπαιγμός της Άγκυρας που βεβαιώθηκαν από τους εξοντωτικούς διωγμούς της ελληνικής μειονότητος όσο νικούσαν οι Ναζί στο Ρωσικό μέτωπο.     

          Το τρίτο σοβαρό ζήτημα που προέκυψε κατά τον Μεσοπόλεμο ήταν πονηρή επιθετικότητα του σοβιετικού  καθεστώτος κατά των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Ανατολική Ευρώπη.  Η  αναπτυχθείσα φιλία του Στάλιν με τον μητροπολιτη Λένινγκραντ Αλέξιον Σιμάνσκη κατά την πολιορκία της άλλοτε πρωτευούσης της Τσαρικής αυτοκρατορίας, διευκόλυνε τον Σεπτέμβριο του 1943 τον «ιστορικό συμβιβασμό» του Σοβιετισμού με την Εκκλησία. Τότε  δόθηκε η άδεια  εκλογής ως Πατριάρχη του Μόσχας του Σεργίου Στραγκορόνσκη που απεβίωσε το 1944 και τον διαδέχθηκε 1945 ο Αλέξιος Α΄.  Αυτός εντέλλεται από το Κρεμλίνο να συνεχίσει  το σχέδιο των τσάρων για να μεγαλώσει το κράτος της Ρωσίας με την κατάληψη όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Ανατολική Ευρώπη που ελευθερώνοντο από τον Σοβιετικό Στρατό.  Έτσι άρχιζε ο λεγόμενος «Ψυχρός Πόλεμος» που απειλούσε τον ελεύθερο κόσμο. Εκδιώκονται όλοι οι κανονικοί επικεφαλείς των Ορθοδόξων Εκκλησιών ο Εσθονίας  Αλέξανδρος, ο  Πολωνίας Διονύσιος, ο Ρουμανίας Νικόδημος, ο Τσεχίας Σαββάτιος, ο Σερβίας Γαβριήλ Ε΄ και ο Αλβανίας Χριστοφόρος που απεβίωσε στην φυλακή και διοικούντο πλέον από φιλοσοβιετικούς πράκτορες που ήταν  υποχείρια αντρείκελα της Μόσχας. Το Κρεμλίνο ως η ηγέτιδα δύναμη του κομμουνισμού θέλησε να ελένχει όλη  την Ορθοδοξίας μέσω του Μόσχας Αλεξίου Α΄. Τότε  ανακάλεσε ανιστόρητες φαντασίες  περι δήθεν «αυτοκεφαλίας» της Ρωσικής  Εκκλησίας προ της Αλώσεως το 1448. Με αυτό δήθεν το πρόσχημα ο Αλέξιος Α΄ αυθαίρετα συγκάλεσε το 1948 μία «Πανορθόδοξη Διάσκεψη», γεγονός που απέτυχε παταγωδώς! *** Βλ. άρθρο μου «Η πονηρευόμενη συνεχώς πατριαρχία της Μόσχας» στον ημέτερον ιστότοπον. Αριστείδης Πανώτη . gr. Τον σκοπό της αυτής της  «πρωτοβουλίας» απέδειξαν τα «κατασκευασμένα πεπραγμένα» που δημοσιεύθηκαν γαλλικά και: Ήταν η πρώτη  διακήρυξη της εχθρότητος του Κρεμλίνου  στον Δυτικόν πολιτισμόν. Εξ του εχθρικού «στίγματος» αυτού ο πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ αντελήφθηκε ότι ο πραγματικός  αντίπαλος της πατριαρχίας του ήταν ο «Πανρωσισμός της Ορθοδοξίας» που έλαβε και «εκμαυλιστικό χαρακτήρα» των Ορθοδόξων Εκκλησιών με χορηγίες ποσών και αυτό έπρεπε «μηδοπωστιούν».  Δηλαδή με «οποιονδήποτε τρόπον» να αποτραπεί. Τότε εντάθηκε η «κατάθλιψή» του που προκλήθηκε από την εξορίας του στην Προύσσα το 1943 και παραιτήθηκε! Έξ  αυτού  η Μ. Εκκλησία στερήθηκε του «οικείου προστάτη» της και χρειάστηκε νέον στεναρόν ηγέτη που είχε αγωνιστικό σθένος.

        Το 1948 στην «Κληριλολαϊκήν της Βοστώνης» ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Αθηναγόρας δήλωσε:. «ότι  το ολέθριο πνεύμα της καταστροφής απειλεί να πνίξει την ελευθερία της συνειδήσεώς μας, τα ανθρώπινα ιδανικά μας και τα ιερά του χριστιανικού πολιτισμού θεμέλια (...). Η Ελλάς από το ένα μέρος διεξάγει ήδη σκληρόν αγώνα δια να διατηρήσει την ελευθερίαν και την εδαφικήν της ακεραιότητα. απεδείχθη εν τη πράξει ως εις εκ των αποτελεσματικοτέρων παραγόντων εις τον αγώνα προς απόκρουσιν της επιθέσεως αυτής».  Προς διεξαγωγή  της ιερωτέρης αντιστάσεως δια την υπεράσπισιν των ιδανικών της χριστιανοσύνης εξ όσων εδόθησαν ποτέ επισημάνθηκε τότε ο Αμερικής Αθηναγόρας και η Ενδημούσα Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, έχουσα την πληρεξουσιότητα από την εκτός Τουρκία Ιερουρχία του θρόνου, συνήλθε κατά την κρατούσα τάξη εκ των Ιερών Κανόνων και κατήρτησε δια μυστικής ψηφοφρίας το τακτικόν δελτίον του  «τριπροσώπου» εκ των: Αμερικής Αθηναγόρα, Μηθύμνης Διονυσίου και Κώου Εμμανούλ και οι 17 αρχιερείς της  κατήλθαν  στον πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου και «ανέπεμψαν εν κατανύξει ψυχής επίκληση του Αγίου Πνεύματος και πάλι με μυστικήν ψηφοφορίαν:   «επέλεξαν κατά πλειοψηφίαν τον υπό του  Θεού υποδεχθέντα και προβληθέντα  ως αρχιεπίσκοπον  Αμερικής τον μητροπολίτην Αθηναγόρα». «Αυτόν δε ως Παναγιότατον ημών Δεσπότην και Οικουμενικόν Πατριάρχην αναγνωρίζομεν και ανακηρύττομεν, εν ώραις αισίαις και ελπίσι χρησταίς ημών τε και πάσης της Εκκλησίας». Οι τελευταίοι αρχιερείς που υπέγραψαν τον ιερό κώδικα ήσαν οι πέντε «λευκοψηφίσαντες»:Ο Περγάμου Αδαμάντιος, Ο Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος, ο Χαλδίας Κύριλλος, ο Λαοδκείας Μάξιμος και ο Σάρδεων Μάξιμος. 3  

              Πρίν ξεκινήσει ο νέος πατριάρχης Αθηναγορας για την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως επιχείρησε  μια μεγάλη περιοδεία σε όλες σχεδόν τις ορθόδοξες κοινότητες της Αμερικής καλώντας όλους σε μια σταυροφορία κατά του οργανωμένου από το κράτος αθεϊσμού με αεροσκάφος που είχε παραχωρηθεί από τον τότε  Πρόεδρο των Η.Π.Α. Χάρρυ Τρούμαν ο νεοεκλεγής Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας έφτασε εκ Παρισίων στο αεροδρόμιο του Γεσίλκοϊ (Αγίου Στεφάνου) της Κωνσταντινουπόλεως την Κυριακή 23 Ιανουαρίου  19494   

                 Στο αεροπλάνο ανήλθε και τον  χαιρέτησε τον νέον Πατριάρχη  των Ορθοδόξων ο Νομάρχης τοη Πόλεως επιδίδοντάς του πλέον τουρκικό διαβατήριο ο οποίος  εξερχόμενος  εντυπωσίασε όλους μιλώντας εκτός των ελληνικών και στα τουρκικά, εκφράζοντας την εκτίμησή του στις αρχές και το πλήθος χριστιανών αλλά και των μουσουλμάνων που τον υποδεχόταν.  Μάλιστα σχηματίστηκε μια τεράστια πομπή που κατευθύνθηκε στη κεντρική πλατεία Ταξίμ της Πόλης, όπου ο Αθηναγόρας κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο του Κεμάλ Ατατούρκ και μεταταύτα μετέβη στο Φανάρι που τον υποδέχθηκε ο Τοποτηρητής και η Ιεραρχία και πλήθος πιστών.  Επί τριήμερο ενημερώθηκε εκεί επί των ζητημάτων της αρχιεπισκοπής του  και ιδίως πως τώρα λειτουργεί από το 1941  ο «Οίκος  των του Χριστού πενήτων» μόνον στην δυτική πέτρινη πλευρά των «Κωνσταντινιανών» και του «Ευγενίδειου» κτηρίων. Ο Πατριάρχης εγκαταστάθηκε στον  β΄  όροφο του  «Ευγενίδειου» κτηρίου, όπου υπάρχει  το παρεκκλήσιο του Αγίου Ευσταθίου και το πατριαρχικόν  κελλίον, καθώς και το επίσημο  γραφείον του.  Η ζημιά από την μεγάλη πυρκαϊά της 21ης Σεπτεμβρίου διότι  από την έκταση των 4891 τ.μ. μόνον τα μισά 2354 τ.μ. παρέμειναν προς χρήση υπό του Πατριαρχείου. κάτι που το ταλαιπώρησε τον επί μισό αιώνα μέχρι το 1989.  Η ιεροτελεστία της «Ενθρονήσεως» διεξήχθη κατά την αρχαίαν τάξη την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου1949 και την προσφώνηση του εξ ονόματος της Ιεραρχίας ανέλαβε ο λόγιος μητροπολίτης Αίνου Γερμανός με εμπεριεκτική ομιλία του  στηριζόμενη στην φράση εκ του βιβλίου του Βαρούχ (ε΄5-6)  «Ανάστηθι και στήθι επί του υψηλού και περιβλέψε προς ανατολάς και ίδε συνηγμένα τα τέκνα σου» εκφράζοντας την ομόθυμονπροσδοκίαν κλήρου    και λαού  δια την ανάληψη από αυτήν την ώραν της υπάτης στην Εκκλησία διακονίας  υπό πεφωτισμένου ανδρός περιωπής. Στην συνέχεια επεξηγεί  τις «πολλές δεινές περιστάσεις που διέρχεται η Εκκλησία που απαιτούν έκτακτον άνδρα με νούν διορατικόν, βούληση ισχυράν και ηθικήν, καρδίαν αγαθήν και χείραν στιβαρά και ευρείαν διάνοιαν για να θέσει αρραγείς τις βάσεις της αναδημιοργίας».  

Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας ενθρονίζετε στην καθέδρα του πανσέπτου πατριαρχικόν ναό, έχων δεξιά τον Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου Ιάκωβος Στεφανίδης και στο  αριστερό του τον Μ.  Πρωτοσύγγελο Μελίτωνα Χατζή. Την ιστορική αυτή φωτογραφία μου απέστειλε το 1949 ο αείμνηστος καρδιακός φίλος μου μετά Ικονίου Ιάκωβος.

       Ο Πατριάρχης άρχισε τον  ενθρονιστήριο λόγο του από το Πέτρειον αποστολικό κάλεσμα : «Αναστάς, πορεύου συν αυτοίς, μηδέν διακρινόμενος» (Πραξ. ι΄ 20) που αποτελεί  θεία παρότρυνση προς μετάδοση στην Οικουμένη του  ευαγγελικού μηνύματος προς Σωτηρία διά Ιησού Χριστού. Και δηλώνει ότι  ήλθε εδώ με την ευμένειά της Ιεραρχίας για να συμπορευθώ μαζί της προς αποτροπήν  κάθε  δυσπιστίας προς την παραδοθείσα αλήθεια περι του Ιησού Χριστού και των αξιών που το Ευαγγέλιό του πρόσφερε στην ανθρωπότητα του Πλανήτη μας. Είπε: Ήλθα για να συμπορευθώ μαζί σας με προσευχή στον μεγάλο αγώνα με βαθειά πίστη για να κατακάτσει κοντά μας όπως στους προγόνους μας Άπτερη η νίκη όχι καθ’ υπερβολήν λόγου και σοφίας  κατ’ άνθρωπον,  άλλά ως δούλος και οικονομός των μυστηρίων του Χριστού,  βλέποντας όλους κατάμματα ως αδελφούς του αυτού του αμπελόνος και ευχαριστώντας όλους για την υποδοχή  και συγχαίρων τους πάντες για την εδώ ανθηρότητα αυτού του αμπελώνος.«Μονον δια της Θρησκείας οι άνθρωποι θα ειρηνεύσουν με εαυτούς και αλλήλους αφού  η  γενική ευτυχία προέρχεται μόνον με την συμφιλίωση, την συνδιαλλαγή και την  συνεργασία. Είμεθα δυό λαοί που συζούμε μαζί επί  αιώνες αρκεί να αντιλαμβανόμεθα ότι είμαθε το πλήρωμα πλανήτη της γής με κοινές ευθύνες και προς τούτο δεν υπάρχει πολυτικότερη ευλογία από την  Ειρήνη Πάσι». 5  Το  επισφραγισμα αυτό του ενθρονιστήριου λόγου του Πατριάρχη αναδείχθηκε και το «οικόσημο της πατριαρχίας του και ήλθε στην Άγκυρά να το καταθέσει  για να δείξει  στο κατεστημένο στη Αγκυρα,  ότι ο εκ του εξωτερικού αφιχθείς  νέος Ρωμιός Προκαθήμενος εκτιμά βαθύτατα την «εκ της Ιστορίας παρατεταμένη συμβίωση των δύο λαών στα εδάφη της Μικράς Ασίας ως κοινής πατρίδας»  και ότι συνεχής  αντιπαλότητα στοίχισε αφάνταστα στην ευημερία στους λαούς  με το κοινό  πεπρωμένο από τον Δημιουργό Θεό και που μάλιστα έχουν και πολλές κοινές πολιτιστικές αξίες αιώνων. Στην Άγκυρα μετέβη με πολυμελή κληρικολαϊκή Αντιπροσωπεία της ανθούσης ακόμη Ρωμαϊκής μειονότητας για να εκφράσει ο πατριάρχης Αθηναγόρας στον τότε πρωθυπουργό  Ισμέτ πασά Ιννονού τις ευχαριστίες του,  τόσον για την απονομή της τουρκικής υπηκοότητος, όσο και για του δείξει την  νομιμοφροσύνη προς την εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας του σεπτού ιερού κέντρου της  Ορθόδοξης Οικουμένης.-

1. Πρόκειται για τον εκδιωχθέντα από την Άγκυρα στην Ελλάδα από το Φανάρι πατριάρχη Κωνσταντίνον Στ΄ τον Ιανουάριο του 1924 ως δήθεν «ανταλλάξιμον»!

2. Ο θάνατος αυτός  έφερε στην εξουσία τον Ισμέτ πασά Ιννονού ο οποίος από την εποχή των συνομιλιών στη Λωζάννη βαραινόταν από αντιπατριαρχικό μένος που δεν πέτυχε να συμπεριλάβει στο πρωτόκολλο περι της «Ανταλλαγής των πληθυσμών» και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Άγκυρα πρεσβευτής του Χίτλερ ήταν  ο διαβόητος φίλος του Φον Πάπεν που του είχε δηλώσει ότι όταν νικήσει ο Χίτλερ θα καταργούσε για την Τουρκία ότι προερχόταν από την «Συνθήκη της Λωζάννης»!  

3.    Κώδιξ Α΄β΄ 2 σ. σ. 168171 .ημερ. 1 Νοεβρ. 1948             

4. Διερχόμενου της Ρώμης του αεροσκάφους ο Πατριάρχης παρεκάλεσε τον πιλότο να κάνει ένα κύκλο από επάνω της για να δεί το Κολοσσαίο και τον Αγιο Πέτρο, αφού ποτέ δεν είχε επισκεφθεί την πόλη αυτή στο παρελθόν, αυτό ήταν προμύνημα των θέσεών του για την καταλλαγή των διεκκλησιατιχ΄ων θέσεών του μήπως δόσει το ερέθισμα στον τότε αυστηρό πάπα Πίο ΙΒ τον Πατσέλλι΄(+1958) να ανταποδόσει την διάθεση  προς καταλλαγή. Όταν διερχόταν από  τον ελληνικό εναέριο χώρο, ανταλλάχθηκαν χαιρετισμοί μεταξύ Βασιλέως Παύλου και Πατριάρχη.

5. Και των δύο λόγων βλέπε πλήρη κείμενα στο περιοδικό «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ» τ.24. (1959) σ.35-41.

Loading

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ  ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ  ΣΤΗΝ ΒΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΤΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗ

Επέτειος  της πρώτης πεντηκονταετίας από την εκδημίας του.  

Ο αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής Αθηναγόρας το θέρος του 1931 αρχίζει  τις περιοδείες του από τον Καναδά. (1930-1948)

Γ΄

            Το υπερωκεάνιο «Βρέμη» που έφερε τον νέο αρχιεπίσκοπο Αθηναγόρα στην Αμερική κατέπλευσε στον λιμένα της Νέας Υόρκης στις 24 Φεβρουαρίου 1931. Ο νέος αρχιεπίσκοπος φέρνει  στην ομογένεια των μεταναστών  τον νέο Κανονισμό οργανώσεως της τοπικής Εκκλησίας κυρωμένα με την υπογραφή του  πατριάρχη Φώτιο Β΄ στις 10 Ιανουαρίου του 1931.  Το ιστορικό αυτό κείμενο απηλλαγμένο από κάθε πολιτικό καιροσκοπισμό προστατεύει  μέσα σε  22 άρθρα την όλη λειτουργία αυτής της νέας επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου κατά   τις γνήσιες εκκλησιολογικές ρίζες του Γένους μας.  Είναι μια απόφανση που καθοδηγεί  τις  άλκιμες δυνάμεις της Εκκλησίας να μεταδίδουν στο βορρά και στον νότο της Αμερικής στους γηγενείς και στους απογόνους των εκεί κατακτητών τις διαχρονικές αξίες του ευαγγελίου και του ανθρωπισμού που αποτελούν κληρονομίες του Ελληνισμού.  Η εφαρμογή της νέας τάξεως στην διοίκηση της Αρχιεπισκοπής  Αμερικής ανατέθηκε σε έμπειρο ιεράρχη κυρίως για να  απαλλάξει  το εκεί ποίμνιο της Εκκλησίας   από κάθε  παρενέργεια του εθνοκτόνου διχασμού. Όταν αφίχθηκε ο αρχιεπίσκοπος  στον λιμένα της Νέας Υόρκης ανήλθε επί του πλοίου η Επιτροπή  υποδοχής του  με επικεφαλής τον Μεγαλοσπηλαιώτη επίσκοπον Κάλλιστον Παπαγιωργόπουλον,  που από το 1907  διακόνησε την ομογένεια,  και ο Έλληνας Πρόξενος της πόλεως, καθώς  και οι κληρικοί της Αρχιεπισκοπής.  Αυτοί ασπάσθηκαν την δεξιάν του και τον καλωσόρισαν και άκουσαν  τους ευχαριστήριους λόγους του. Ακολούθησε η  αποβίβαση από το πλοίο και ο σχηματισμός πομπής  που κατευθύνθηκε στον  καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδος. Εκεί επίσημα τον υποδέχθηκε ο Λέσβιος Μ. Αρχιμανδρίτης Μεθόδιος Κουρκουλής μετά επίλεκτων κληρικών και  διεξήχθη η «κατά την τάξη» ενθρόνηση του Σεβ. Αθηναγόρα παρουσία και των αντιπροσώπων από τις μεγάλες και τις μικρές  πατριωτικές οργανώσεις και τον λαό εκ των 56 ενοριών της μεγαλουπόλεως της Νέας Υόρκης και η όλη τελετή  έκλεισε με τον χαιρετιστήριο  λόγο, την ευλογία και τα συγχαρητήρια των παραστάντων. Μεγάλη εντύπωση προξένησε η ομιλία ενθρονίσεως  του αρχιεπισκόπου στην οποία δήλωσε προς όλες  τις κατευθύνσεις το βασικό κατευθυντήριο μήνυμα: «ότι δεν ήλθε για να συνεχίσει την εσωτερική φυλετική τριβή και φθορά της ομογένειας, αλλά να «ενεργοποιήσει» την εκκλησιαστική παρακαταθήκη της μακράς κληρονομία του Γένους και να προσφέρει τις φωτεινές αρχές και ιδανικά του Ελληνισμού στον νέο κόσμο της Αμερικής». 1     Και αυτό το έδειξαν  από την αρχή  που     εγκαταστάθηκε στην περιοχή της «Αστόριας» της Νέας Υόρκης, όπου κτυπούσε  τότε η καρδιά της ομογένειας. Ξεκίνησε η διακονία του από το  προσωπικό προσευχητάριο του και συνεχίστηκε το καθημερινό πρόγραμμα του στο γραφείο του με την συνεργασία των  κληρικών και λαϊκών συνεργατών του  με τις ταπεινές ποιμαντικές οδηγίες του για την καλύτερη ανταπόκριση του έργου τους. Εκεί συνεδρίαζαν και τα μέλη του  «Μεικτού Συμβούλιου της Αρχιεπισκοπής» για να τον συνδράμουν στις πρωτοβουλίες της  αποστολικής δράσεως του και  να  εκφραστεί  όλος ο  δυναμισμός της ομογένειας που θα στερεώσει την εκκλησιαστική ζωή των ενοριτών στις παραδόσεις του Γένους μας. Ταυτόχρονα ως ο ποιμενάρχης δεν παρέλειπε να δίδει το προσωπικό παράδειγμα της συνεχούς παρουσίας του στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας και  χοροστατούσε στην θεία λατρεία στις  εγκύτερες ενορίες κατά τις κατανυκτικές  ακολουθίες στο διάστημα της Μ. Τεσσαρακοστής και της Μ. Εβδομάδας, ενώ  τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές ιερουργούσε και ομιλούσε στα αναγνώσματα εξαίροντας  πάντα  την αξία της εθνικής ενότητας και την συλλογικής ευθύνης της ομογένειας για την συντήρηση και την επαύξηση της αποστολικής δράσεως  της Αρχιεπισκοπής στην Αμερική.  Βασική επιδίωξη του Αθηναγόρα ήταν να καταλάβουν ὀλοι οι μετανάστες  ότι ο μόνος ιερός θεσμός που δένει και εκφράζει την ενεργητικότητα του Γένους μας  είναι η συντεταγμένη Εκκλησία εκ της οποίας απορρέει όλη η κρατούσα τάξη στην  Εκκλησία μας και όχι ο καιροσκοπισμός των αυτόκλητων σωτήρων που έρχονται και παρέρχονται.

        Τα σοβαρά ζητήματα της τοπικής Εκκλησίας  επιλύονται κατά την  «διαγνώμη» της Μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας  και οι λύσεις ανατίθεται στο καθήκον ευθύνης  του οικείου αρχιεπισκόπου που έχει γνώση και πείρα για να προλαμβάνει κάθε αταξία που ταράζει την κοινωνίαν της εν Χριστώ αδελφότητος. Η Εκκλησία είναι η «Μάνα του λαού του Θεού» αυτή μόνη μεταγγίζει στις καρδιές των «βαπτισμένων» παιδών της  τις αλήθειες της πίστεώς μας καθώς και τις  πολιτιστικές αξίες αιώνων στο Γένος μας.  Οι περισσότεροι μετανάστες έφθασαν στην Αμερική αναζητούντες λύσεις επιβιώσεως και απλά παραδοσιακά θρήσκευαν. Οι ενορίες που ίδρυσαν συνέστησαν τα ελληνικά σχολεία για να  μαθητεύσουν όταν έγιναν γονείς τα παιδιά τους  και να μορφωθούν  στην κατήχηση και στην ιστορία της πίστεως της πατρίδος γιατί:  « εκ παραδόσεως κάθε ενορία παροικίας των  Κοινοτήτων μας που  είναι ο στρατός παρεμβολής Κυρίου και γι’αυτό παραμένει ανεκτίμητη Τράπεζα θρησκευτικών και πολιτιστικών θησαυρών, αλλά είναι και θεραπευτήριον πολλών κοινωνικών αρρωστημάτων που  όταν αυτά  παραμελούνται  από το πλήρωμα της Εκκλησίας αποτελούν κάκιστο λάθος  εκ του οποίου προέκυψαν πολλά δεινά και κενά στονΕλληνισμό», όπως έγραψε σε εγκύκλιό του  ο αρχιεπίσκοπος  Αθηναγόρα. Οι μετανάστες δημιούργησαν τις  οργανώσεις της «ΑΧΕΠΑ» και της  «GAPA» και περί τις 50 άλλες πατριωτικές οργανώσεις οι οποίες  με τις ονομασίες που συνήθως δείχνουν και την καταγωγή των μελών τους και  όλοι συνάγουν πόρους για την ευώδωση των στόχων τους, ενώ η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία όπου στην ξενιτειά έχει ευκτήριους οίκους παραμένει «Εκκλησία των του Χριστού πενήτων»!  Εξ αυτού  και η Αρχιεπισκοπή Αμερικής,   που λειτουργεί τους δύο πυλώνες της Θρησκείας και της Παιδείας του Γένους μας, για να συνεχίσει να τους λειτουργεί μόνιμη  χρειάζεται τις εισφορές των μελών της, όπως πράττουν και οι ετερόδοξοι. Γι’ αυτό  πρέπει οι ορθόδοξοι συμπατριώτες πρέπει να εισφέρουν το αίσχατης αξίας  νόμισμα της Αμερικής του «μονοδολλαρίου»,  για την ετήσια σύνταξη του προϋπολογισμού της και κάθε ελληνορθόδοξος που συμπλήρωσε το 21ον έτος της ηλικίας του. Η ερανική αυτή εισφορά είναι αναβίωση της  «Λογία της Αγάπης» των αποστολικών χρόνων που στερεώνει την Ορθοδοξία εδώ στην Αμερική ως θεμελιακό  «καταστάλαγμα» γιατί αποτελεί ελάχιστη εισφορά των ξενιτευμένων τέκνων  της Μητρός Εκκλησίας προς το ιερό σύμβολο της ενότητος όλων των Ελλήνων. Η Αρχιεπισκοπή  των μεταναστών στην Αμερική είναι  η οικουμενική συνέχεια της αρχαίας Εκκλησίας που χειραγωγεί την ποίμνη  του Χριστού από  τον τόπο των Οικουμενικών Συνόδων μέχρι τα τέλη της ζωής μέσα στη αδελφική κοινωνίας των Ορθοδόξων. Οπουδήποτε και αν ευρίσκονται οι Έλληνες και δεν υπάρχει ελληνική κρατική εξουσία δεν είναι «ακέφαλοι» γιατί υπάρχει η Ελληνορθοδοξη εκκλησιά  που αναπληρώνει τα ελλείποντα και παραδίδει την κληρονομία της ορθοδόξου πίστεως στους ομογενείς  και στους διαδόχους τους.  Το φιλελεύθερο κλίμα της Αμερικής παρέσυρε μερικούς κληρικούς σε ελευθεριότητα που έπρεπε να τιθασευθεί και έτσι συστήθηκε το «Πνευματικόν Δικαστήριον» υπό την κανονική προεδρία του αρχιεπισκόπου. Οι κληρικοί που πλαισίωναν τότε τις ενορίες των μεταναστών δεν ήταν όλοι «με φόβον Θεού» και γνώστες της κανονικής τάξεως ως εκπαιδευμένοι σε Ιερατικές Σχολές  και προέβαιναν σε  παρ’ ενορίες ιεροπραξίες και σε πολλές  άλλες αταξίες. Τότε ο Αθηναγόρας καθόρισε τις θέσεις των Ιερέων για να αποφεύγονται οι ανταγωνισμοί μεταξύ τους που φθείρουν το κύρος της ιερωσύνης. Εξ  αλλού οι εφημέριοι είναι υποχρεωμένοι να ασχολούνται και με τα πολύπλοκα  οικογενειακά  προβλήματα των ναυαγημένων γάμων και έπρεπε να έχουν και  νομοκανονικές γνώσεις για τα αποφεύγονται οι εντάσεις μεταξύ συγγενών.  

Η πρώτη περιοδεία του αρχιεπισκόπου Αμερικής Αθηναγόρα στο Μοντρεάλ του Καναδά   του κατά το συνέδριο της GAPA το θέρος του1931

Το 1931 ο αρχιεπίσκοπος   ίδρυσε την πολύτιμη «Φιλόπτωχη Αδελφότητα των Κυριών», η οποία του στάθηκε  και αρωγός στα μετά ταύτα μορφωτικά ιδρύματα της Αρχιεπισκοπής που ήταν:

α) Η συσταθείσα  Ακαδημίας του Αγίου Βασιλείου, που εξελίχθηκε στην καλύτερη παιδαγωγική Ακαδημία μορφώσεως των νέων διδασκόντων στα σχολεία των παροικιών προς διάδοση στην Αμερική  του ελληνοποιού θησαυρού της  Παιδείας του Γένους μας.

β)  Το συσταθέν Ιεροδιδασκαλείο  στο  Πόμφρεϋ (Pomfret), που διοικείται υπό Εφορίας και είναι τετραετές και οι σπουδαστές του ρασοφορούν  όπως εκείνοι της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.  Αυτό το ίδρυμα  δεν άργησε να εξελιχθεί στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού της Βοστώνης και με την συνδρομή βαθύπλουτων ομογενών μεταφέρθηκε το 1946 στο Brookline παρά την Βοστώνην.  Στα  14 πρώτα έτη της λειτουργίας της διατελούσε υπό την διεύθυνση του Κερκυραίου επισκόπου Αθηναγόρα Καββάδα και μετά από τα πέντε χρόνια λειτουργίας της (1938-1942)  απεφοίτησαν από αυτή 102 κληρικοί και 17 που συνέχισαν σε άλλες επιστήμες ως λαϊκοί. Οι βλαστοί της ομογένειας που ιερώθηκαν έδειξαν εξαιρετικό ποιμαντικό  ζήλο και σημαντική κοινονική δράση. 3   Η πνευματική προσφορά των διδασκόντων συναντήθηκε με την φιλομάθεια των σπουδαστών των  δύο αυτών καθιδρυμάτων και αυτά αναδείχθηκαν περίλαμπροι σταθμοί προόδου και καύχημα του Τύπου, των Κοινοτήτων και των ενοριών κατασταθέντες μάλιστα χρησιμότατοι συνεργάτες της αρχιερατείας του Αθηναγόρα στην Αμερική γιατί ανύψωσαν την εκκλησιαστική στάθμη του συνόλου  των κληρικών και των δασκάλων των ομογενών στις Η.Π.Α.4  Ο Αθηναγόρας με τους πολλούς κληρικούς και  λαϊκούς συνεργάτες που απέκτησε ύφανε στον εκκλησιαστικό αργαλειό το στημόνι της «βεβαίας εν Χριστώ  ελπίδας»  και  βοήθησε στην οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας, ώστε να κρατηθεί  το Γένος μας ζωντανό και ελεύθερο και  να διασωθεί εν μέσω τόσων μυριάδων ιστορικών καταιγίδων,  που άλλοι αρχαίοι λαοί δεν άντεξαν και υποτάγηκαν στους ισχυρούς της κάθε εποχής και απορροφήθηκαν από   αλλότριες βαρβαρικές ορδές κατακτητών.   Σε κάθε ευκαιρία ομιλιών προς τους μετανάστες τους παροτρύνει να  αποκτήσουν ιδιόκτητους ναούς με ειδικό χώρο  Σκευοφυλακίου προς  διαφύλαξη  των «εν χρήσει» ιερών  σκευών και αμφίων της λατρείας  και των αρχείων και σφραγίδων της ενορίας  υπό την ευθύνη του εκάστοτε πρωθιερέα.  Παράλληλα θεωρούσε υποχρέωση των μεταναστών να αποκτήσουν και  στέγη συστάσεως   «Πνευματικού Κέντρου»  προς διεξαγωγή των κοινωνικών συναντήσεων των ομογενών και  για τις  πολιτιστικές  και εθνικές  εκδηλώσεις.  Οι ομογενείς δεν κατοικούν   μόνον στα αστικά κέντρα των Πολιτειών, αλλά ζούν και στα κράσπεδα των μεγαλουπόλεων μέσα σε μικροπαροικίες  κωμοπόλεων και σε αγροτικές περιοχές σε αγροκτήματα απομονωμένοι, ακόμη  και σε απομακρυσμένες παραλίες,  στερούμενοι κάθε επαφής  αλλους  μετανάστες. Μάλιστα αν τυχαίως έφθανε κάποιος έλληνας ιερέας στην περιοχή τους τότε: «οι ανακαλυπτόμενοι άγνωστοι χριστιανοί μας ανελύοντο σε δάκρυα, όχι τόσον γιατί πρώτην φοράν έβλεπαν ιερέα στην κατοικία τους και  έπεφταν στην αγκαλιά της  Εκκλησίας ύστερα από χρόνια  πικρού  χωρισμού στην ερημιά και στην πνευματική ορφάνεια της ξενητειάς». «Μέχρι το 1931 ουδέποτε υπήρξε  εθνική πρόνοια  για την επίσημη προξενική καταγραφή των Ελληνορθοδόξων μεταναστών» όταν μάλιστα οι μετανάστες στις Η.Π.Α. τότε ξεπερνούσαν τις 400 χιλιάδες»! Αυτό συνέβαινε ίσως γιατί πολλοί   έφθαναν στη Αμερική ως «λαθρομετανάστες» κρυπτόμενοι και καλυπτόμενοι από τους συμπατριώτες και επομένως υπό την μόνιμη καταδίωξη των αρμόδιων διωκτικών  αρχών. Πολλοί  ήταν προσκεκλημένοι επισκέπτες και άλλοι πάλι ήταν «ξέμπαρκοι» ναυτικοί μετακινούμενοι από τόπο σε τόπο  μέχρι να  αποκτήσουν κάποια άδεια παραμονής και άφοβα να παρουσιαστούν ως μέλη σωματείων ὴ ενοριών ώστε επίσημα καταχωρηθούν στις υπάρχουσες  Κοινότητες και Εκκλησίες για να αποκτήσουν ασυλία.  Οι εργατικότεροι κατέληγαν σε κάποιο δημιουργικό  επάγγελμα και  οι ευφυέστεροι  ξεκινούσαν  εμπορικές επιχειρήσεις. Οι πλέον  επιτήδειοι άνοιγαν τόπους εστιάσεως και πρόκοψαν. Πολλές οικογένειες  μπόρεσαν και μόρφωσαν τα παιδιά τους  που διέπρεψαν στις επιστήμες και στις τεχνολογίες και μάλιστα  έγιναν στελέχη δημόσιων λειτουργημάτων. Έτσι  έδειξε η ομογένεια ότι  πολλά μπορεί να προσφέρει από την  κληρονομία της  στο νέο κόσμο. Η Αρχιεπισκοπή ήδη  συναγείρει τις χιλιάδες του αμερικανικού λαού  τα «Θεοφάνεια» στον Τάρπον Σπρίγκς για να τελέσει  την κατ’ έτος κατάδυση του Τιμίου Σταυρού και επίσης κατά την ετήσια τελετή της  Παγκοσμίου «Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού» στο Ατλάνικ Σίτυ, αφού ο Σταυρός  «είναι το σύμβολο ισχύος της εν Χριστώ Αποκαλύψεως που πρέπει και να φωτίζει και να καθοδηγεί τα συμβαίντα στον κόσμο μας». 2

          Στα 18 χρόνια της ποιμαντορίας του Αθηναγόρα στην Αμερική διοργανώθηκαν τέσσερις μεγάλες «Κληρικολαϊκές Συνελεύσεις» καιαμέτρητες «Τοπικές» συνάξεις για θέματα της ομογένειας. Η προετοιμασία και η διεξαγωγή τους εισκόμισαν τεράστιες γνώσεις και εμπειρίες για την κοινοτική και εκκλησιαστική ζωή καιθεωρήθηκε μέγας ομογενειακός  άθλος. Και τούτο διότι αυξήθηκε το επιτελείο της Εκκλησίας και επεκτάθηκε η διακονία της Αρχιεπισκοπης και χρειάσθηκε μεγαλύτερη  στέγη στο κέντρο της Νέας Υόρκης. Εξ αυτού  το «Μικτόν Κεντρικό Συμβούλιου» της προέβει στην αγορά μεγάρου στην λεωφόρο 10E  79 st. N.Y. Την Δευτέρα 2 Μαρτίου 1942 τελέσθηκε ο Αγιασμός σ’αυτήν την στέγη και εγκαταστάθηκαν εκεί τα γραφεία της στις 7-14 Απριλίου 1942 από την «Αστόρια» καθώς και η μόνιμη κατοικία του αρχιεπισκόπου. 5       

            Στο διάστημα του Μεσοπολέμου το «προσφυγικό πρόβλημα» και η μεγάλη «οικονομική  δυσπραγία», δυσκόλεψαν τη ζωή στην Παλαιά Ελλάδα και πολλοί εστράφηκαν στην αναζήτηση τύχης στην Αμερική κατι που επαύξησε την ποίμνη  της εκεί ομογένειας. Αυτό προκάλεσε το ενδιαφέρον του Οικουμενικού θρόνου και ο πατριάρχης Βασίλειος Γ΄ με την Ιερά Σύνοδό του αποστέλλουν την «Πατριαρχική και Συνοδική Εγκύκλιο»  εγκρίσεως του «Καταστατικου» ιδρύσεως της «Ελληνικής  Αρχιεπισκοπής Αμερικής  Βορείου  και Νοτίου», που είναι ένα βαρυσήμαντο εκκλησιολογικό κείμενο 6   που μεταφυτεύει την νέα θυγατρική Εκκλησία εκ του θεσμικού ιερού κέντρου μας στον αμπελώνα των ελληνορθοδόξων μεταναστών της Αμερικης, βέβαια  απηλλαγμένην από τον «πολιτικό καισαροσκοπισμό» που επιβλήθηκε αρχικά  στο Νεοελληνικό κράτος το 1833 από τους διαφωτισμένους,  και νομοθετήθηκε από το 1852 στην ελλαδική Εκκλησία επί εβδομηκονταετία  μέχρι την οδυνηρή Μικρασιατική Καταστροφή!  Η εν Αμερική Εκκλησία διατελεί περίπου «αυτονόμως»  υπό την ανώτατη εκκλησιαστική εποπτεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και αποτελείται  από  τεσσάρες περιφέριες (δ΄), την  Αρχιεπισκοπή  της  Νέας Υόρκης και τις επισκοπές στο Σικάγο, στην Βοστώνη και στον Άγιο Φραγκίσκο που ποιμαίνονται από 4 βοηθούς επισκόπους.   Με σχετικά άρθρα εξαίρεται η αρχή των «ομοθυμαδόν», δηλαδή των  ομόψυχων και ομόφωνων αποφάσεων στις  Γενικές Συνελεύσεις των Αντιπροσώπων του Κλήρου και του Λαού,(ιγ΄- ιδ΄), καθώς και το έργο τους (ιστ΄). Επίσης  καθιερώνονται δύο ακόμη  βοηθητικές διακονίες στον σρχιεπίσκοπο 1) η του «Μικτού Συμβουλίου» (κα΄) και 2) εκείνη  του «Πευματικού Δικαστηρίου» (ι΄). Έτσι  μέσα στο σύνολο αυτό των 28 άρθρων του «Κανονισμού»  θεμελιώνεται υπό της «Μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας» η  εκκλησιολογική  υποδομή της εν Αμερική Εκκλησίας. 7  

            Λόγω των πολεμικών γεγονότων του Β΄  Παγκοσμίου Πολέμου και της εμπλοκής σε αυτόν των Η.Π.Α. με την Ιαπωνία, σημαντική θεωρείται η                    «Η΄ Γενική Εκκλ.Συνέλευση» που συνήλθε στην Πεννσυλβάνια των Η.Π.Α. . Και τούτο  διότι  από το 1941 η Ελλάδα διατελούσε υπό την κατοχή των Ναζί.  Εξ αυτού κλήθηκαν να παραστούν σε αυτήν ο τότε βασιλεύς Γεώργιος  Β΄ και ο πρωθυπουργός του Εμ. Τσουδερός εξ Αιγύπτου που βρισκόταν τότε η εξόριστη Ελληνική  σε Κληρικολαϊκή «Εθνοσυνέλευση» των Ελλήνων στην ανατολική πλευρά των Η.Π.Α. όπου και η  ελληνογενής ονομασία της Φιλαδέφειας από τις 3 μέχρι 10  Μαΐου 1942! Η μελέτη των πορισμάτων αυτής της Συνελεύσεως δείχνει το ζωηρό ενδιαφέρον των συνελθόντων για το μέλλον της Ορθοδόξου  Νεότητος  με την σύστατη Ταμείου υποτροφιών για τους φιλοπρόοδους και άπορους νέους καθώς και θερινών κατασκηνώσεων  και αθλητικών  τμημάτων σε όλες  τις Κοινότητες μικτού χαρακτήρα εξ  αρρένων και θυλέων, όπως συμβαίνει με τις χορωδίες στους λαούς.  Επίσης διατυπώνεται η μεγάλη ανάγκη η «Φιλανθρωπική Αδελφότητα της Αρχιεπισκοπής»  να ενισχυθεί για να απόκτησει «Ορφανοτροφείο» για τα ορφανά παιδιά της ομογένειας, που συνήθως καταλήγουν σε διάφορα ξένα ιδρύματα και τελικά  αφομοιώνονται.  Μεγάλο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε   για την  προστασία των απόμαχων κλητικών της Αρχιεπισκοπής με την  σύσταση του Ταμείου Συντάξεών τους,  ώστε να τιμώνται με σεβασμό οι εύορκα διατελέσαντες  λευΐτες  του θυσιαστηρίου. Επίσης μεγάλο είναι το  ενδιαφέρον και για την σύσταση στις διάφορες  επαρχίες  ορθοδόξων Ραδιοφωνικών εκπομπών και για την εκτύπωση και η διανομή της Αγίας Γραφής στις ελληνικές οικογένειες ώστε να αμύνονται στις αντορθόδοξες  προπαγανδες. Εξ αιτίας μάλιστα ότι σε πολλά Στρατόπεδα τα παιδιά της ομογένειας χρειάζονται ιερείς,  λαμβάνεται πρόνοια εκπαιδεύσεως και αποστολής αυτών,   καθώς  και η διάθεση  ιερέως  και  στις φυλακές του Σίγκ-Σίγκ, όπου το 1942  υπήρχαν  25 ομογενείς που εκτίουν τις ποινές τους!  

             Κατά τον  αρχιεπίσκοπο  Αθηναγόρα για όλα τα ανωτέρω αποτελούν δείγματα  της «ζώσης εν Χριστώ  Εκκλησίας» και προσθέτει   : «τα έργα αυτά της ομογένειας  αποτελούν  την ένδοξη διακοίνωση της ζωής του Ελληνισμού στην Αμερική ». Και συνεχίζει: «Τα μεγάλα έργα που κάνετε δεμένοι με την Εκκλησία και το Πατριαρχείο μας μεταγγίζουν  την παραδοσιακότητα στα ήθη και έθιμα της Ορθοδοξίας  ότι η ομογένεια  της Αμερικής δεν είναι ξένη προς τα εν Ελλάδι συμβάντα το 1940, γιατί ήδη γνωρίζει ποίοι κρυφτικαν για τον   τορπιλισμό στις 15/8/1940 της « Έλλης» και τι έγινε μετά την  28η  Οκτωβρίου 1940  και γι’αυτό τίμησε για πρώτη φορά το 1941και την εορτή  αυτή στην Ν.Υόρκη!    8

Ο  Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Αθηναγόρας με τους  συνεργάτες του στην Αρχιεπισκοπή το 1948.
  1. Αυτό συνήγειρε απ’αρχής την δημοφιλία στην ομογένεια για τον αρχιεπίσκοπο  Αθηναγόρα αλλά αυτή επεκτάθηκε και σε μικρότερης ορθόδοξης καταβολής μετανάστες  και έφθασε μέχρι και σε άλλους Βαλκάνιους,  μηδέ εξαιρούμενων ακόμη και τους  τουρκογενείς Ιωαννίτες συμπατριώτες του, κάτι που έμαθε από την αρχή της σταδιοδρομίας του στο Μοναστήρι της άνω Μακεδονίας.
  2. Ιουστίνος φιλόσοφος και μάρτυρας. Migne P.G. τ. 6. στ. ιδ΄-ιε΄.
  3. Πρώτος ελληνοαμερικανός απόφοιτος της Θεολ. Σχολής του Σταυρού που χειροτονήθηκε

 διάκονος στον Άγιο Γεώργιο του Sprihgfield της Mass. από τον Σχολάρχη του ήταν ο καταγόμενος εκ Μεσσηνίας Γεώργιος Παπαδέας. Περ. «Ορθοδοξος Παρατηρητής»175/15-5-1942

Loading

Η ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΡΩΜΗΣ ΙΩΑΝΝΗ –  ΠΑΥΛΟΥ  Α΄ ΤΟ 1978 ΓΕΓΟΝΟΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ   ΣΗΜΑΣΙΑΣ

Ο «γελαστός Βενετσιάνος» Πάπας των 33 ημερών, με το διπλό όνομα και την απόφανση του η ημέρα της ενθρονίσεώς του να αρχίζει στη Ρώμη κατά την Τάξη εκ παλαιού.

 

                                           

Την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2022 θέλησα να ανοίξω την TV στη RΑI και βρέθηκα σε ένα  σημαντικό εκκλησιαστικό γεγονός που άπτεται και των ιστορικών ενδιαφερόντων μου. Ήταν η τηλεοπτική  μεταδοση  της ιεροτελεστίας της Μακαριωνυμίας του σεβάσμιου πἀπα Ιωάννη Παύλου «των 33 ημερών» από την πλατεία του Αγίου Πέτρου της Ρώμης περί του οποίου  μια σπουδαία φιλάνθρωπη  αλβανέζα μοναχή η Μητέρα Τερἐζα, που μεγαλούργησε τις Ινδίες τον αποκάλεσε «Ἀνθρωπον του Θεού και  δώρο στην ανθρωπότητα»!  

     Ὀταν το 1974 εκυκλοφόρησε η γαλλική  μετάφραση  του τόμου της συγγραφής μου ΕΙΡΗΝΟΠΟΙΟΙ ο πάπας  Παυλος Στ΄ με κάλεσε στη Ρώμη για να με τιμήσει που είχα την τόλμη Έλληνας θεολόγος να ασχοληθώ με την επανασυνάντηση των δύο πρώτων καθεδρών της Εκκλησίας του Χριστού. Με δέχθηκε στην «Αποστολική  Βιβλιοθήκη» του και άκουσα την σεπτήν προσφώνησή του και απήντησα κατάλληλα  στον ταγούχο αρχιερέα   της «Πρεσβυτέρας Ρώμης»   μνηστείς ό,σα έζησα πλησίον του πατριάρχου Αθηναγόρα στη Ρώμη το 1967. 1 Τότε  θέλησα να τονίσω  πως τα χάσματα των  αιώνων γεφυρώνονται καλύτερα με την «οικονομία», παρά με την «ακρίβεια» και τον «ζηλωτισμό» που συνήθως αυτές οδηγουν στην ψυχρότητα και στην «ακοινωνησία» για να ματαιώσουν κάθε αγαπητική διεκκλησιαστική σχέση. 2   Εκείνη η προσωπική επίσκεψη με συνέδεσε με τους συνεργάτες του πάπα Παύλου ΣΤ΄και όταν αυτός  εκοιμήθη  στις 6  Αυγούστου 1978  είχα  ενδιαφερον  αν θα συνεχισθεί η προσπάθεια προσεγγίσεως των δύο μεγάλων παραδοσιακών Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως από τον εκλεγόμενο.  

              Έτσι  παρηκολούθησα την διαδικασία  της  εκλογή του νέου πάπα στις 26 Αυγούστου και ευχαριστήθηκα όταν σύντομα είδα να εξέρχεται «ο λευκός καπνός» από την καπνοδόχο του Σίξτιου παρεκκλησίου κάτι που έδειξε πως οι εκλέκτορες καρδινάλιοι είχαν σύντομα επιλέξει τον εκλεκτό για το ύπατο αξίωμα. Σε λίγο ο αρχιδιάκονος καρδινάλιος εμφανίστηκε  στο μεσαίο εξώστη  της βασιλικής του Αγίου Πέτρου και εξαγγέλλει ότι πάπας αναδείχθηκε ο πατριάρχης της Βενετίας Αλπίνο Λουτσιάνι. Πρόκειται για μεσήλικα εκ εργατικής τάξεως  του ιταλικού βορρά, που μάλιστα θα φέρει για πρώτη φορά τα ονόματα των προκατόχων του  Ιωάννη ΚΓ΄ και Παύλου Στ΄ για να δείξει ότι συνεχίζεται το πνεύμα της Β΄ Βατικανής Συνόδου, πουακολουθήσει ένα νέο «εκκλησιολογικό δρόμο» πιστό στην κληρονομηθείσα αρχαία παράδοση προς επανασυνάντηση με τις αδελφές Εκκλησίες της Ανατολής.

              Τέλος καθωρίστηκε η ενθρόνιση του νέου πάπα να διεξήχθη στις 3 Σεπτεμβρίου 1978  στην αρχαία έδρα  του πρωτόθρονου Πατριαρχείου της Ρώμης στον ναό τοῦ «Σωτήρος Χριστού» σύμφωνα με την αρχαιότερη τάξη «αναγορεύσεως» πρωθιεράρχη που  προτιμά  την  πατριαρχική  οντότητα των παλαιοχριστιανικών   χρόνων.  Η επιστροφή στο «Σύνθρονο» του καθεδρικού ναού του Πατριαρχείου Ρώμης στο Λατερανό  έφερε πολύ περίσκεψη στους «παπικούς»  κύκλους του Βατικανού και αποδόθηκε η απλή «ενθρόνιση»  στην ιδιορρυθμία της  βενετσιάνικης  προσωπικότητός του.  

            Για να εκπροσωπήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην τελετή  ο πατριάρχης Δημήτριος  αναθέτει στον μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων που έρχεται στην Αθήνα για το συνοδευτικό πατριαρχικό  δώρο.  Ο Ιεράρχης φέρει μαζί του και  ένα δέμα και μου ζήτησε να το ανοίξω και να μελετήσω την σημασία του:  «Ξέρω πως έχεις παλαιοχριστιανικές γνώσεις και θέλω να μάθω αν αυτό για εἰναι κατάλληλο δώρο για ένα νέο  πάπα και θέλω να φροντίσεις την ανάλογη θήκη του». Φυσικά ερώτησα την προέλευσή του και εκείνος μου απήντησε ότι στη γειτονιά΄του στο Μόδι υπάρχει μία λέσχη που συγκεντρώνονται σημαντικές προσωπικότητες ττου Καδήκοϊ και μερικές φορές πήγαινα και ένας  σημαντικός Τούρκος ναύαρχος με κάλεσε στο σπίτι του για τσάϊ   και χθές  επήγα με επιφυλάξεις. « Στην είσοδο με υποδέχθηκαν η σύζυγός του και η γερόντισσα μητέρα του που έσκηψε και μου φίλησε το χέρι τρεμάμενη από συγκίνηση, καθώς και όλη  η οικογενεια του. Κατά το τσάϊ όλοι καθησαν   γύρω μου με πολύ σεβασμό και η γιαγιά μου πρότεινε να την ακολουθήσω. Κατήλθαμε με πολύ περίσκεψη στο υπόγειο  και βρέθηκα  μέσα σε ένα παρεκκλήση  με αναμένη κανδήλα και βυζαντινές εικόνες και πολλά αντικείμενα. Τοτε  ο οικοδεσπότης για να διαλύσει κάθε υποψία μου με παρεκάλεσε να πάρω ότι επιθυμώ και  διάλεξα μιά λυχνία που μου την τύλιξαν τους ευχαρίστησα και υποσχέθηκα να κρατήσω  απόρρητο   το όνομά τους. Έφυγα  συγκλονισμένος γιατί  επρόκειτο για μια επίσημη Τουρκική κρυπτοχριστιανική οικογένεια»!

      Έμεινα έκπληκτος και εγώ για την διήγηση του μακαρίτη του «γέροντα» και  ζήτησα την βοήθεια του φίλου Γεώργου Βογιατζή,  που είχε Βιοτεχνία Εκκλ. Ειδών στη Πλατεία Μοναστηριακίου και είχα συνεργασθεί μαζί όταν επιμελήθηκα τα δώρα της επισκέψεως στη Ρώμη το 1967 του πατριάρχη Αθηναγόρα. 2  Ετοίμασα τα πάντα και έφυγε ο «γέροντας» για την συνάντηση με τον νέο πάπα. Όμως οι εκπλήξεις συνεχίστηκαν όταν ο Χαλκηδόνος  επέστρεψε από την Ρώμη και μου διηγήθηκε τα διεξαχθέντα στη Ρώμη. Ο πάπας Ιωάννης - Παύλου  προτίμησε η έναρξη της παπωσύνης του να ξεκινήσει από την «Μητέρα Εκκλησία» του Πατριαρχείου της «Πρεσβυτέρας» Ρώμης που από την εποχή του του Μ. Κωνσταντίνου  στεγαζόταν στον λόφο του Λατερανού που ήταν και ο τάφος της μητέρας του Αγίας Ελένης και το αρχαιότατο Βαπτιστήριο του λαού της «Πρεσβυτέρας « Ρώμης για να   δοξάζεται η Εκκλησία του Χριστού.  Στο «Σύνθρονο» αυτης της περιλάλητης πατριαρχικής Βασιλικής γίνεται η ιεροτελεστία της ενθρονήσεως του νέου «Προκαθήμενου» της Ρώμης. Ακολουθεί την Τάξη ενθρονήσεως του κάθε δυτικού επισκόπου και στέφεται με την ανεστραμμένην ήδη ιουδαΐκην «απλήν μιννοειδή δίκερον μίτρα» του πρωθιεράρχη της χριστιανικής βασίλειας Τάξεως,  άνευ της «μεσαιωνικής» τρίαρας με τα τρία στέμματα εξουσίας του Ρώμης. 3 Αυτή την  συγκλονιστική στιγμή  ο Ιωάννης-Παύλος προσέρχεται μόνος στην Αγία Τράπεζα   για την ιερουργία  της  θείας Ευχαριστίας υπό την σκέπην των δύο σεπτών κεφαλών (καρών) του Πέτρου και του Παύλου, που μέσα σε χρυσές λειψανοθήκες περίκλειστες προκάθονται  στην κορυφή του γοτθιζοντος «Κιβωρίου». Η όλη αυτή ιερή διαδικασία απηχούσε τα χρόνια του Αγιου πάπα Δάμασου (366-384), αυτού του βαθύτατου αναλυτή της αποστολικής κληρονομίας και αναστυλωτή των Κατακομβών της Ρώμης, αυτήν  που την παρέλαβε και την  επέβαλε δια της εξουσίας του ο Μ. Θεοδόσιος γιατί  απηχεί την «εγγύηση της αποστολικής πίστεως των Πρωτοκορυφαίων» κατά τον αρχιεπίσκοπο Μιλάνου Άγιο Αμβρόσιο (339-397) που γράφει: «Οι  ημέρες  του Πέτρου και του Παύλου…..είναι ο εσώτατος θησαυρός της καρδιακής μας  πίστεως κηρύττουσας τον Χριστόν» 4

               Οι κάρες των Πρωτοκορηφαίων Αποστόλων Πετρου και Παύλου επί αιώνες ίστανται στον λόφο του Λατερανού φύλακες των παραδόσεων της «Μιάς Εκκλησίας του Χριστού».  Εκεί εδραίει και το  αρχαίο Πατριαρχείο της Ρώμης, που δώρησε με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο την κληρονομία του με τον β΄κανόνα της  στην δευτερόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως για να επιβιώσει μέχρι σήμερα η κληρονομία του ως η «Μητέρα Εκκλησία» των ορθοδόξων λαών της Ανατολής και του Βορρά.

             Στον ενθρονηστηρίο λόγο του ο νέος πάπας τόνισε προς θα επιδιώξει την ανακαίνηση της Εκκλησίας με την αναθεώρηση του δικαίου της και με διδαχή της Κατηχήσεως με σύγχρονους τρόπους, κατά την παλαιά τακτική  του  ως δασκάλου και επισκόπου και ότι θα προωθήσει τον διάλογο για ενότητα της Εκκλησίας κατά το θέλημα του Θεού και για την προώθηση της ειρήνη στην ανθρωπότητα.

           Ο μακαριστός μητροπολίτης Μελίτων όταν  επέστρεψε στη Αθήνα  από τα συμβάντα στη Ρώμη στις 3-8 Σεπτεμβρίου 1978 μουλέγει: «Με αυτόν τον πάπα θα έχουμε σπουδαίες εξελίξεις γιατί πιστεύει απόλυτα ότι είμεθα η Μία Εκκλησία του Χριστού. Με παρεκάλεσε και η «Νέα Ρώμη»   το ταχύτερο να διακηρύξει  στην ανθρωπότητα,  παρά  τις θεολογούμενες διαφορές  μας, ότι  είμεθα η Μία Εκκλησία του Χριστού και πρέπει να μελετηθεί σοβαρά «το πρωτείο του επισκόπου Ρώμης», όπως ήταν δεκτό στην πρώτη χιλιετία χάρη της κανονικής πειθαρχίας και της διατηρήσεως της ενότητος ολόκληρης της Εκκλησίας. Με την  δυνάμη των «ίσων Πρωτείων τιμής» η «Έκκλητος» του Ρώμης   περνά εκ παλαιού  και στην  Καθέδρα της «Νέας Ρώμης»  για να υπάρχει το ισοζύγιον των κανονικών αρμοδιοτήτων της Πρεσβυτέρας Ρώμης και στην Νέα Ρώμη και σε όλη την Καθολική Ορθοδοξία. Α.Π.

  1. Εφημ. «Καθολική» αρθμ. 1869/18-6-74
  2. Migne P.G. T. 50. p.468
  3. Όπως ήταν το Ευαγγέλιο αντίγραφο  εκείνου του Φωκά της μεγίστης Λαύρας , κανδήλες και  τα  αναμνηστικά της επισκέψεως μετάλλια κ.ά. ως δώρα πατριαρχικά στο παπικό περιβάλλον.
  4.  Το κάλυμμα της κεφαλής του προεξάρχος της λατρείας είναι ενδεικτικόν της κατανύξεως κάθε       προεξάρχοντος στα θρησκεύματα της Μέσης Ανατολής από την εποχή   της «Εξόδου» στην Π.Διαθήκη. Η «Τιάρα» του επισκόπου Ρώμης, ως συμβόλου εξουσίας   εμφανίζεται κυρίως στην      Δυση  τον 13ον αιώνα υπό διάφορες κονικές μορφές και σχήματα, και τον 16ον  αιώνα ακολουθεί  η   ακολουθεί μιτροφορία των ορθοδόξων αρχιερέων κτλ.. Αρχαιότερο κάλυμμα κεφαλής των λατίνων φαίνεται να  είναι η  «πιννοειδής μίτρα» προερχόμενη από την Καρχηδόνα.
  5. Migne P. L. 16, 313. Βλ. και σχετικόν  αρθρον μου επί του θέματος στον ιστότοπό μου.

Loading

ΕΝΑΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ «ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΕΩΣ» ΚΑΙ ΤΗΣ «ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ» ΠΟΥ ΕΞΟΝΤΩΘΗΚΕ.

Είναι άξιο παρατηρήσεως ένα σημαντικό γεγονός που συνέβη στην Εκκλησία της Ρωσίας όταν έπαυσε να υπάρχει το  τσαρικό καθεστώς (1917) που μεταχειριζόταν την Εκκλησία ως εργαλείο της διπλωματίας του για την προώθηση των κρατικών συμφερόντων του.  Ο έντονος παρεμβατισμός της διπλωματίας του τσάρου στα της Εκκλησίας παράδοξα καταπραΰνθηκε και σταμάτησε  η προώθηση  της πλάνης του «Εθνοφυλετισμού» στις Διορθόδοξες σχέσεις. Όταν σταμάτησαν οι τσαρικές χρηματοδοτήσεις έπαυσαν και οι αντικανονικές αταξίες των Ρώσων που στα μέσα του 19ουαιωνα τάραξαν την ενότητα της κατ’ Ανατολάς Εκκλησία.  Το παλαίφατο Πατριαρχείο της Αντιόχειας που είχε καταληφθεί με εθνικιστικά επιχειρήματα από αραβόφωνους αρχιερείς  με την παρέμβαση και του Ρωσικού Στόλου (!) μετά την επί χρόνια  απομόνωσή του φυσιολογικά  επανήλθε στην Ορθόδοξη κοινωνία.  Η πατριαρχική εκλογή στη Δαμασκό από αρχιερείς που δεν παρασύρθηκαν  από τις φαντασιοπληξίες  περί της «Τρίτης Ρώμης», ούτε και εξαγοράσθηκε η συνειδήσεως τους, γιατί είχαν μαθητεύσει, αν και αραβόφωνοι,  στην ελληνικής παιδείας της  Μεγάλης του Γένους Σχολής και στα εκκλησιαστικά γράμματα στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπως οι Πατριάρχες της «Θεουπόλεως» της Αντιοχείας Αλέξανδρος, Θεοδόσιος και Ηλίας, που  προσωπικά  τους γνώρισα πάλιν κατέστησαν το Πατριαρχείον τους «Αθήνας της Ανατολής» μέχρι το  1979, όταν και πάλι ενέσκηψαν στην  Συρία οι εκ Ρωσίας συνεχιστές της διχαστικής πλάνης του περιλάλητου πανσλαβιστή Πορφύριου Ουσπένσκυ.
            Όμως οι διαχειριστές της ζωής εκατομμυρίων πολιτών στη Ρωσία υπερέβησαν τα όρια του Σοβιετικού Σατραπισμού τους και έφθασαν το 1985  στα πρόθυρα της  αυτοκαταστροφής. Το αδιέξοδο της σοσιαλιστικής περιπέτειας έφθασε στο τέλος του μετά μία  εξηκονταετία εφαρμογής του  (1924-1985) και για να  αποφευχθεί η κατάρρευσή του ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και οι συνεργάτες του αποφάσισαν να περισώσουν ότι μπορούσαν από τον λεγόμενο  «Υπαρκτό Σοσιαλισμό» με μία νέα πολιτική που την απεκάλεσαν της Ανασυγκροτήσεως (Περεστρόϊκας) και της  Διαφάνειας (Γκλάσνοστ) μήπως τερματιστεί η περίοδος της οικονομικής στασιμότητας και καχεξίας. Για να συμβεί αυτό χρειαζόταν  να εκδημοκρατιστεί η διακυβέρνηση στην Ρωσία για να σταματήσουν τα μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό του κράτους και για να τιθασευτεί ο πληθωρισμός που επέφερε  ελλείψεις αγαθών στις αγορές που εγκυμονούσαν μεγάλους κοινωνικούς τριγμούς και αναταραχές.  Οι λαοί των περιθωρίων της σοβιετικής επικράτειας με τα νέα ηλεκτρονικά μέσα έβλεπαν τη ζωή  των μη σοσιαλιστικών εθνών στην Ευρώπη και διεκδικούσαν την αποδέσμευση από την οικονομική δεσποτεία της κάστας του Κρεμλίνου και διεκδίκησαν την ελευθερία και την αυτονομία τους και σεβασμό  στα εθνικά τους δίκαια. Οι Βαλτικές χώρες και οι λοιπές της Ανατολικής Ευρώπης  ταλαιπωρήθηκαν από τους Σοβιετικούς και μετά τον Β΄  Παγκόσμιο Πόλεμο και σύμφωνα με τις νέες   «Συνθήκες» ανέκτησαν την εθνική ανεξαρτησία τους ως κράτη της Ευρώπης.
            Η «περίοδος»  καταπατήσεως της ελευθερίας της συνειδήσεως και των θρησκευτικών καταπιέσεων εγκαταλήφθηκε πλέον  και πραγματοποιήθηκε η συνάντηση του πατριάρχη Μόσχας Ποιμένα (1971-1990) και της Ιεράς Συνόδου του το 1988 με τον τότε Γενικό Γραμματέα του κόμματος  Μιχαήλ Γκορμπαστώφ ώστε να συμφωνηθεί η νέα γραμμή στις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας. Εξ αυτής της επαφής ο «επί των θρησκευτικών υποθέσεων» σύντροφος Κωνστ. Χάρτσεφ συνεκάλεσε σε σύσκεψη πολλούς θεωρητικούς παράγοντες  του σοβιετικού καθεστώτος και ακαδημαϊκούς  επιστήμονες που του εισηγήθηκαν μια νέα αντίληψη  επί του « θέματος της Θρησκείας» δεδομένου ότι η πολυδάπανη και έντονη αθεϊστική προπαγάνδα 1917-1987 ουδέν απέδωσε. Αυτό αποδείχθηκε και στατιστικά αφού στο σύνολον των 115 εκατομμυρίων των σοβιετικών πολιτών οι θρησκευόμενοι  δεν είναι  το 20%,   αλλά το 70 %  που δεν μπορούσε πλέον να αγνοηθεί.  Το 1914 στη Ρωσία υπήρχαν 73 εκκλησιαστικές επαρχίες με μητροπολίτες, αρχιεπισκόπους αι επισκόπους και το 1939 είχαν παραμείνει φανεροί λόγω των διωγμών μόνον 7 «εν ενεργεία» ιεράρχες.1 ενώ μετά τον Β΄  Παγκόσμιο Πόλεμο  το 1980 εμφανίζονται εντός και εκτός της Σοβιετικής επικρατείας 78 αρχιερείς ανήκοντες στην   ρωσική Ιεραρχία! Στην υπό ελέγχον του κράτους από το 1943 Ορθόδοξον Εκκλησία της Ρωσίας  κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο πολίτες απέρχονται της ζωής με την ιεροτελεστία της κηδείας στους υπάρχοντες ναούς κάθε Σάββατο!  Χιλιάδες γάμοι γίνονται ομαδικά στις Εκκλησίες και πολλές χιλιάδες βαπτίσεων διεξάγονται φανερά και μυστικά  προς συνεχή  ανανέωση του εκκλησιαστικού σώματος.
Η σύσκεψη που συγκάλεσε ο Κ. Χόρτσεφ έδωσε συμπεράσματα και αυτά τελικά αποκρυσταλλώθηκε από τον διάδοχος του Γκορμπατσόφ Μπόρις Γέλτσιν το 1997 σε νόμο, όπου το σοσιαλιστικό κράτος αναγνώριζε τον εθνικό ρόλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στη ζωή της ρωσικής επικράτειας, αλλά και στην εξέλιξη του πολιτισμού αυτής της χώρας. Η νέα μορφή της πολιτικής οντότητας δεν μπορούσε  να αγνοήσει το ένστικτο της ελευθερίας της υπάρξεως που είναι   συνυφασμένο σε κάθε ζωντανό οργανισμό.  Η αναθεώρηση της περί Εκκλησίας στάσεως του καθεστώτος, άρχισε από την εξέταση του Διατάγματος του Λένιν περί χωρισμού του Κράτους από την Εκκλησία και επεκτάθηκε  στον Σταλινικό νόμο του 1929 ο οποίος  θεσπίστηκε εν μέσω των τότε ασύνετων διωγμών. Τότε το Κομμουνιστικό κόμμα για να απομονώσει την Εκκλησία από την κοινωνική ζωή του ρωσικού λαού, αρνήθηκε κάθε  δικαίωμα «νομικού προσώπου» στην Εκκλησία για να  καταστήσει από νομικής πλευράς κάθε εκκλησιαστικό τέλεσμα  ανίσχυρο μετὰ από τους «αυταρχικούς»  και «απάνθρωπους» νόμους του αθεϊστικού κράτους.  Επομένως, η προκατάληψη του κόμματος για την Εκκλησία την ανάγκασε να αποκρύπτει την εσωτερική ζωή της και το κόμμα προοδευτικά έχασε κάθε έλεγχο επί του Κλήρου και των θρησκευόμενων πολιτών.  Και εξ αυτού  η Πολιτεία  που πρέπει να γνωρίζει την θρησκευτική ζωή του για να εκτιμά όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής παρέμενε χωρίς γνώση των μυχίων σκέψεων του εκκλησιαστικού σώματος.     Η «περί Εκκλησίας» νομοθεσία του Λένιν και Στάλιν σημαντικά πάλιωσε και στέρησε την πληροφόρηση του κράτους για τα συμβαίνοντα θρησκευτικά γεγονότα που συμβαίνουν στην Ρωσία,  όπου πραγματικά υπάρχουν συνολικά 57 Ομολογίες οι οποίες  δικτυώνονται μέσα σε  15.000 νόμιμα λειτουργούντα σωματεία,  τα πλείστα των οποίων δέχονται χρηματοδοτήσεις και έξωθεν κατευθύνσεις  για τις δραστηριότητές τους.    Στην υπό έλεγχον από το 1943 Ορθόδοξον Εκκλησία της Ρωσίας  κάθε χρόνο ένα εκατομμύριο πολίτες απέρχονται της ζωής στους υπάρχοντες ναούς με την ιεροτελεστία της κηδείας κάθε Σάββατο!  Χιλιάδες γάμοι γίνονται ομαδικά στις Εκκλησίες και πολλές χιλιάδες βαπτίσεων διεξάγονται φανερά και μυστικά προς συνεχή  ανανέωση του εκκλησιαστικού σώματος!
            Στις 17 Μαρτίου 1991 διεξάγεται το πρώτο ελεύθερο Δημοψήφισμα για την πολιτειακή μεταβολή των Κρατών της  Σοβιετικής Ενώσεως  σε μία Ομοσπονδιακή μορφή Πολιτειών και προκύπτει η απόφαση με μεγάλη πλειονοψηφία. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους εκλέγεται άμεσα και ο πρώτος εκλεγμένος Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μπόρις Γιέλτσιν. Όμως  οι   δύστροποι και πανούργοι κομμουνιστές της Κ.G.B., όπως ο σημερινός διάδοχός του Β. Πούτιν  επιχειρούν τον Αύγουστο πραξικόπημα που αμέσως ευτυχώς  καταστάλθηκε και έστι διαλύθηκε το Κ.Κ.Σοβιετικής Ενώσεως και στις 25 Δεκεμβρίου 1991,  ημέρα των  Χριστουγέννων,  εγκαθιδρύεται η νέα «Ρωσική Ομοσπονδία» που περιλαμβάνει 15 νέα πρώην σοβιετικά  κράτη. Κατά την αλλαγή μορφής του πολιτειακού συστήματος στη Ρωσία τα έθνη π   ου συνωθούντο με τη βία μέσα στην  σοβιετική επικράτεια έδραξαν την ευκαιρία να απαλλαγούν από την απόλυτη κυριαρχία του Κρεμλίνου και  έδωσαν προβάδισμα στην ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία, όπως η Ουκρανία που βίαια είχε συνδεθεί με την Μόσχα  για να συντελέσει στον «Ρωσικό Γιγαντισμό» και επί μία γενεά και πλέον ο αντιστασιακός Ουκρανικός Λαός παρέμεινε ανυπότακτος και με διάφορα αισχρά κόλπα τον δυσφημούν ως «Ναζιστικό» και εκκλησιαστικά ως αποτελούμενο από «Αχειροτόνητους» και γι’ αυτό τώρα τους πολεμά για να τον εξαφανίσει!    Όμως αυτή η αντίσταση  παρά τις αμαρτίες εννοίων πολιτικών είναι συνυφασμένη με την «ύπαρξη» του κάθε ζωντανού οργανισμού προκειμένου να κινητοποιηθεί και να αναπτύξει τις δυνατότητές του  μέσα στην κοινωνία,  ώστε να  συντελεστεί η αναδημιουργία στην πατριωτική  κοινωνία.   Έτσι μετά τον Β΄  Παγκόσμιο Πόλεμο πρώτες επιδίωξαν την ελευθερία του το 1945 οι Βαλτικές Εκκλησίες. Το 1991 κατά την εφαρμογή της ανασυντάξεως της Ρωσικής επικράτειας σε κράτη  οι Ορθόδοξοι κληρικοί της Εσθονίας ζήτησαν την ανασύσταση της «Αυτονομίας» τους του 1923 και καθαιρέθηκαν από τη Μόσχα, γιατί έθιξαν την «Υπερόρια Δικαιοδοσία» που υπερβαίνει τα καθορισμένα   όριά της υπό των Μεγάλων Συνόδων της Κων/πόλεως του 1590 και του 1583 και δεν συμπίπτουν με την έκταση της σημερινής ρωσικής Ομοσπονδίας. Το κράτος της Εσθονίας ζήτησε κατά τις διεθνείς συνθήκες την τέλεια ανεξαρτησία από τη Μόσχα της τοπικής Εκκλησίας του για τον τερματισμό του διχαστικού  εκκλησιαστικού προβλήματος της χώρας. Η παράταση της εκκλησιαστικής εκκρεμότητος πάντα  κυοφορεί πολλούς πνευματικούς  κινδύνους για τους Εσθονούς  και το Φανάρι απέστειλε ως τοποτηρητή στην Εσθονία τον από Ναζιανζού επίσκοπον Στέφανον Χαραλαμπίδη το 1997 ζήσαντα  στις Βρυξέλλες το ιδεώδες της ενώσεως των ευρωπαϊκών κρατών.  Ο Τοποτηρητής Στέφανος επιμελήθηκε της εκκλησιαστικής  συγκροτήσεως σε σώμα της  τοπικής Εκκλησίας των Εσθονών  και το 1999 καταστάθηκε και ο κανονικός μητροπολίτης Ταλίνης και πάσης Εσθονίας. Αυτό το σημαντικό  γεγονός το ανεγνώρισαν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες,  χωρίς τον ρωσικό παρεμβατισμό της Μόσχας. Έκτοτε  η ρωσική πατριαρχία κατηγορηματικά απορρίπτει κάθε διοικητική ανεξαρτησία προηγηθείσης από την ίδια τοπικής Εκκλησίας, όπως της Ουκρανίας,της Μολδαβίας και της Λευκορωσίας αρνούμενη την αποδόμηση του κτατικού Γιγαντισμού της.    Τότε αμέσως ενεργοποιείται ο ρουβλιωτικός εκμαυλισμός «των διψώντων χρήματα και δόξα» και οι εκβιαστικές «αποκαλύψεις» των «προσωπικών δεδομένων» πάντων των ανθιστάμενων. Η Μόσχα το 1961 για να φιλοτιμήσει(;) ή  μάλλον για να «καπελώσει» πάλι το εθνικό φρόνημα  των  Εσθονών κατέστησε επίσκοπο Ταλλίνης τον  Εσθονό τευτονικής καταγωγής Αλέξιο Ρίντιγκερ μετατεθέντα μετά τον θάνατο του μητροπολίτη Λένινγκραντ Νικοδήμου Ροτώφ στο Βατικανό το 1986 στην Μητρόπολη  της Αγίας Πετρουπόλεως και κατασταθέντα το 1990 σε πατριάρχη Μόσχας μέχρι το 2008. Όμως Ο Αλέξιος Β΄ διετέλεσε μεταβατικός  πατριάρχης  μάλλον προς   εξόντωση του φιλόδοξου  Κιέβου Φιλάρετου Ντενισέκο και όταν απέτυχε στην εκλογή του στον Μοσχόβιο θρόνο και αυτοανακηρύχθηκε «Πατριάρχης των Ουκρανών» αμέσως καθαιρέθηκε και αναθεματίστηκε για να καταλάβει  τον πατριαρχικό θρόνο της Μόσχας, ο γνωστός παρ’ ημίν ως «φιλοκυδής» της φιλοπρωτίας Κύριλλος Γκουντιάγιεφ, μετά από ένα μυστηριώδη θάνατο του Αλεξίου Β΄ και ως ο ένας παλαιός  «ευλογημένος»  υπό της  KGB. Τώρα ο ηθικός αυτουργός της καταστάσεως στην Ουκρανία Μόσχας Κύριλλος, μαζί με τον παράφωνο μαέστρο του, υποδύονται τους κήνσορες  της «κανονικότητας» χωρίς ίχνος αρχιερατικής συνειδήσεως.
                Όμως η υπευθυνότητα  του αρχιεπισκόπου Κων/πόλεως δεν πολεμάται με ιβριδικές  αντικανονικές και όθνειες κατεργαριές   γιατί η άσκηση των καθηκόντων του πηγάζει   «άνωθεν και εκ παλαιού» κατά τον πατέρα της Εκκλ. Ιστορίας Καισαρείας Ευσέβιον 2 και οι ανάδελφοι εκβιασμοί μητραλοίων βαθύτερα στερεώνουν στις χείρες της  Αποστολικής Καθέδρας της Πόλεως του Κωνσταντίνου τις κλείδες της ενότητος της κατ’ Ανατολάς Χριστιανοσύνης.-
                                                                                                                      Α. Π.
1. Εκείθεν και το πρόβλημα περί των δήθεν άκυρων χειροτονιών κάθε διωκόμενης παρατάξεως όπως γινόταν στην μεταπολεμική Ουκρανία που αναγκάστηκαν οι ανθιστάμενοι Ορθόδοξοι αντιστασιακοί να κατέλθουν στις «κατακόμβες» για να διασωθεί η πίστη τους και τώρα οι διάφοροι υποτακτικοί της Μόσχας φωνασκούν για την δήθεν «αντικανονικότητα», ωσάν να είναι αμόλυντοι των τεράστιων ευθυνών τους για το αίμα που όπως τότε πάλι τώρα χύνουν στην Εκκλησία του Κιέβου!  
2. Ευσέβιος Καισαρείας: Migne P.G. τ. 21. στ.279.

Loading

Η ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ   ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ-Β ΜΕΡΟΣ

                 

Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Αθηναγόρας επί του υπερωκεάνιου «Βρέμη» στον Ατλαντικό Ωκεανό πλέων με οραματισμούς προς την Νέα Υόρκη.

                Ἡ «Επαναστατική Κυβέρνηση» που συγκροτήθηκε προς Σωτηρία της πατρίδος το 1922 συγκρότησε στην Αθήνα την Δ΄ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1924 μέχρι τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1925 για να θέσει τέλος στις συνέπειες της εθνικής περιπέτεια του Γένους μας από την Μικρασιατική Καταστροφή  και θέλησε δυναμικά να αποκαταστήσει την τρωθείσα φιλοτιμία του Νεοελληνικού κράτους και να τακτοποιήσει όχι μόνον πολιτειακά  αλλά και εκκλησιαστικά προβλήματα της μεταπολεμικής εποχής όπως ήταν:

       α) Η διευθέτηση της κανονικής λειτουργίας  της εκκλησιαστικής διοικήσεως των «Νέων Χωρών» εντός της ελληνικής επικράτειας που ανέλαβε να επιλύσει Επιτροπή κανονολόγων αρχιερέων του θρόνου μαζί  με λαϊκούς νομικούς καθηγητές, ώστε να καταρτήσουν τα σχετικά νομοθετήματα και να ψηφιστούν ως «κώδικες»λόγω της ιδιαιτερότητάς τους και

       β΄) Ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η απόφανση του1908 του πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄, που ανέθεσε για ειδικούς λόγους την ποιμαντορία των μεταναστών στην Αμερική με Τόμον στο Βασίλειον της Ελλάδος. Οι ειδικοί αυτοί λόγοι προκλήθηκαν γιατί η ιεραποστολή της Ρωσικής Εκκλησίας στα Αλεούτια νησιά του Βερίγγειου πορθμού χρηματοδοτείται από την Τσαρική Αυλή και πέρασε στην Αλάσκα και όταν  η περιοχή αυτή αυτή αγοράστηκε από τις Η.Π.Α.  κατέβηκε  στην Καλιφόρνια και μετά στην Νέα Υόρκη επιδιώκουσα ως ορθόδοξη αρχή  να προσεταιριστεί το μεταναστευτικό  ρεύμα των ορθοδόξων από τις διαφόρες χωρών που συνεχώς  διογκούται περιφρονόντας την «κανονική τάξη», που είναι  ευθύνη του Οικουμενικού Θρόνου,  επιδιώκει  να  οργανώσει εκκλησιαστικά στις Η,Π.Α.ρωσικό «προτεκτοράτο». Αυτό το ιμπεριαλιστικό τεχνούργημα  και πάλι απέβλεπε στην περιθωριοποίηση της καθέδρας του Οικουμενικοῦ Θρόνου ως θεσμικού παράγοντα στην Ανατολή και εξ αυτού προκάλεσε την συλλογική συνοδική καταδίκη των παλαίφατων Πατριαρχείων της Ορθοδοξίας το 1872 κατά την οποίαν ο  «Εθνοφυλετισμός», δηλαδή ο ρωσικός «Φυλετισμός»,  γεννήθηκε από τον   «Πανσλαβισμό» και είναι κακόδοξη και διαιρετική αίρεση που αποβλέπει στην διάσπαση της Ορθοδοξίας !

          Ο μητροπολίτης  Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης  ήταν έμπερος στην επίλυση του τοτε προβλήματος διαστάσεως στη Εκκλησία της Κύπρου και το 1918  η Ελληνική κυβέρνηση  υπέδειξε την Εκκλησία της Ελλάδος την καταλληλότητά του να ηγηθεί  του θρόνου των Αθηνών.  Πρώτα μέλημά του ήταν η διόρθωση του εκκλησιαστικού προβλήματα στην Εκκλησία των μεταναστών της Αμερικής. Εκεί ταξίδευσε με ειδική  Επιτροπή για να γνωρίσει επιτόπια την εκεί εκκλησιαστική κατάσταση των μεταναστών.  Όμως τα  πολυώδυνα που ακολούθησαν τις  Νοεμβριανές εκλογές του 1920,  τον κατέστησαν εμπερίστατο και  κατέφυγε για δεύτερη φορά  στην Νέα Υόρκη τον Φεβρουάριο του 1921.  Οι  Ελληνορθόδοξοι μετανάστες της Αμερικής διαφωνούσαν με τα συμβάντα μετά τις εκλογές του1920 και τον υποδέχθκαν ως ήρωα και για να αποδοκιμάσουν τα συμβαίνοντα στην πατρίδα θέλησαν να αυτονομιθούν από τους εκεί κυβερνώντες   και ζητούσαν να μάθουν πώς     ανεξαρτοποιούνται εκκλησιαστικά. Ο Μελέτιος τους είπε ότι κατά τους Ιερούς Κανόνες τριών Οικουμενικών Συνόδων κάθε νέα Ορθόδοξη  Εκκλησία για να αποκτήσει κανονική «αυθυπαρξία» και να εγγραφεί κανονικά στα Δίπτυχα της Ορθοδοξίαςπρέπει θεσμικά να «εκκλησιαστεί» με Τόμο από την Εκκλησία  Κωνσταντινουπόλεως . **** Αυτοί οι ιεροί  κανόνες είναι  ο 3ος  της Β΄, ο 28ος  της  Δ΄  και ο 2ος της Πενθέκτης που τους επικυρώνει.  για να αποκτήσει θέση μέσα στην καθορισμένη από τον 5ον  αιώνα δικαιοδοσία  της Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως.  Στις 25 Νοεμβρίου 1921 ο από  Αθηνών Μελέτιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης και καταστάθηκε Εξαρχός του στη Αμερική ο τότε ο επίσκοπος  Ροδοστόλου Αλέξανδρος Δήμογλου του που είχε έρθει μαζί από την Αθήνα  και στις 26 Απριλίου 1922 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αμερικής από την Ιερά Σύνοδο του Φαναρίου προτάσει του πατριάρχη Μελετίου.  

              Ο νέος ποιμενάρχης της Ομογένειας των μεταναστών συνεκάλεσε στην Νεα Υόρκη τον Αύγουστο του 1922 την  Β΄  Γενική Συνέλευση «των κανονικών  ιερέων και των λαϊκών αντιπροσώπων των κανονικοφρόνων Κοινοτήτων» της Ελληνικής Αρχιεπισκοπης Αμερικής. *** Την προηγούμενη Α΄ Γενική Συνέλευση της Ομογένειας είχε συγκαλέσει ο Μελέτιος ως ο κανονικός Αθηνών και όταν είχε μεταβή πρώτη φορά στην Αμερική μαζί με την ειδική Επιτροπή για την επιτόπια μελέτη του προβλήματος της Ομογένειας με τους Τσαρικούς Ρώσους που εντελώς αυθαίρετα  διοργάνωναν εκεί νέα εκκλησιαστική δομή.    Τότε προτάθηκε ο νέος Καταστατικός Χάρτης που ομόφωνα εψήφισε ο ευσεβής κανονικός Κλήρος και ο πιστός Λαός της Αρχιεπισκοπής Αμερικής και στάλθηκε τηλεγραφικά στο Φανάρι προς έλεγχο και κύρωση με την υπογραφή του Πατριάρχου Μελετίου Δ΄ που η εφαρμογή του αμέσως τέθηκε σε  ισχύ. *** Βλ. «Εκκλ. Κήρυκας» 1η  Ιουλίου1922, σελ. 442 στηλ. 2 και του ιδίου εκδοθέντος σε φυλλάδιον τον Φεβρουάριον του  1923.            Κατά το περιπετειώδες ταξίδη από την Νέα Υόρκη στην Κωνσταντινούπολη για ανάληψη των ευθυνών του Θρόνου του ο πατριάρχης  Μελέτιος Δ΄ είχε  πολλές συναντήσεις με τους τότε ηγέτες της Ευρώπης και έμαθε τις «παλινωδίες των «Συμμάχων» για την μέλλουσα τύχη της «Συνθήκης των Σεβρών» και εξ αυτών συμπέρανε την μεγάλη δοκιμασία  των χριστιανικών πληθυσμών από τους Νεότουρκους. και διασκεπτόταν συνοδικά για την αντιμετώπιση αυτών των αντιξοοτήτων και μέσα σε όλα  αποφαίνεται μετά των μελών της Ιεράς Συνόδου του εν Αγίω Πνεύματι: «επειδή είναι ασύντακτες και ασυγκρότητες  οι εν Αμερική ορθόδοξες παροικίες και διατεθούν εν αποκλίσει από της παραδεδομένης υπό των Πατέρων κανονικής τάξεως διατελούν πέραν του αποστολικού κανόνα ώστε τα πάντα «ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθαι», όπως εντέλλεται  ο  Παύλος (Α΄Κορ. ιδ΄40) προς διόρθωση κάθε κακοδαιμονίας για την σύσταση της κάθε νέας Εκκλησίας.   Εξ στις  17 Μαΐου του 1922 εκδίδεται  ο υπ’ αριθμὀν 1756 ιδρυτικός Τόμος συστάσεως της «αυτονόμου Ελληνικής Αρχιεπισκοπής  Αμερικής»  ως  μιάς νέας επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου. Στην κανονική αυτή απόφανση καθορίζεται ότι: «από του νυν  πάσαι αι εν Αμερική  Βορεία και Νοτία ευρισκόμενοι Ορθόδοξοι παροικίαι  και οιαιδήτινες ορθόδοξοι συσσωματώσεις, αι τενυν υφιστάμεναι  και αι εν τω εφεξής χρόνω ιδρυθησόμεναι, γνωριζόμενται ως μέλη σώματος ενός, όπερ εστίν «η Ορθόδοξος Αρχιεπισκοπή Αμερικής Βορείου και Νοτίου». Στον ιδρυτικόν αυτόν Τόμον αυτόν καθωρίζεται ότι εντός της επαρχιωτικής ενότητος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής θα ιδρυθούν και τέσσερες βοηθητικές επισκοπές ιεραρχών στην Φιλαδέλφεια της Πενσυλβάνιας,  στην  Ουασιγκτώνα έδραν της Κυβερνήσεως,  στο  Σικάγο, την Βοστώνη και την Καλιφόρνια με τους οποίους και θα  συγκροτηθεί  επιτόπια  επαρχιακή Σύνοδο. Η εκλογή δύο τουλάχιστον  επισκόπων εθεωρήθηκε αναγκαία κατά το άρθρων 16 του Καταστατικού και εξ αυτού εκλέκτηκαν ο ΣαμιώτηςΒατοπεδινός αρχιμ. Φιλάρετος Ιωαννίδης για το Σικάγο και για την Βοστώνη ο Κορίνθιος αρχιμ. Ιωακείμ Αλεξόπουλος που διετέλεσε και Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής.  **** Αποστόλου Μανώλη. Ιστορία της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.   σε τρείς τόμους. Μπέρκεϊ Καλιφόρνια, Η.Π.Α. 2003. τόμος Β΄. σελ. 859-860.          

             Όμως είναι γνωστό  ότι μετά τα συμβάντα από τα μέσα Αυγούστου μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου  συμβαίνει η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και τότε οι στρατιωτικοί συγκροτούν την Επαναστατική Επιτροπή και ανατρέπουν τους κυβερνώντες τότε το Ελληνικό Κράτος προς Σωτηρία της πατρίδος.  Η εν Ελλάδι Συνοδο ήταν ως δοσίλογη για παλαιές και σύγχρονές αποφάσεις της. *** Είχε εκπέσει της κανονικότητος  αποτελούμενη από δικασμένους από ειδικό Συνοδικό  Δικαστήριο γιατί  κατά τον «Εθνικό Διχασμό» «εξωεκκλησίασαν» τοναρχηγο της  Αντιπολιτεύσεως. Στην πραγματικότητα   ήταν  ανύπαρκτη και η επαναστατική κυβέρνηση απευθύνεται στον θεσμικά ύπατον αρχιερέα των Ελληνορθοδόξων  για να επανασυνδεθεί το Γένος με την πηγή της ορθοδόξου ευσεβείας του. *** Α.Π. Συνοδικόν τ. Γ. τεύχος α΄. σελ. 13-21.  Η πρώτη Μεταεπαναστατική κυβέρνηση του Σωτηρίου Κροκιδά τον Οκτώβριο του 1922   διέταξε την επιστροφή στην Ελλάδα του μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης  Γερμανού Τρωγιάνου. Όκως  αυτός  απερχόμενος από την Αμερική μεταβίβασε τις 15-20 αντικανονικές παροικίες των «βασιλοφρόνων» στον πρώην Χαλδίας Βασίλειος Κοσβόπουλο ο οποίος ενίσχυσε τον διχασμόν της Ομογένειας αφου ανακήρυξε εαυτόν «μητροπολίτη Αμερικής και Καναδά» με κέντρο το Lowell Mass και  άρχισε τις αθρώες χειροτονίες,  έχοντας την στήριξη της εφημερίδος «Ατλαντίδος». Ο Αρχιεπίσκοπος Αλέξανδρος τον κατήγγειλε τον Φεβρουάριο του 1924 στο πατριάρχη Γρηγόριο Ζ΄ και εξαιτείτο  την παραδειγματική τιμωρία του και η  Πατριαρχική Σύνοδος στο Φανάρι τον δίκασε και του επέβαλε την ποινήν «της αργίας από πάσαν ιεροπραξία» και αμέσως να εγκαταλείψει την Αμερική στην οποία  «εισεπήδησε» και να επανέλθει στην Αθήνα. Όμως ο Βασίλειος περιφρόνησε αυτήν απόφαση και συνέχισε την συναγωγή όλων των διισταμένων με την  κανονική τάξη προσθέτων διχαστικές πράξεις στην ομογένεια οι οποίες ενισχύθηκαν και από την «διατριβήν» του Ιεροσολυμίτη Ιεραπόλεως Παντελεήμονος  στην Αμερική προς συλλογήν εράνων υπέρ του «Παναγίου Τάφου» και σύσταση  μετοχίων του στη Αμερικήν  και από τον Αντιοχειανόν αραβόφωνον επίσκοπον Ευθύμιον, συνεργαζόμενον με τα κατάλοιπα της εν Αμερική  ρωσικής  ιεραποστολής. Την παρεκκλησιαστική αυτή κακοδαιμονία της διαιρέσεως των Ορθοδόξων της Αμερικής  επιχείρησε εξ αποστάσεως να τιθασεύσει η Μητέρα Εκκλησία στηρίζοντες την ποιμαντορία του Αμερικής Αλεξάνδρου Δημόγλου με διάφορα κανονικά μέτρα, όπως ήταν η δημοσίευση δια του Τύπου των κανονικών 136 Κοινοτήτων (Ενοριών) και 152 «κανονόφρονες» ιερείς  της δικαιοδοσίας τηςΑρχιεπισκοπής ενώ οι διϊστάμενες Κοινότητες των «βασιλοφρόνων» είναι 30-35 με 56 άγνωστης προελεύσεως «κληρικούς».    ***Τότε μάλιστα δημοσιεύθηκε και μελέτη του έγκυρου θεολόγου και βουλευτή Μιχαήλ Γαλανού για το ασύμφορον της εκτοπίσεως από την Αμερική  του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της εγκαταστάσεως εκεί της Εκκλησίας της Ελλάδος που επιδίωξαν μετα το 1920 οι  «βασιλόφρονες» κυβερνήσειςτων Αθηνών.     

              Στο μεταξύ ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ΄ όταν διεπίστωσε και την ολιγωρία επιψηφίσεως των συνταχθέντων κατ’ εντολήν της Δ΄ Εθνοσυνελεύσεως των Ελλήνων του 1924  πέντε νομοσχεδίων προς ρύθμιση των θεμάτων των εν Ελλάδι Μητροπόλεων των Νέων Χωρών και  προς γνώση  κάθε «πορηρευομένου» εξέδωσε την Πατριαρχικήν και Συνοδικήν Εγκύκλιον την  6ην  Νοεμβρίου 1924 με την «κανονικήν απόφανσή του» την οποίανκαιεπίσημα εκοινοποίησε   τόσον στην Ελληνικήν Πολιτείαν και στην  εν Ελλάδι  Εκκλησία, καθώς και στους εν Ελλάδι Ιεράρχες του Θρόνου ότι: «Οι 49 εκκλησιαστηκές  επαρχίες των Νέων Χωρών εκ παλαιού ανήκουν τελεσίδικα στον Οικουμενικόν Θρόνον.*** Βλέπε  Α.Π. Συνοδικόν. τ. Γ΄. τεύχος Β΄. σ. 375-376

 Και ο διαδεχθείς τον πεπνυμένον αυτόν Πατριάρχην βραχύβιος και μαρτυρικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Στ΄ που ήταν  το πρώτο θύμα του Νεοτουρκισμού  και δια κανονικής και συνοδικής του αποφάνσεως την 15 Ιανουαρίου του 1925 καταγγέλλει την διαγωγή όσων η Εκκλησία τους εμπιστεύθηκε αξιώματα και εκείνοι αντί να λάμπουν έμπροσθεν των ανθρώπων αντιβαίνουν στην ειρήνην και «ενδίκως»καταδικάστηκαν «εν βάρει αργίας και αλύτου αφορισμού» όπως ο πρώην Χαλδίας Βασίλειος.  Μάλιστα τότε στο Φανάρι αποφασίζεται από την  αρμοδία συνοδική Επιτροπή για τις επαρχίες του Θρόνου, που προήδρευε ο Νικαίας Βασίλειος ο πρώτος Πατριαρχικός  έξαρχος στην Αμερική να είναι ο τέως Βεροίας νυν δε Καβάλας μητροπολίτης Χρυσοστόμου Χατζησταυρου προς επιτόπια μελέτη και λήψη των κατάλληλων αποφάσεων.  Ὀμως η αποστολή του δεν πραγματοποιήθηκε λόγω των ανώμαλων πολιτικών καταστασεων όπως τα εν Ελλάδι Κινήματα και μεταξύ αυτών η δικτατορία του υποστρατήγου Θεοδώρου Πάγκαλου.

                Κατά  κανόνα τότε οι εξερχόμενοι της πατρίδος μετανάστες προς αναζήτηση μέλλοντος στην Αμερική ήταν φίλεργοι που τηρούσαν τις πατροπαράδοτες ελληνικές παραδόσεις επισυγκοινούστες με τους απήδημους των παλαιότερων γενεών. Μέχρι να αποκτήσουν κάποια κοινωνική και οικονομική επιφάνεια αγωνίζοντο για να αναδειξουν  την υπερηφάνεια του Γένους τους. Μεσα στις ενοριακές συνάξεις τους καλλιεργείτο και  το εκκλησιαστικό φρόνημα που τους προστάτευε  από αλλότρια πιστεύματα που πλεονάζαν στις αμερικανικές κοινωνίες. Την αψευδή μαρτυρία της βαθειάς διχαστικής τομής που εισχώρισε  στην ομογένεια της Αμερικής δείχνουν   τα αποκόμματα από άρθρα των εκεί  δύο μεγάλων εφημερίδων του «Εθνικού Κήρυκα» και της «Ατλαντίδος» που διαζωγραφίζουν την πόσον σοβαρή κατάσταση παρακρούσεως της εκεί Κοινής Γνώμης «του ευσεβούς ημών  Γένους» σε αντίθεση με τους αλλόφυλους Ορθοδόξους μετανάστες στην Αμερική που οδηγούσε στην απομάκρυνση  του εκεί Ελληνισμού από την πατρώα φρονιμάδα στο μυαλό και στην αυτοπεποίθηση των ισχυρών δυνατοτήτων του σθένους μας ακόμη και της δημιουργικότητας,  όταν εξερχόμεθα εκ της πατρίδος .   Ο απόδημος Ελληνισμός στις Η.Π.Α. τότε ανερχόταν 400 χιλιάδες ψυχές απο 50 χιλιάδες  οικογένειες που είχε 100 χιλιάδες παιδιά που άξιζαν να μορφωθού από τους έχοντες τα μέσα εκ των  50 χιλιάδων μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων οι οποίοι διατηρούσαν και την λειτουργία  των  190 ενορίες μόνον στη Βόρεια Αμερική! *** Βλ. Την Έκθεση του Βοστώνης Ιωακείμ της 15 Ιουλίου 1926 «Η διατήρηση των μεταναστών στα πάτρια». Στην συλλογή εγγράφων του καθηγητή Αποστόλου Μανώλη σελ. 1142-1143.

   Το 1927 πραγματοποιήθηκε η Γ΄ Γενική Εκκλησιαστική συνέλευση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής και αναθεώρησε τον παλαιόν και συμπλήρωσε τον νέον Καταστατικό Χάρτη από 28 άρθρα τον οποίον υπέβαλλαν προς έγκριση στο Πατιαρχείο . Ο πατριάρχης Βασίλειος Γ΄τον κύρωσε με την Σύνοδόν του τον Ιούλιον του 1927και τον απέστειλε προς εφαρμογήν καθορίζοντας τα της κανονικής  διαιρεσεως της Αρχιεπισκοπής και τα προς εκλογήν των εκεί επισκόπων, καθώς  και για το «Αμετάθητον» αυτών  και τα των τοπικών συνελεύσεων και περί των ατακτούντων  κληρικών της.

                    Στις 12 Μαΐου του 1927 πραγματοποείται στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος υπό τον υπουργό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο σύσκεψη του Αθηνών Χρυστόμου, του Τραπεζούντος Χρυσάνθου ως εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των λοιπών αρμοδίων παραγόντων περί της εν Αμερική καστάσεως της ομογένειας και μετά από εμπεριστατεμένη συζήτηση ομόφωνα ενεκρίθη πως: «η μόνη δυνατή να επενέγκη οριστική λύση της φοβερής αλλοφροσύνης στην ομογένεια των Η.Π.Α. είναι η ριζική αντικατάσταση όλων των εξ Αμερικής ανωτέρων κληρικών, ακόμη δε και του καθηρεμένου Βασιλείου   πρός  λυσιτελή  καταπράϋνση των παθών και άρση των εκεί σοβαρών διαστάσεων». Όλοι οι  μετακαλούμενοι από την Αμερική αρχιερείς θα τοποθετηθούν σε Μητροπόλεις της Ελλάδος καθώς μετά από μεταμέλειά του και ο πρώην Χαλδίας να αποκατασταθεί σε μία εξ αυτών. Όμως  χωρίς ποτέ να μεταβληθεί το νυν υφιστάμενον εκκλησιαστικό καθεστώς της κανονικής εξαρτήσεώς της εν Αμερική  Αρχιεπισκοπής από την θεσμική Μητέρα Εκκλησία του Γένους *** Βλ. Αποστόλου Μανώλη.ανωτ. έργο σ.1276-1282.

   Την υλοποίηση αυτής της δύσκολης αποφάσεως για συνεννόηση των τριών μερίδων των ποιμαινόμενων  υπό  ιεράρχών της Αρχιεπισκοπής Αμερικής  κατά πρόταση της Κυβερνήσεως  και συμφωνία του Αθηνών ανέλαβε  ο πρώην πρόεδρος της «Παγκληρικής» μητροπολίτης   Κορίνθου Δαμασκηνός, θεολόγος και νομικός, ως πατριαρχικός έξαρχος του πατριάρχου Βασιλείου  κατάλληλα προετοιμασμένος με μετάβαση στο Φανάρι, ώστε να έχει πλήρως τις πρωτοβουλίες των εκεί χειρισμών της εκεί αποστολής του. Όμως στις 22 Απριλίου 1928 συμβαίνει στην Κόρινθο ο τρομερός επιφανειακός σεισμός που καταδάφησε την πόλη και δημιούργησε εκατοντάδες αστέγους. Τότε ο μητροπολίτης Δαμασκηνός ανέλαβε το τεράστιο έργο περιθάλψεως και στηρίξεως των Κορινθίων και γιαυτό ξεκίνησε την αποστολή του στην Αμερική τον Οκτώβριο του 1928 και φθάσας εκεί επεδιωξε να καταστεί τέλεια ενήμερος του εύρους του εκεί εκκλησιαστικού ζητήματος των ανταρσιών και σχισμάτων και των συνεπειών αυτών.  

        Όμως τον Δεκέμβριο του 1927 η πρώην «τσαρική» ιεραποστολή,  που εισπήδησε από την Αλάσκα στις Η.Π.Α. συνέστησε αντικανονική  ορθόδοξη Εκκλησία υπό τον μητροπολίτη   Πλάτωνα υποκρύπτουσα «τον εθνικό της χαρακτήρα προς άγραν παντώς ορθοδόξου μετανάστη» κατί νεοφανές που δείχνει ότι οι Ρώσοι μαζί με  τους χρηματοδοτούμενους υπ’ αυτών αραβοφώνους του δήθεν «Αστόριας Ευθυμίου»  δοξάζουν την αντορθόδοξη θεωρία  του «Εθνοφυλετισμού» που επιδιώκουν να ασκείται παντα εκτός των καθωρισμένων ορίων της Εκκλησίας της Ρωσίας για να υπονομεύουν τους αρχαίους κανόνες της Εκκλησία που τηρεί ο Οικουμενικός Θρόνος στην  Ανατολή.

    Τον πατριάρχη Βασίλειο Γ΄ εκδημήσαντα στις 29 Σεπτεμβρίου 1929 διαδέχθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1929   ο πατριάρχης Φώτιος Β΄ο οποίος διώρισε την 9η  Απριλίου 1930 ως έκτακτο Πατριαρχικό έξαρχό του στην Αμερική τον μητροπολίτη Κορίνθου Δαμασκηνόν  με έργον την ειρήνευση και ενότητα στην σπουδαία εκεί περιοχή της Αρχιεπισκοπής Αμερικής με κατάλληλες οδηγίες και ταυτόχρονα αποστέλλει και μακράν Εγκύκλιο προς τους εκεί ομογενείς τέκνα της Μητρός Εκκλησίας «να τείνουν χείρα προς αλλήλους τερματίζοντες τας  διχοστασίας  αίτινες εξασθενούν την κοινήν κοινην δύναμην ημών ως  Εκκλησία καθώς και την φήμη του Γενους μας» διότιακούσατε του Αποστόλου λέγοντος «ει αλλήλους δάκνετε και κατεσθίετε, βλέπετε μη υπ’ αλλήλων αναλωθήτε».  (Γαλ. ε΄15).  Στις 16 Ιουνίου 1930 ο Κορινθίας ανακοινώνει στον πατριάρχη Φώτιον Β΄ ότι ο Αμερικής Αλέξανδρος δυσκολεύει την αποστολήν του και «ηρνήθη παραιτηθήναι και εξήψε τα πνεύματα και ηπειλήθησαν αποευκταία» από τον Αλέξανδρον ενώ η ομογένεια συντάσσεται με το Πατριαρχείο και ζητώ οριστικήν παύση, παραίτηση η και απόλυσην του.  Ο πατριάρχης Φώτιος στις 19 Ιουνίου 1930 διασκεψάμενος συνοδικά ανακοινώνει την παμψηφεί παύση του αρχιεπισκόπου Αλέξανδρου θέσαντες αυτόν σε «διαθεσιμότητα» που επαναλαμβάνεται στην κανονική πράξη εκλογής στις 12 Αυγούστου 1930 του νέου Αρχιεπισκόπου Αμερικής Αθηναγόρα.          Ο Κορίνθου Δαμασκηνός προπαρασκεύασε την ειρήνευση στην ομογένεια της Αμερικής που ανύψωσε το κύρος και γόητρον του Πατριαρχείου και εκτιμήθηκε το έργο της Κυβερνήσεως και ο Ελληνισμός πανηγυρίζει στην Αμερική ηνωμένος πλέον  την ειρήνη.  

Loading

Η ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ   ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ-Α ΜΕΡΟΣ

Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας και ο Αριστείδης Πανώτης εμπρός στην Θεολογική Σχολή Χάλκης. Την φωτογραφία τράβηξε το 1969 ο διερχόμενος από εκεί Αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος Αρχοντώνης και αμέσως ο άρχοντας ανταπέδωσε την ευγένειά του με φωτογράφηση του πλησίον του Πατριάρχη Αθηναγόρα και του την πρόσφερε κατά την εκλογήν του το 1991.

                 Μιά προσωπικότητα  που δεν χάνει τίποτα από την ακτινοβολία της και μετά την πεντηκοντατηρίδα από της  εκδημίας  της, αλλά όσο απομακρύνεται στην αιωνιότητα τόσο αναγνωρίζεται  η συμβολή της στην Ιστορία και μάλιστα  καλύτερα σκιαγραφούνται  οι χαρισματικές διαστάσεις της μορφής της πρέπει να κατατίθεται η μαρτυρία της ζωής τους για να  παραδειγματίζουν τις γενεές όσων  πραγματικά θέλουν να  αναδειχθούν άξιοι μνήμης  από στην Εκκλησία. Εκείνοι μάλιστα  που μαθήτευσαν παρά τους πόδας κάποιου σύγχρονου Γαμαλιήλ, έχουν υποχρέωση  να καταγράψουν  το πέρασμά του  από την εκκλησιαστική ζωή για να φρονηματίζουν πάντα τους νεοτέρους και να ασφαλίζουν το μέλλον τους από κάθε υποκόσμια απειλή .    

       Ο Αριστοκλής Σπύρου που πέρασε στην Ιστορία ως ο «Πατριάρχης Αθηναγόρας» κατάγεται από την σημαντική ηπειρωτική οικογένεια «Κοκκίνου» και  ήταν γιός του ιατρού Ματθαίοου Σπύρου και μητέρα την  Ελένη Μόκορου από την Κόνιτσα και γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου το 1886 στο σημερινό «Βασιλικό» του άνω Δήμου Πωγωνίου του νομού Ιωαννίνων. Στά  12 του χρόνια προσβάλλεται από την μόλυνση του τύφου, που εξελίσσεται μέσα στην οικογένειά του  σε τραγωδία με συνέπεια την απώλεια μητέρα του.   Η  θεοσεβή γιαγιά του Ειρήνη Μόκορου αναλαμβάνει την μητρική αγκάλη στην Κόνιτσα και μεταγγίζεται στην καρδία του Αριστοκλή ότι μητέρα των ορφανών είναι η Παναγιά και μάλλον του μεταδίδει την κλήση προς τα «ιερά πράγματα» που τότε πρόσεξε ο τοπικός μητροπολίτης  Βελλάς και Κονίτσης  Κωνσταντίνος Καρατζόπουλος 1, ο οποίος  και ανέλαβε την προστασία του και συνέστησε  το 1907 την εισοδό του Αριστοκλή στην Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης. Εκεί τα τρία τελευταία χρόνια των σπουδών του  σχολάρχευε ο Γερμανός Στρηνόπουλος (1907-1922), με τον οποίο έκτοτε  συνδεόταν στένα στην ζωή του ο Αθηναγόρας.   Στην Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως λειτουργούσε από τα μέσα του 19ου  αιώνα την Θεολογική Σχολή της μέχρι τα μέσα του 20ου  αιώνα προς ανάσχεση πάσης έξωθεν επιθετικής δοκισισοφίας και ορθόδοξη συνεκπαίδευε των μελλόντων στελεχών της από την Ελλάδα, την Σερβία, την Συρία, την Κύπρο, την Αλβανία για αναπλήρωση  των αναγκών  σε κληρικούς και θεολόγους των Ορθοδόξων  Εκκλησιών. Η Σχολή αυτή εξελίχθηκε σε έγκυρη «Πανορθόδοξη Ακαδημία» υπηρετούσα την Ορθόδοξη διακονία του Θρόνου στην Οικουμένη με διδάσκοντες ολκής ιεράρχες και λαϊκούς ακαδημαϊκούς που διέπρεψαν σε Μητροπόλεις και σε έδρες στην Ελλάδα, όπως ήταν ο Ίμβριος μητροπολίτης  Σερρών Απόστολος Χριστοδούλου και ο Χρήστος Ανδρουτσος κ.α. Ο Αριστοκλής κατέστησε εκεί την Θεολογία βίωμα της ζωής του με ισόβια αφιέρωση στη διακονία της Εκκλησίας. Το 1910 κατατάχθηκε στους αποφοίτους της  με το θέμα της διατριβής: «Περί της εκλογής πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως από του Μεγάλου Κωνσταντίνου μέχρι της Ἁλώσεως», που είναι  ενδεικτική  της ιστορικής φιλομαθείας του περί του ιεροῦ θεσμού της ευσεβείας μας και ότι δεν αποτελεί νεανική  «προσδοκία» μεγαλομανούς οιηματία.  Τον τελευταίο χρόνον των σπουδών του  δολοφονείται ο πατέρας  του προασπιζόμενος  την ελευθερία των βορειόθεν Ελλήνων και εξ αυτού καταφεύγει για την στήριξη  του στον τότε Μ. Πρωτοσύγκέλλο Αθηναγόρα Ελευθερίου, που παίρνει και το όνομά του  όταν χειροτονείται διάκονος από τον μητροπολίτη Ελασσώνος Πολύκαρπο Βαρβάκη και έκτοτε δείχνει την αφιέρωσή του χωρίς ποτέ στην σταδιοδρομία του να αποβάλει το ράσο στη ζωή του, ούτε για συνέδρια στην Ευρώπη, ούτε και στην Αμερική.

                Η πρώτη  διακονία που του ανατέθηκε  ηταν  στην Μητρόπολη Πελαγονίας, που τότε εδρεύει στην πόλη του  «Μοναστηρίου» που  απέχει μόνον 26 χιλιόμετρα από την Φλώρινα. Όταν αυτή τη πόλη την περιέσφιξε το σλαβικο γένος των Σέρβων την κάλεσαν Βιτώλια. 2 Στην εκεί  Μητρόπολη  της Πελαγονίας το Φανάρι είχε τότε αποστείλει ως μητροπολίτη τον Στέφανο Δανιηλίδη και όταν αυτός σε λίγο   μετατέθηκε στην πατρίδα του τη Λήμνο, τον διαδέχθηκε ο Χρυσόστομος Καβουρίδης ο οποίος προήγαγε ως θεολόγο τον Αθηναγόρα  σε αρχιδιάκονον και του ανέθεσε  τα καθήκοντα της γραμματείας της Μητροπόλεως και τότε έμαθε την δακτυλογραφία με «γραφομηχανή» και ανέθεσε τις δημόσιες σχέσεις με τις πολυπληθείς βαλκανικές εθνότητες της περιοχής και του ανετέθηκαν και τα καθήκοντα  του καθηγητή των θρησκευτικών  στην  «Ελληνική  Αστική Σχολή» και ακόμη υπό του Ελληνικού Προξενείου του επόπτης όλων των ελληνικών σχολείων της Βόρειας Μακεδονίας.  Παράλληλα με την εκκλησιαστική και εθνική προσφορά του εκεί τελειοποίησε με Γάλλο Λαζαριστή μοναχό την γαλλική  γλωσσομάθειά του.  Η διακονία του εκεί επί επταετία του άφησε  πολύτιμη εμπειριά μέχρι που μια  ομάδα  Γάλλων αξιωματικόν διαπίστωσε το βασιλόφρων φρόνημα του   μητροπολίτη Χρυσόστομου και το γνωστοποίησε στην φίλης των «Συμμάχων»  κυβέρνηση της «Εθνικής Αμήνης» και όταν  μετέβη ο μητροπολίτης με τον αρχιδιάκονό του στην Θεσσαλονίκη  συνελήφθηκαν  και φυλακίστηκαν αμφότεροι και τελικά  εκτοπίστηκαν στο Άγιον Όρος.

  Εκεί ο Αθηναγόρας με οδηγόν τον ιερομόναχο Παύλο τον Λαυριώτη επισκέπτεται μονές και κελλιά και όντας  αφάνταστα φιλομαθής συναντάται με θεοφώτιστους Αγιορείτες Πατέρες  της εκεί  πολυεθνικής ορθοδόξου κοινωνίας και εξ αυτού παραμένει θαυμαστής της αγίας ζωής των αφιερωμένων στο ιδεώδες της «Ιεράς Ησυχίας». Όμως την Αγιορειτική   μαθητεία του διέκοψε ένα μήνυμα από τον παλαιόν ομογάλακτό του στη Χάλκη που ήταν από την Ἰμβρο τον  Παναγιώτη Δημητριάδη ότι  ο νέος μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης ζητούσε για προσωπικό γραμματέα του γλωσσομαθή  Θεολόγον κληρικό,  γνώστη της «γραφομηχανής» και ο Πάνος που συνδεόταν μαζί του πρότεινε ως έμπειρον τον αρχιδιάκονο Αθηναγόρα. Έτσι ο  Μελέτιος τον προσκάλεσε στο «Κλεινόν Άστυ» και επί μία διετία αυτός μαθητεύει  πλησίον του πολυειδήμονα Κρήτα ιεράρχη, την αξία του οποίου είχε ήδη επισημάνει  η Ελληνική Κυβέρνηση σε δύο τότε κρίσιμα εκκλησιαστικά και εθνικά προβλήματα, όπως στην διευθέτηση της ενδοκυπριακής έριδας για την αρχιεπισκοπία της  Λευκωσίας στην Κύπρο και στην επίλυση του Αγιορειτικού ζητήματος, που τότε απειλείτο από τον Ρωσικό Τσαρισμό με πλήρη «Διεθνοποίηση»! Ο Αριστοκλής  όταν μαθήτευε στην Χάλκη είχε εντρυφήση  στο ανακαινιστικό φρόνημα του πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ και τώρα είχε την ευκαιρία   να ζήσει κοντά σε προσωπικότητα δοκιμασμένη στον εκκλησιαστικό στίβο στα Ιεροσόλυμα, στη Δαμασκό, στην Αλεξάνδρεια, στη Κύπρο και στον Άθωνα και κοντά στον πολυτάλαντο Μελέτιο συνετελέστηκε η  «εκκλησιαστική του ωρίμανση»και εξ επιρροής του άρχισε την μαθήτευση στην αγγλική γλώσσα.  Στην Αθήνα ο αρχιδιάκονος λειτουργούσε στην ενορία της Αγίας Αικατερίνης της Πλάκας κοντά στον ρέκτη παπα-Μάρκο Τσακτάνη και σχετίστηκε με τους κύκλους των ευσεβών  οικογενειών που συνεργαζόταν  όπως π.χ. ήταν η οικογένεια  Ζολώτα και  με τον π. Άγγελο Νησιώτη και τον π. Ευσέβιο Ματθόπουλου  και στον Πειραιά με τον  π. Γεώργιο Μακρή κ.ά. Πάντα κρατούσε τις ισορροπίες στις μεγάλες τότε πολιτικές αντιθέσεις  και κατα οδυνηρά συμβάντα μετά τις Νοεμβριανές εκλογές του 1920 αυτό εκτιμήθηκε και από τον επανελθόντα στην Μητρόπολη Αθηνών Θεόκλητον Μηνόπουλο και παρά την εχθρότητα των βασιλόφρονων κληρικών κράτησε τον Αθηναγόρα στην διοίκηση της Μητροπόλεως Αθηνών μέχρι που συντελέστηκε η Μικρασιατική Καταστροφή !

        Για να συνδράμει ο Κλήρος των Αθηνών  τις συνέπειες της «Εξόδου» στην Παλαιά Ελλάδα των Μικρασιατών Ελλήνων συνεστήθη η  «Παγκληρική Ένωση», με Πρόεδρο τον αρχιμ. Δαμασκηνό Παπανδρέου και Γενικό Γραμματέα τον αρχιδιάκονον Αθηναγόρα Σπύρου που συνεργάστηκε με την προελθούσα από την Επανάσταση ελληνική κυβέρνηση που ζήτησε τότε την κανονική παρέμβαση του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου Δ΄, προς αποκατάσταση της τρωθείσης στην Ελλάδα  από τον «Εθνικόν Διχασμόν» κανονικής εκκλησιαστικής Τάξεως από τους αντικανονικά διοικούντες την τοπική Εκκλησία αρχιερείς.   Μετά από αιτηθείσα άδεια από το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, που αποτελεί το θεσμικόν κέντρον της εν Ελλάδι Εκκλησίας  :«ήρθη το αξιοκατάκριτο και αντικανονικόν της παρεμβάσεως της κοσμικής εξουσίας  στα της Εκκλησίας» (νόμος Σ΄ και Σα΄ του 1852 βλέπε Α.Π. «Συνοδικόν» τ. Β΄ σσ. 99-119) και ανέλαβε «κατ’ Οικονομίαν»  η Κυβέρνηση της Επαναστάσεως του 1922, είτε η πρώτη υπό τον Σωτήριο Κροκιδά,  είτε  η διάδοχος κυβέρνηση υπό τον συνταγματάρχη Στυλιανό Γονατά  την ευθύνη  της πληρώσεως με ιεράρχες  των εν Ελλάδι χηρευουσών οκτώ Μητροπόλεων τον Δεκέμβριον του 1922 και εξ αυτού καταστάθηκε μητροπολίτης Κερκύρας ο Ἠπειρώτης Αθηναγόρας Σπύρου. 3 

 Σε πολύ δύσκολη ιστορική στιγμή έφθασε στην Κέρκυρα ο νέος Μητροπολίτης.  Η πρώτη παρουσία του  στην Κέρκυρα ήταν μια έκφραση δυναμικής και ασυνήθιστης  ποιμαντορίας εκφράζουσα στο νησί εκείνα που  έμαθε κατά τη θητεία του στο Μοναστήρι και την παραμονή του στην Αθήνα κοντά στον Μελέτιο.  Εκεί διδάχθηκε πόσο ανακαινισμένη πρέπει να είναι η μαρτυρία της Εκκλησίας  μετά  τα οδυνηρά συμβάντα της τραγικής συρρικνώσεως του Γένους  κατά  την μεταπολεμική εποχή.  Συγκεντρώνει  το ενδιαφέρον του  να φέρει την νεολαία κοντά στον Χριστό και για να πληροφορήσει  το έργο της Εκκλησίας στον λαό του Θεού. Και όπως ο   ο Μελέτιος στην Κύπρο συνέστησε τον «Ἐκκλησιαστικό Κήρυκα» καὶ στην Αθήνα το 1919  την  «Διδαχὴν» (1919) 4 ἐτσι και  ο Κερκύρας Αθηναγόρας συνέστησε το περιοδικό «΄Αγιος Σπυρίδωνας» όχι μόνον για να  μαθαίνεται  η θρησκευτική ζωή  της Κερκυραϊκής κοινωνίας ,  αλλά και να στηρίζονται  τα πρέποντα στην τοπική Εκκλησία, όπως ήταν η επιστροφή του σεπτού λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνος που ήταν τότε ιδιοκτησία παλαιάς οικογένειας της Κέρκυρας. Στο πρόσωπο του Αθηναγόρα βρήκε ο Αθηνών Χρυσόστομος  και τον γλωσσομαθή ιεράρχη που ήταν ἀξιος να αντιπροσωπεύσει την Εκκλησία της Ελλάδος σε διεθνη συνέδρια, όπως ήταν το 1925 το συνέδριο της «Χ.Α.Ν.» στο Ελσίνσκυ της Φιλλανδίας, όπου  συνάντησε και τον άλλοτε Σχολάρχη του τότε μητροπολίτη Θυατείρων Γερμανό Στρινόπουλο, ο οποίος  τον συνέδεσε με τους κύκλους των πρώτων «Ευρωπαίων Οικουμενιστών».    

      Τα τραγικά πολιτειακά συμβαίνοντα από το 1917 στην Ρωσία ανάβασαν σε ύψη την αθεϊστική επιθετικότητα στη Θρησκεία και κατ’ επέκταση στην Ορθδοξη εκεί αυτοκρατορική Εκκλησία.   Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Φώτιος Β΄ για να αποδείξει την ζωτικότητα και την ενότητα της Ορθοδοξίας  και  συγκαλεί την από μακρού προσδοκόμενη διορθόδοξη σύναξη για να συνταχθεί ο «Κατάλογος των προς συζήτηση εκκλησιαστικών θεμάτων» στην μέλλουσα να συνέλθει «Διορθόδοξη Προσύνοδο». Η Διάσκεψη αυτή γίνεται στην Αθωνίτικη Μονή Βατοπαιδίου προκειμένου να επανατονιστεί η Πανορθόδοξη ενότητα των Ορθοδόξων που παραστέκει σε κάθε δοκιμαζόμενο λαό. Ο μητροπολίτης Αθηναγόρας εκπροσωπεί την εν Ελλάδι Έκκλησία  και ο ομογάλακτός του ιεράρχης Τιμοκίου Αιμιλιανός την Εκκλησία της Σερβίας καθὠς  και ο άγιος μητροπολίτης Αχρίδος Νικόλαος Βελιμίροβιτς και  ο εν Αθήναις Αποκρισιάριος του Πατριάρχου Φωτίου Β΄ μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος Φιλιππίδης και κατά τον Μέγα Αθανάσο «ούς η χάρις συνήψεν, ου διέστησε ο τόπος». Τότε ο Χρύσανθος γνωρίζει από κοντά τον ένθερμο ιεραποστολικό ζήλο και το οργανωτικό σθένος του πρός καταλλαγή του «αλληλοσπαρασόμενου» απόδημου Ελληνισμού  της Αμερικής. Το Φανάρι από τον Τύπο  γνωρίζει  τα εκ του διωγμού της Εκκλησίας στη Ρωσία προερχόμενα  κύματα των ορθοδόξων μεταναστών που κατέπλεαν στην Νέα Υόρκη και αυτοί προστέθηκαν  στους  «τσαρικούς» ορθόδοξους  πού πολιτεύονται εκεί συνιστώντες αυτοδιοίκητες τοπικές ορθόδοξες Εκκλησίες στις Η.Π.Α. από σλαβογενείς και αραβόφωνους Ορθοδόξους χριστιανούς.  Στις συζητήσεις   μεταξύ Χρυσάνθου και Αθηναγόρα διαπίστωσε η σοβαρότητα της εκεί κακοδαιμονίας που μεταφυτεύθηκε από  «Εθνικό Διχασμὀ» καθώςκαιη έλλειψη διορθοδόξου κοινωνίας από μη γνωρίζοντες  την πάγια τάση της Μόσχας από τον 18ον  αιώνα  να εκρωσίσει όλα τα ορθόδοξα έθνη   που  περιλαμβάνει η επικράτειά της κατά  την αίρεση του «Εθνοφυλετισμού». Στην Διάσκεψη του Βατοπαιδίου ο  Τραπεζούντος  Χρύσανθος εκτίμησε δεόντως την συγκρότηση του Αθηναγόρα  τόσον εκ της   επταετούς  θητεία του στο πολυεθνικό ορθόδοξο λαό  του Μοναστηρίου, όσον και την επίσης επταετή ποιμαντική επιτυχία του  στην Κέρκυρα , καθώς και την δίχρονη διοικητική του πείρα στην Αθήνα και εισηγήθηκε  τις προτάσεις του στην κρίση του πατριάρχου Φωτίου Β΄ και της Ιεράς Συνόδου του και συνοδικά αποφασίστηκε η πλήρης αλλαγή της καταστάσεως στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής χάρη του μέλλοντος της ομογένειας στον Νέο Κόσμο της Αμερικής.  Έτσι τέθηκε στην  διαθεσιμότητα της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ο Αμερικής  Αλέξανδρος Δήμογλου και οι δύο  βοηθοί του επίσκοποι, ο Ιωακείμ Αλεξόπουλος και ο Φιλάρετος Ιωαννίδης προκειμένου  να αξιοποιηθούν  σε  Μητροπόλεις της ελλαδικής επικράτειας.5

           Στις 12 Αυγούστου του 1930: «Οι αποτελούντες Αρχιερείς την  Ιερά Σύνοδο, μετά την γενομένην συνοδικώς πρόταση τριών υποψηφίων των μάλλον κατάλληλων εις τούτο, ήτοι τον πανιερώτατον Μητροπολίτην Κερκύρας και Παξων  κ.  Αθηναγόραν, Σερρών κ. Κωνσταντίνον και Σάμου κ. Ειρηναίον, κατελθόντες εν τω πανσέπτω Πατριαρχικώ ναώ του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, προτροπή και αδεία του Παναγιωτάτου και σεβασμιωτάτου ημών Αυθέντου και Δεσπότου, του Οικουμενικού Πατριάρχου, κ.κ. Φωτίου , και ψήφους  κανονικάς  προβαλόμενοιτη επικλήσει του Παναγίου Πνεύματος, εἰς εκλογήν και ανάδειξιν του αξίου εκ των τεθέντων  τριών υποψηφίας προσώπου , προεκρίναμεν τον πανιερώτατον Μητρτοπολίτην Κερκύρας και Παξών κ. Αθηναγόραν,  Εφ’ω και εις διηνεκή ένδειξιν και μόνιμον παράστασιν  κατεστρώθη τα ονόματα αυτών εν τω κώδικι της Αγίας του Χριστού  Μεγάλης Εκκλησίας. Εν τη σωτηρίω (α@λ΄) 1930 κατά μήνα Αύγουστον (ιβ), Επινεμήσεως ΙΓ΄:  + ο Κυζίκου Καλλίνικος,+ ο Νικαίας Βενιαμίν, + ο Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος, + ο ΔέρκωνΑμβρόσιος, +  ο Προύσης Νικόδημος, + ο Ηλιουπόλεως Γεννάδιος, + ο Ιμβρου και Τενέδου Ιάκωβος, + ο Θεοδωρουπόλεως Λεόντιος  + ο Χριστουπόλεως   Μελέτιος, + ο Μύρων Πολύκαρπος και  + ο Λαοδικείας Δωρόθεος.»            

Κώδικας Α΄β΄2, σελ 110 της 12 Αυγούστου 1930

                      

                           Η ανάθεση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής στον από Κερκύρας Αθηναγόρα ο οποίος είχε τα εχέγγυα διαποιμάνσεως  των σκορπισμένων Ελληνορθόδοξων μεταναστών κατά τις ορθόδοξες παραδόσεις στις τότε 50 «Ηνωμένες Πολιτείες» της Βόρειας Αμερικής    προϋποθέτει  πολλά άνωθεν χαρίσματα και μεγάλη αγωνιστική αντοχή για να αποδώσουν. Το άπλωμα αυτό της  σαγήνης στο τρίτο σε μέγεθος κράτος της γης, από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ερηνικό Ωκεανό και από τον Καναδά μέχρι την Αργεντινή ήταν αποστολικός άθλος για να συνενώσει την διασπορά των  ελληνορθόδοξων   μεταναστών ώστε να μην  αλλοτριωθούν στην αχανή  χώρα από τους εραστές της ανεξιθρησκείαςπου να τους  αφομοιωθούν σε διάφορες θρησκευτικές δοξασίες και χριστιανικούς κλάδους. Ο Αμερικής Αθηναγόρας στήριξε  με την απέρριτη  ζωή και έντιμη πολιτείας του την επιτυχία της διακονίας του κατά την δεκαοκταετή (18) διακονία του στις Η.Π.Α. και τον Καναδά.  Η σεπτή κορυφή της ευσεβείας μας ο άγιος Πατριάρχης Φώτιος Β΄  και οι τότε  επιφανείς συνοδικοί ιεράρχες του Θρόνου δώρησαν στην ομογένεια την ενότητα για να  διαιωνίζεται και τα μέλη της να ανέρχονται σε ύπατα  αξιώματα ώστε  να μεγαλύνεται το ιστορικό και ευσεβές Γένος μας.   

              Μετά την εκλογή του ο Αθηναγόρας παραμένει επί εξάμηνο στην Αθήνα μέχρι να ολοκληρωθεί στις 6 Νοεμβρίου 1930 η εκλογή υπό της Ιεράς Συνόδου των Αθηνών των από τις Η.Π.Α. ιεραρχών, στην Κερκύρα του Αλέξανδρου Δήμογλου, του Ιωακείμ Αλεξόπουλου στην  Φωκίδα και του Φιλάρετου Ιωαννίδη στη Σύρο. Κατά τον αποχαιρετισμό από  την Μητρόπολη Κερκύρας του Αθηναγόρα συνέβησαν συγκινητικές  εκδηλώσεις ευγνωμοσύνης του Κερκυραϊκού κλήρου και του λαού για το συντελεσθέν εκεί επί επταετία μεγάλο ποιμαντικό έργο του και επί χρόνια οι Κερκυραίοι τον ενθυμούντο με εόρτια γράμματα στις γιορτές. Τον Οκτώβριο επέστρεψε  στην Αθήνα  προκειμένου να προετοιμάσει την μετάβαση του στην νέα εκκλησιαστική επαρχία του και επεσκέφθηκε τον πρεσβευτή των Η.Π.Α. και την έδρα της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής και την Γεννάδειο Βιβλιοθήκη,  καθώς και το Αμερικανικό Κολλέγιο και τις εν Αθήναις Αντιπροσωπείες των ελληνοαμερικανικών οργανώσεων, όπως ήταν π.χ. η ΑΧΕΠΑ. Επίσης είχε συναντήσεις και συσκέψεις σε Υπουργεία για το «Μεταναστευτικό πρόβλημα» των Ελληνορθοδόξων προς τις Ηνωμένες  Πολιτείες  προς στήριξη  των πολυμελών οικογενειών τους στην πατρίδα κ.ά.  

          Τα περιγραφόμενα γεγονότα απέδειξαν ότι: «Πολλοί είναι οι κλητοί της Ιστορίας, όμως ελάχιστοι παραμένουν  οι εκλεκτοί» (Ματθ. κβ΄14) των οποίων η μνήμη  παραμένει ζωντανή και μετά  μισό  αιώνα από την εκδημία τους , όπως είναι η μνήμη του Αμερικής Αθηναγόρα Σπύρου -Α.Π.

Ο Αμερικής Αθηγαγόρας κατά την επίσκεψή του τον Οκτώβριο του 1930 στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκης συνοδευόμενος από τον Λαυριώτη π. Παύλο.

  1. Πρόκειται για τον από  Δέρκων Πατριάρχη που το 1925  εκθρόνισαν οι Τούρκοι

  μετὰ πατριαρχία 45 ημερών στην Ελλάδα.

      των αποδήμων  με αποστολή στην Αμερική του άλλοτε προέδρου της «Παγκληρικής Ενώσεως»

       μητροπολίτη Κορίνθου Δαμασκηνού Παπανδρέου, ο οποίος όμως για τους λόγους του

       ενδιαφερόταν για την «προεδρική» Μητρόπολη Αθηνών και την γενικήν εκτίμηση που

Loading

Ο ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ ΠΡΟΩΘΕΙ ΤΟΥΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑ

Η ιστορική φωτογραφία των Φαρασιωτών προσφύγων στο «Κάστρο» του Αγίου Γεωργίου της Κέρκυρας το 1924. Στο κέντρο καθήμενη οκλαδόν η «Ευλογία η Ευλαμπία» Εζνεπίδη έχουσα στην αγκάλη της σε λευκές φασκιές  το βρέφος «Αρσένιο», δηλαδή τον σημερινόν Άγιον Παΐσιον!  

Η «Συνθήκης του Βερολίνου» του 1878 που αποδέχθηκε το «status quo» του τρίτου βουλγαρικού κράτους  υπό οθωμανική επικυριαρχία και το 1891 οι Βούλγαροι καλυπτόμενοι από τούς Νεότουρκους  στράφηκαν πρώτα κατά της ελληνικής εκπαιδεύσεως και μετά κατά της ελληνοφώνου Εκκλησίας διατελούντες τότε σε σχίσμα με τὸ Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στις 16 Ιουλίου 1906, μετά από ανθελληνικά δημοσιεύματα βουλγαρικών εφημερίδων, έγινε μεγάλο συλλαλητήριο και ταραχές κατά τις οποίες βουλγαρικός όχλος κατέστρεψε σπίτια, εκκλησίες και σχολεία των Ελλήνων σε όλες τις πόλεις της Αν. Ρωμυλίας όπου υπήρχαν οι ελληνικότατες πόλεις στις δυτικές πλευρές του Εύξεινου Πόντου με κέντρο την Φιλιππούπολη και επαναστατικά άρπαξε η Σόφια  την Ανατολική Ρωμυλία  και τότε άρχισε κυρίως τον  20ον αιώνα η πρώτη μεγάλη προσφυγοποιήσει  πληθυσμού των ελληνικής καταγωγής Ρωμυλιοτών προς την Πόλη και οι 37.000 την ελληνική επικράτεια  και έτσι τελεσφόρησε η αρπαγή υπό της Βουλγαρίας της Ανατολικής Ρωμυλίας. 1  Η δεύτερη μεγάλη προσφυγιά προκλήθηκε από τους  Βαλκανικούς Πολέμους  του 1912-1913  με εισροές ομογενών προσφύγων από διάφορες  περιοχές  των νεοσύστατων κρατών του ευρωπαϊκού νότου  και ιδίως από τις ελληνικότατες πόλεις στις δυτικές πλευρές του Εύξεινου Πόντου με κέντρο την Φιλιππούπολη.

             Ὁμως το  μεγάλο προσφυγικό σουνάμι ήλθε μετά τον Α΄ Παγκόσμιον Πόλεμον του 1919-1924 που συρρίκνωσε στην ελληνική επικράτεια τον όγκον του Μικρασιατικού και του Ανατολικού Θρακικού πλήθους των Ελληνορθοδόξων προκειμένου να παγιωθεί η ειρήνη και να προληφθούν οι κακουργηματικές γενοκτονίες και οι θρησκευτικοί και πολιτικοί εξανδραποδισμοί των ελληνογενών πληθυσμών με την  «η Ανταλλαγή των πληθυσμών». .  Η Κέρκυρα ήταν η δυτικότερη των Επτανήσων πολλά προσφέρουσα εκ της Ευρώπης και δέχθηκε και αυτή αρχικά  μέρος της βίαια εκπατρισμένης ομογένειας από την Μικρά Ασία και τον Πόντο και μάλιστα οι μόνοι πρόσφυγες που έφθασαν σε προστατευόμενο ελληνικό έδαφος και  δέχθηκαν τον  βομβαρδισμό του Ιταλικού Στόλου με νεκρούς και τραυματίες θύματα τους πρόσφυγες, γιατί η κυβέρνηση του Μπενίτο Μουσολίνη, ενσαρκωτή του επιθετικού ιταλικου «Φασισμού» και αρχηγού  της φάλαγγας των μελανοχιτώνων θεώρησε ως υπεύθυνη την ελληνική κυβέρνηση για την δολοφονία του στρατηγού Ενρίκο Ταλλίνι και της ομάδος του στην Κακαβιά της Ηπείρου.3   Όμως άλλη τροπή έλαβε το προσφυγικό ζήτημα στην Κέρκυρα μετά την έναρξη μετακομιδής στη νήσο το Φθινόπωρο του 1924των εξ Κλικίας «Ἑλληνορθοδόξων ομήρων». δυτικά του ποταμού Ζαμάντη και του Αντιταύρου και νότια της Καισαρείας, ὀπου είναι  το Προκόπι, η Νίγδη (Λαοδίκεια) και τα Φάρασα και έχουν επίνεια  στην Ταρσό και την Μερσίνα που βρίσκονται απέντι από την Κερύνεια της Κύπρου και οι  Βρετανοί εμπόδισαν την εκεί προσφυγική ροή φοβούμενοι την ενίσχυση των ελληνογενών Κυπρίων !

       Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οργάνωση της Εκκλησίας της Καππαδοκίας διότι ήταν από τα αποστολικά χρόνια (Πραξ. β΄ 10) φορέας της αρχαϊκής πίστεως και στη συνέχεια της μοναστικής παραδόσεως της Εκκλησίας. Η Μητρόπολη Καισαρείας που ήταν το εκκλησιαστικό κέντρο  της Καππαδοκίας διατηρούσε την πατροπαράδοτη βυζαντινή παράδοση στην οργάνωση των επαρχιών της και την συνάρτηση των  κοινοτήτων της με την επιστασία της στην ελληνιστική εκπαίδευση και μόρφωση των νεοτέρων γενεών. Η  Μητρόπολη αυτή μέχρι στις αρχές τον 20ον αιώνα του αιώνα  είχε στην  δικαιοδοσία της 50 πόλεις, κωμοπόλεις και διεσπαρμένα χωριά, όπου υφίσταντο 57 ενορίες με 114 ιερείς και σε 68 σχολεία 183 δασκάλους με 7.143 μαθητές γιατί οι Ελληνορθόδοξοι ήσαν 74.000. 4   Στους νεότερους χρόνους οι Καππαδόκες απέκτησε ιεράρχες πραγματικούς ιεραποστόλους.  Ένας εξ αυτών ήταν   ο εκ του αρχαίου Βάρασου των Φαράσων μητροπολίτης Καισαρείας Παΐσιος Β΄,  ο οποίος μεταλαμπάδευσε την ελληνιστική παιδεία και εισήγαγε την λεγόμενη  «Καραμανλίδικη γραφή» στους τουρκόφωνους ορθόδοξους δια του περίφημου ιεροσπουδαστήριο των Φλαβιανών που λειτουργούσε στη  Μονή του Τιμίου Προδρόμου και απετέλεσε φυτώριο φωτισμού των Καππαδοκών.  

            Μετά  την  υπογραφή της «Συνθήκης της Λωζάνης» μεταξύ της Ελλάδος και της Τουρκίας τον Ιούλιο του 1923 η «Σύμβαση περί της Ανταλλαγής των Πληθυσμών» με τα 19 άρθρα της ενεργοποιήθηκαν από τις 30/1/1923. Όμως η Μητέρα πατρίδα εκτός από τον όγκο της προσφυγιάς που δέχθηκε από την Μικρασιατική Έξοδο του 1922. Όμως στα υψίπεδα της Ανατολίας παρέμενε από το 1918  αιχμάλωτο πολέμου το  πλήθος  των ελληνόφωνων «Ακριτών» στα χέρια του Μουσταφά Κεμάλ. Σύμφωνα με την πρώτη απογραφή που μας παρέδωσε η Μέλπω Μερλιέ  του  Γαλλικού  κέντρου Μικρασιατικών ερευνών στην Ελλάδα ήρθαν 44.432 Καππαδόκες και μεταξύ αυτών ήταν και  ο κατά κόσμον Θεόδωρος Αννητσαλήχος η Αρτζίδης πού ήταν και  ο απόφοιτος της Εκκλησιαστικής Σχολής των Φλαβιανών που  αργότερα σπούδασε και στη Σμύρνη. Αυτός  ιερώθηκε  και έγινε Αρχιμανδρίτης με το όνομα Αρσένιος και τέθηκε επί κεφαλής  των χωριών των Φαρασιωτών με το όνομα  ο  Χατζεφεντής. Ο Αρσένιος  ήταν φωτισμένος κληρικός από την ορθόδοξη μοναστική παράδοση.  Στεκόταν κοντά  στον ελληνόφωνό και τουρκόφωνο αγροτικό πληθυσμό της περιοχής και σιωπηρά πρόσφερε την διακονία του σε Ρωμιούς και Κρυπτοχριστιανούς Τούρκους. Στον Πόντο και στην Ανατολία οι κρατούντες την εξουσία  ήσαν ισλαμιστές και  όσες οικογένειες των Ορθοδόξων  δεν ήθελαν να εξοντωθούν φανερά ἐξισλαμίζοντο, ενώ κρυφά στους οίκους των κρατούσαν  το πατροπαράδοτο ορθόδοξο  σέβας, όπως ήταν η τήρηση του «Νηστειοδρομίου» και του «Αργιοδρομίου» της Εκκλησίας και  εμηχανεύοντο διάφορους ιεροκρύφιους τρόπους για τον αγιασμό τους υπό των μυστηρίων.   Παράλληλα μάλιστα και για να δείξουν την «ισλαμική τους πίστη» συμμετείχαν και σε  ισλαμικές  κηδείες και  «ιφτάρια» του Ραμαζανίου και σε άλλες αθώες ισλαμικές τελετές, ενώ  ανέθεταν τάματα σε ορθοδόξους Αγίους και άναβαν κεράκια στα ημέτερα αγιάσματα που αφθονούν στα υπόγεια  χριστιανικών κατοικιών, κ. ά. !  

             Ο ευσεβής και σεμνός αυτός ιερομόναχος είχε και  την εκτίμηση του μητροπολίτη Καισαρείας Νικολάου Σακκόπουλου, όταν αυτός κατά την «Ανακωχή» του 1918-1921 πατριάρχευε στο Φανάρι ως τοποτηρητής και τον είχε καταστήσει «Αρχιερατικό  Επίτροπο» των Φαρασιώτικων χωριών της περιοχής.  Κατά την περίοδο της εφαρμογής της συμφωνίας από το 1923 για την «Ανταλλαγή των Πληθυσμών» με την ιδιότητα αυτή ανέλαβε και τα καθήκοντα του ληξιάρχη που συνόδευσε με τον  πρόεδρο των Φαρασιωτών Πρόδρομο Εζνεπίδη το σύνολον  των 204 οικογενειών εκ Φαρασών της Καππαδοκίας με τα 583 μέλη  και να τους οδηγήσει στην Ελλάδα.,  Η πρώτη συγκέντρωση των  Ελληνορθόδοξων εκ της Νίγδης (Λαοδίκειας), του Προκοπίου και του Γκέλβερι έγινε στην  παράλια πόλη Μερσίνη για να επιβιβαστούν σε  τέσσερα φορτηγά ατμόπλοια που θα τους μετέφεραν  στην Ελλάδα.  ¨Έφθασαν στον  λιμένα του Πειραιά και μάλιστα την ΝΔ Ηετώνεια ακτή  που  χρησίμευε τότε ως Λοιμοκαθαρτήριο στην  πλευρά της «Κρεμμυδαρούς» που κρασπέδωνε το υψίπεδο  της τότε  Δραπετσώνας. Εκεί διάφοροι πρόσφυγες που είχαν φθάσει προηγουμένως άρχισαν να κτίζουν τις πρώτες παράγκες.  Μερικές αγροτικές οικογένειες εκ Νίγδης, βρήκαν εργασία στα τότε περιβόλια  της περιοχής του Ρέντη και του Μοσχάτου και έφυγαν από την επίβλεψη του π. Αρσενίου. Όσοι όμως εμπιστεύοντο πνευματικά τον δυναμικό γέροντα Αρσένιο υπό την άνωθεν καθοδήγησή του,  επιβιβάστηκαν σε πλοίο και έπλευσαν για την Κέρκυρα.  Μόλις έφθασαν στο λιμάνι της νήσου τους αποβίβασαν και τους μετέφεραν να στρατοπεδεύσουν στο Παλαιό Φρούριο του Αγίου  Γεωργίου, αφού είχαν αποχωρήσει οι δοκιμασθέντες  από τον βομβαρδισμό πρόσφυγες και  αφού έθαψαν εκεί οι Ιταλοί τους νεκρούς που προκάλεσαν  μεταφέρθηκαν  σε άλλο στρατόπεδο.

            Ο μητροπολίτης Αθηναγόρας καθημερινά ενημερωνόταν για τους αφιχθέντες πρόσφυγες για να κινήσει την πρόνοια διατροφής τους από τους ενοριακούς ναούς της πόλεως και των χωριών του νησιού. Και από τους ευεργετηθέντες με την διατροφή του έκανε εντύπωση μια ομάδα προσφύγων που πήγε στην Μητρόπολη  με επικεφαλής τον σεβάσμιο γέροντα ιερομόναχο Αρσένιο και πρόεδρό τους τον ιεροψάλτη  οι οποίοι έσπευσαν να τον ευχαριστήσει για το ενδιαφέρον του. Ο Κερκύρας στα νιάτα του είχε υπηρετήσει στην πολυφυλετική Άνω Μακεδονία ως αρχιδιάκονος και εκπαιδευτικός και χαρακτηριζόταν για την ευπροσηγορία και την ευγένεια του προς τους επισκέπτες του, μάλιστα μου έλεγε πώς πολλοί από τότε επήγαιναν  για «τα κοιταχτούν στα μάτια», και φαίνεται ότι από τότε τα μάτια του ενέπνεαν εμπιστοσύνη,  συναντίληψη  και συναναστροφή στους θεατές τους. Η σεμνή παρουσία του πνευματικού τους πατέρα γέροντα Αρσενίου μίλησε στην ψυχή του εκεί ποιμενάρχη που θέλησε να προσεγγίσει βαθύτερα  το θρησκευτικό και πατριωτικό σθένος αυτών των ακριτών από την Καππαδοκία. Έτσι η έλευση των Φαρασιωτών  τον Οκτώβριο του 1924 στην Κέρκυρα αποτελούσε κάτι ξεχωριστό γιατί αποτελούσαν σπάνιο δείγμα εκκλησιαστικής συγκροτήσεως ομογενών προσφύγων από το κέντρο της Μικρασιατικής γης. Ο γηραιός όμως π. Αρσένιος είχε ταλαιπωρηθεί μεγάλως κατά την μεταφοράν του από την Μιρσίνα  μέχρι τη Κέρκυρα και είχε προβλέψει ότι στην Ελλάδα θα ζήσει μόνον 40ημερες λόγω των κακουχιών που πέρασε στο ταξίδι της μεταναστεύσεως και ήταν κυριολεκτικά εύθραυστος. Στο τέλος Οκτωβρίου   ασθένησε και για  επιμελή  ιατρική περίθαλψη εισήχθηκε στο Νοσοκομείο  της Κέρκυρας  και απεβίωσε σε ηλικία 84 ετών στις 10 Νοεμβρίου 1924 και τάφηκε στο Δημοτικό Κοιμητήριο της Κέρκυρας. 5          

             Ο Κερκύρας Αθηναγόρας γειτνίαζε με την ηπειρωτική πατρίδα του και γι’ αυτό διατηρούσε στενό σύνδεσμό τόσον με την γενέτειρά του το σημερινό «Βασιλικό» της Θεσπρωτίας (πρώην Τσαραπλανά) και την Κόνιτσα πατρίδα την μητέρας του εκεί μαθήτευσε στο Δημοτικό Σχολείο  μετά από τον απορφανισμό του την μητέρα του εκεί τον περιέθαλψε ο  παππούς του Βασίλειος Μοκόρος ήταν ήταν εκείνος ο «τσαγκάρης» που πρόσθεσε στην άκρη του «αρβανίτικου τσαρουχιού την  μαύρη   φούντα» και έτσι το «εξελληνίσε» και το κατέστησε σύμβολο  την λεβεντιάς των Νεοελλήνων! Στην στοργική αγκάλη της οικογενείας του στη Κόνιτσα πέρασε την δοκιμασία του ο Αριστοκλής μέχρι  που και ο νέος μητροπολίτης Βελλάς και  Κονίτσης Κωνσταντίνος Καρατζόπουλος ασχολήθηκε με αυτόν και φρόντισε για να σπουδάσει στην Χάλκη, πιθανόν για να τον χρησιμοποιήσει ως θεολόγο στην Σχολή της Βελλάς που ιδρύθηκε το 1911. Όμως εκείνος ως ιεροσπουδαστής συνδέθηκε με τον Μ. Πρωτοσύγκελο Αθηναγόρα Ελευθερίου και 18 ετών χειροτονείται διάκονος από  τον Ελασσώνος Πολύκαρπο Βαρβάκη  και όταν ἀπεφοίτησε το 1910  επέλεξε να σταδιοδρομήσει στην Μητρόπολη Μοναστηρίου.

          Το 1925 άρχιζε το γενικό σχέδιο αποκαταστάσεως των προσφύγων σε οριστικούς τόπους εγκαταστάσεως και ο Κερκύρας Αθηναγόρας επειδή εγνώρισε τους  εκ Καππαδοκίας Φαρασιωτών ενδιαφέρεται για μην διαλυθεί η μικρή ποίμνη του γέροντα Αρσενίου και έρχεται σε επικοινωνία με τον τότε μητροπολίτη Κονίτσης Βασίλειο Παπαχρίστου για να εγκατασταθεί στη Κόνιτσα σε σπίτι και σε κτήματα η οικογένεια του ιεροψάλτη Πρόδρομου Εζνεπίδης, πρόεδρου των Φαρασιωτών εκ του οποίου καρπός είναι   «ο μικρός Αρσένιος»,που μαθήτευσε μετα στην Κόνιτσα και ασκήθηκε στην πνευματική ζωή κυρίως στο Άγιον Όρος και στην Μονή του Σινά χωρίς να έχει τιμηθεί με την Ιερωσύνη, τελικά δόξασε με την παρουσία του τον Θεόν και έδωσε την πρέπουσα μαρτυρία της αγίας και τετιμημένης  ζωής του. Καταγράφηκε από την Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία  στο Εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησία το 1918 από τον  ενδόξως παρτιαρχεύοντα Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ως ο Άγιος Παΐσιοςτου 21ου αιώνα ,  – Α.Π. 

1. Η Βουλγαρική κατοχή επαναλείφθηκε και πάλι κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Γερμανούς «Ναζί» με οικτρότατες  μνήμες  στους πληθυσμούς της Δράμας  μας.

2. Οι  αρχαιότατοι γηγενείς πληθυσμοί της Μικρασίας, οι Ίωνες, τουρκιστί «Yunan», που πρόσφεραν στην ανθρωπότητα  την φιλοσοφική και την ανώτερη πολιτική σκέψη  τότε αντηλλάγησαν με τους εξισλαμισμένους  απογόνους  των κατακτητικών ορδών των Τούρκων που επηρέασαν το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου  του 1920, και επανέφεραν τον  «Εθνικόν Διχασμόν» στην εξουσία δίδοντας στους δήθεν «Συμμάχους» την αφορμή άνανδρα να παρασπονδίσουν κατά των προσυμφωνηθέντων.

3.Τότε ο Ντούτσε  απαίτησε ικανοποίηση ηθική και οικονομική. Όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε να παράσχει οποιαδήποτε ικανοποίηση, δηλώνοντας ότι η Ελλάδα δεν έχει καμία σχέση με το γεγονός, ο Μουσολίνι διέταξε τον ιταλικό στόλο να βομβαρδίσει την Κέρκυρα. Και όταν η «Κοινωνία των Εθνών» καταδίκασε το γεγονός, απείλησε με αποχώρηση της Ιταλίας από τον τότε «Ειρηνευτικό Οργανισμό» και όταν τέλος αποκαλύφθηκε ότι ένοχοι ήσαν υπό τις οδηγίες του οι  εξισλαμισμένοι Τσάμιδες και προδόθηκαν οι διαθέσεις του για την Αλβανία να λειτουργεί ως «Προτεκτοράτο» της Ιταλίας για μέλλουσα παρέμβαση κατά της Ελλάδος, γεγονός που συνέβη στις 28 Οκτωβρίου του 1940!  

4.  Η Μέλπω Μερλιέ αναφέρει ότι η Καππαδοκία είχε τους περισσότερους οικισμούς με Ελληνικό, η μεικτό από Έλληνες και Τούρκους πληθυσμό, από όλες τις επαρχίες της Κεντρικής Μικράς Ασίας. Επίσης χωρίζει την Καππαδοκία σε επτά περιφέρειες: 1. Καισαρείας, (Kayseri). 2. Προκοπίου, (Urgub). 3. Νεάπολης (Nevsehir) 4. Ακσεραϊ - Γκέλβερι, (Aksaray- Gelveri) 5. Νίγδης, (Nigde). 6. Φαράσων 7. Αποικιών Φαράσων. Οι περιφέρειες αυτές περιελάμβαναν 74 χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις, στις οποίες κατοικούσαν Έλληνες, καθώς και 6 Ποντιακές αποικίες που βρίσκονταν μεν στον γεωγραφικό χώρο της Καππαδοκίας, ανήκαν όμως στον Πόντο εξαιτίας της προέλευσης τους και της γλώσσας τους. Από τους παραπάνω 74 οικισμούς, οι 47 ήταν τουρκόφωνοι και οι 27 ελληνόφωνοι. Το 1924, η σύσταση του πληθυσμού των οικισμών αυτών ήταν: 13 χωριά κατοικούνταν μόνο από Έλληνες Ελληνόφωνους και 12 από Έλληνες Τουρκόφωνους. Συμπερασματικά, στα κέντρα, δηλαδή στις μεγάλες, η μικρές πόλεις των περιφερειών, ακόμα κι όταν τα χωριά που υπάγονταν σ' αυτές ήταν Ελληνόφωνα.

 5.   Πλησίον του ετάφη και ο συμφοιτητής μου εκ Καππαδοκίας και ευλαβής κληρικός Γερμανός Κυριακίδης.

6 . Κ. Φράγκου. Περί της παιδικής ηλικίας κτλ. στο τόμο: Αθηναγόρας Α΄ Οικουμενικός Πατριάρχης ο Ηπειρώτης, Έκδοση της Εταιρείας Ηπειρωτικών μελετών. Ιωάννινα 1975.

7 . Πρόκειται για τον μετά ταύτα μάρτυρα πατριάρχη Κωνσταντίνο τον Στ΄, που εκθρόνισαν οι Τούρκοι ως «Ανταλλάξιμο» το 1924.Βλ. «Συνοδικόν» τ. Γ’ σσ.435-471.Αρχιμ. Ευδόκιμος Καρακουλάκης.  Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Στ΄. Μνήμες και μαρτυρίες. Αθήνα. 2012.

Loading

Το προ 70 χρόνων ευρέθεν Μονυδρίου του Χωνιάτη στην νήσο Κέα

Τα ερείπια της κόγχης του μονυδρίου του Αθηνων Μιχαήλ  Χωνιάτη,  όπως ευρέθηκαν το 1953 παρά την νεοτέρα Μονή  του Αγίου  Παντελεήμονος του ο Ευρίπου Τιμόθεος.

Ο ΑΘΗΝΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΧΩΝΙΑΤΗΣ ΚΑΙ Η  ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ 13ον  ΑΙΩΝΑ.

Παρά την ευάρεστη και ευγενή πρόσκληση του Πατριάρχου Μαξίμου Ε΄ να σπουδάσω προ 75 χρόνων στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης χωρίς κανένα διακρατικό λόγο και μόνον επειδή εκδηλώθηκε δι’ εμέ το ενδιαφέρον του Φαναρίου για τον νεαρό εξ Αθηνών υποψήφιο σπουδαστή  η Άγκυρα απέρριψε τέσσερις φορές την χορήγηση «vizas» στο έδαφός της. Ο μακαρίτης μητροπολίτης Περγάμου Αδαμάντιος, που ο πατριάρχης είχε  αναθέσει την καθοδήγησή μου με συνέστησε στον Διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών ακαδημαϊκό καθηγητή Γεώργιο Σωτηρίου με τον οποίον είχε συνεργαστεί το 1936  ως Μ. Πρωτοσύγκελλος για την σύνταξη του τόμου: «Τα Κειμήλια του Οικουμενικού Πατριαρχείου». Εν Αθήναις 1937. Τότε  συνδέθηκα  με το ζεύγος Γεωργίου και της Μαρίκας Σωτηρίου, που με παρότρυναν  να ασχοληθώ ιδιαίτερα με ην επιστήμη τους  και φοιτητής από το 1950 της Θεολογικής Σχολής των Αθηνών άρχισα την μελέτην της Χριστιανικής Αρχαιολογία και  το θέρος  του 1953 άρχισα την έρευνα για την  χριστιανική περίοδο στο νησί της Κέας, που ήταν τόπος καταγωγής της μητέρας μου.  Η έρευνά μου  αρχισε με το να συγκεντρώσω πληροφορίες  από το τότε ιερατείο της νήσου το οποίο  και γνώριζε την ύπαρξη των  εκκλησίες  γιατί λειτουργούσε σε αυτές καθώς και την κατάστασή τους και τα πρώτα μου ευρήματα τα δημοσίευσα  στο τοπικό περιοδικό μας «Το Νησάκι μας η Κέα». 1 Για να συγκεντρώσω το σχετικό υλικό περιηγήθηκα «αποστολικά» τις εξοχές του νησιού και  απέκτησα  πλήθος φωτογραφιών και σημειώσεων, ώστε να ασχοληθώ επιστημονικά με αυτά. Μέχρι τότε κανείς δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με τα χριστιανικά μνημεία του νησιού  και οι έρευνές μου απέδωσαν πλούσιο υλικό. Μεταξύ των περιοχών που ηρεύνησα ήταν μετά τα λεγόμενα Ελληνικά    στο κέντρο του νησιού ήταν το άλλοτε Σταυροπηγιακό  Μοναστήρι του  Αγίου Παντελεήμονα που τα κτήματά του είχαν παραχωρηθεί στην Μονή Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου για να φοιτούν στην «Πατριάδα Σχολή»νέοι απὀ την Τζιά. Τότε ενοικιαστής των κτημάτων της Μονής ήταν ο αγρότης  Ποθητός  Βαρθολομαίος και εκείνος με συντρόφευσε στην έρευνά μου να κατέβω στο λεγόμενο «νερό», την  αρχαία πηγή υδρεύσεως της Μονής όπου στο περιβόλι  της όπου  υπήρχαν τα ερείπια  ναϊδρίου με μια μεγάλη τοιχογραφία.  Όταν έφθασα στο ερείπιο  έμεινα ενεός από την  έκπληξη για τα εικονιζόμενα πρόσωπα των Ιεραρχών. Αμέσως δε με προβλημάτισε η παρουσία μεταξύ τους  του Διονυσίου Αεροπαγίτης και του  Πολυκάρπου Σμύρνης,  που συνήθως δεν περιλαμβάνονται σε απεικονίσεις λειτουργών ιεραρχών της  κόγχης του Ιερού.     

          Αυτό έφερε στη μνήμη μου το πρόσωπο του διάσημου μητροπολίτη Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη.  Ο Μιχαήλ Ακομινάτος ήταν γόνος ευκατάστατης οικογενείας από τις «Κολοσσαίς» και  τις βυζαντινές «Χώνες» της Φρυγίας της Μικράς Ασίας. Εκεί γεννήθηκε το 1132 και στάλθηκε έφηβος στην βασιλεύουσα για να μαθητεύσει κοντά στον τότε  διάσημο φιλόλογο των  ελληνικών Γραμμάτων δάσκαλο «Ευστάθιο», τον μετά σπουδαίο ιεράρχη Θεσσαλονίκης. Στην Πόλη  συνδέθηκε ως γραμματέας του πατριάρχου Θεοδοσίου Α΄  με τους πατριαρχικούς  κύκλους και ο πατριάρχης  διέγνωσε το ήθος του και τα χαρίσματα του Μιχαήλ και τον χειροτόνησε το 1182 μητροπολίτη Αθηνών της 28ης τότε Μητροπόλεως του Οικουμενικού Θρόνου. Όμως το άλλοτε ένδοξο Άστυ τα χρόνια εκείνα είχε πάθει μεγάλη καταστροφή από την μάστιγα των  Σαρακηνών.  ΄Εφθασε στην Μητρόπολή του  εν μέσω λαού λοιμοκτονούντος και μάλιστα  απειλούμενου από τον δυνάστη του Ναυπλίου  Λέοντα τον Σγουρό. Ο πεπαιδευμένος αυτός  ιεράρχης κατοίκησε στα προπυλαίων της Ακροπόλεως, όπου και στέγασε την πολύτιμη εκ κωδίκων βιβλιοθήκη του και υπερασπίστηκε με σθένος το ποίμνιό του αντιτάσσοντας αποτελεσματικά την άμυνά του  στους εκ Δύσεως  επιδρομείς. Όμως  φαίνεται πως τα αποθέματα των δυνάμεών του είχαν εξαντληθεί και έτσι η Αθήνα έγινε εύκολη λεία στους Φράγκους που επέβαλαν την εξουσία τους εκεί το 1204. Οι συνοδεύοντες τους «ιππότες» λατίνοι κληρικοί ζήτησαν την παράδοση της βυζαντινής βασιλικής της Θεοτόκου που είχε κτισθεί στο «Εκατόμπεδο» του  Παρθενώνα και στα δώματα των προπυλαίων εγκαταστάθηκε ο λατίνος επίσκοπος. Ο Αθηνών  Μιχαήλ  αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα και αφού περιπλανήθηκε για κάποιο διάστημα στη Θεσσαλονίκη και στην Εύβοια κατέφυγε τελικά στην δεύτερη επισκοπή του στην Κέα έναντι του Σουνίου και μάλιστα στον  όρμος της αρχαίας πόλεως των  Ποιησσών. Εκει ο εξόριστος μητροπολίτης αποβιβάζεται και ακολούθησε την κοίτη του ρέματος των Πισσών και πορεύεται προς τις υπόρειες που τότε ήταν δασώδες  από δρυάδες και πηγαία νερά. Ανέρχεται   στην  κορυφή του του υψηλού όρους του Ικμαίου Διός,  (547 μ.ύψος), όπου στα χρόνια των Κομνηνών (1081-1185) συνεστήθη η Βασιλική Μονή του Τιμίου Προδρόμου με πύργον φρυκτωρίας που κατόπτευε   το πέρασμα από την νήσο του San Giorgio μέχρι τον Καφηρέα της Εύβοιας που ήταν η αρχαιότατη  γραμμή πλεύσεως εκ Δύσεως προς την βασιλεύουσσα.

         Σε μικρή  απόσταση από την Μονή διατηρείτο ο μοναστηριακός κήπος με την αρχαία πηγή  και στη βόρεια άκρη του κτήματος υπήρχε το «χωστό» και ερειπωμένο «Μονύδριο». Από το αρχικό κτίσμα σωζόταν μόνον η κεντρική κόγχη του Ιερού και κάτω από τα ίχνη «πεποικιλμένης» Πλατυτέρας μία σπουδαία απεικόνιση  της ιερής χορείας των συλλειτουργούντων έξη (6) Αγίων ιεράρχων της Εκκλησίας, με πρώτον εξ αριστερών τον Αλεξανδείας Αθανάσιον (μισοκατεστραμένον) και δίπλα τον Αθηνών Διονύσιον Αρεοπαγίτη, τον Καισαρείας Βασίλειον, τον  Κων/πόλεως Γρηγόριο και τον επίσης Κων/πόλεως Ιωάννη Χρυσόστον και τέλος τον Σμύρνης Πολύκαρπον. Ο Αθηνών και ο Σμύρνης δείχνουν την ταυτότητα του κτήτορα του Μονυδρίου επομένως ευρέθηκε ότι είναι ο μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης. Στο μέσο των ιεραρχών η Αγία Τράπεζα φέρει στην όψη της περίτεχνο κάλυμμα με το αρχαίο σύμβολο της καθαγιάσεώς της που είναι  ο Τίμιος Σταυρού στο μέσο των τεσσάρων «γωνιδίων», κατι που γίνεται και σήμερα όταν  καθαγιάζεται κάθε νέα Αγία Τράπεζα και επάνω της φέρει το «ειλητό» του «αντιμηνσίου»  ἐπί του  οποίου τοποθετούνται τα «Κυριακά  Σκεύη», δηλαδή το ποτήριο με το καθαγιασμένο «Αίμα Χριστού»  και το βαθύ ξυλόγλυπτο δισκάριο με το «Σώμα Χριστού», μάλλον μετά το «Τέλεσμα» του Μυστηρίου μετά την «επίκληση» και πρό της Θείας Κοινωνίας τους.  Οι  ολόσωμες έξι μορφές των Ιεραρχών είναι γνωστές από την  παραδοσιακή εικονογραφία. Οι τρίς ανυψώθηκαν στην ύπατη τιμή του Πατριάρχη, ο Αθανάσιος, ο Γρηγόριος και ο Ιωάννης. Ο Βασίλειος, αναδείχθηκε αρχιεπίσκοπος και  οι  δύο εξ αυτών ιεράρχες, ο Πολύκαρπος και ο Διονύσιος,  σε επισκόπους ξακουστών πόλεων, ο πρωτος της Σμύρνης και ο δεύτερος των Αθηνών. Αυτή η δυάδα ταυτόχρονα έδειξε  και την ταυτότητα του  ιδρυτή του Μονυδρίου, που καταγόταν από τις βυζαντινές Χώναις, τις αρχαίες «Κολοσσές» της Μικράς Ασίας που τιμούσαν ως ιερομάρτυρά τους τον Πολύκαρπο Σμύρνης και τον διάδοχο του Αθηναίου Αρεοπαγίτη Διονυσίου και δεν είναι κάποιος  άλλος από τον Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη! 3.

        Η μελέτη συνθέσεως αυτής της τοιχογραφίας με απησχόλησε γιατί η εξιστόρηση της δείχνει ότι εκτελείται με  την  καθοδηγηση του αφιερωτή που είναι γνώστης της «κατ’ ενώπιον» αποστολικής συλλειτουργίας και της ειδικής  αμφιέσεως των «Πρώτων» εκάστης Δικαιοδοσίας με αρχαϊκό «πολυσταύριο» που δείχνει ότι αποτελούν την γνήσια ύπατη πηγή του ηγέτη «Βασιλείου Ιερατευματος» στην κάθε τοπικής Εκκλησίας, δεδομένο ότι κατά την διδαχή της  Εκκλησία: «Ο Πατριάρχης εστίν εικών ζώσα Χριστού και έμψυχος, δι’ έργων και λόγων εν αυτώ ζωγραφών την αλήθειαν.  Κάθε τι που κρατούν στην αριστερά τους ιεράρχες ως «Ευαγγέλιον» είναι «Ευαγγελιστάριον» η ένας «κώδικας» βιβλιοθήκης που με«στάχωση» του  υπενθυμίζει τις συγγραφές του φέροντος ιεράρχη  που πρόσφερε στην  Εκκλησία του Χριστου;  Ακόμη και η αρχαϊκή μορφή του λευκού μάλινου ωμοφορίου,  μόνον με τους σταύρους των παθημάτων του Εσταυρωμένου η και η δίριχτη του οραρίου περί τον τράχηλον του πρεσβυτέρου, το γνωστό «πετραχήλι» ή ακόμη και τα μαλακά «εγχείρια» των «επιγονατίων» και οι τρόποι των «ευλογιών» τους αν είναι έκφραση «ειρηνεύσεως» η ευλαβούς «σταυρώματος» η και τα λοιπά άλλα που  επιμαρτυρούν την ασφαλή χρήση των χειρών, όπως τα «επιμάνικα» που επικρατούσαν και στις τρίς βαθμίδες της Ιερωσύνης  στην Εκκλησία.  Ο Μιχαήλ Ακομινάτος ειχε εμπειρίες από  την πατριαρχία του λόγιου και ασκητικού Θεοδοσίου Α΄ (1178-1183), του γνωστού και ως Βορραδιώτη  πουτο 1183 ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ τον  απομάκρυνε από το Θρόνο, γιατί  αντέδρασε σε αθέμιτο γάμο του, όπως και παλαιότεροι πατριαρχες  και  έζησε την υπόλοιπη ζωή του στη νήσο Τερέβινθο ασχολούμενος με τη συγγραφή της βιογραφίας του  Ιεροσολύμων Λεόντιου, που εκδόθηκαν με τις ομιλίες του Μακαρίου Χρυσοκέφαλου  το 1793 στη Βιέννη.

              Την πρώτη παρουσίαση το επιστημονικό χώρο του ευρήματος του Μονυδρίου από τον Αριστείδη Πανώτη  έπραξε η Βυζαντινολόγος κυρία Μαρίκα Σωτηρίου με την μελέτη της  στο «Δελτίο  της Χριστιανικής  Αρχαιολογικής Εταιρείας»2 και συνεχισε την μελέτη η ταπεινότητά μου όταν επήγα ως Θεολόγος στο Παρίσι το 1957 για μετ’ εκπαίδευση στο «Ινστιτούτο του  Αγιου Σεργίου», όπου μαθήτευσαστην Ιστορία της Εκκλησίας στη Ρωσία  στον καθηγητή Αντώνιο Καρτασώφ, τελευταίο Υπουργό Παιδείας της Τσαρικής Κυβερνήσεως του Κερένσκυ  και ταυτόχρονα παρακολουθούσα στην Σορβόννη τις Βυζαντινολογικές παραδόσεις  του  σπουδαίου καθηγητού  Ανδρέα Γραμπάρ στο ανορθόδοξο ίδρυμα του «College de France» και εκείνος αφού  είδε τα πρώτα στοιχεία των ερευνὠν  μου με προέτρεψε να ασχοληθώ  με την ανάλυση της τοιχογραφία  του Μονυδρίου του  Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη, γιατί παρέχονται πολλές πληροφορίες για την  ιστορία  της ορθοδόξου λατρείας του 13ου αιώνα, κάτι που δεν μπόρεσα λόγω της τιετούς στρατεύσεως μου και της μετά ταύτα απασχολήσεως μου ως αρχισυντάκτη της Θ.Η.Ε.- Α. Π.         

  1. Βλ. Α. Πανώτη. Μνημεία Βυζαντινής τέχνης στην Κέα. περιοδικό «Το Νησάκι μας η Κέα». Σεπτ.1954.
  2. Δ.Χ.Α.Ε. 4, (1964/1965) Αθήνα 1966 την σχετική μελέτη: Η πρώϊμη παλαιολόγειος

       αναγέννηση εις ταςχώρας και τας νήσους της Ελλάδος κατάτον 13ον  αιώνα.

 είναι μία φανταστική συλληψη της ευλάβειας των αφοσιωμένων  τέκνων του

δεδομένου ότι  ο  ίδιος εγνώριζε ότι μόνον τα φελόνια των Πατριαρχών φέρουν

μόνον αρχαϊκους Σταυρούς μάλλον εξ επιδράσεως αποφάσεως της πατριαρχικής

 αξίας του ορισμου του αυτοκράτορα Βασιλίου Β΄ ενώ  μόνον εξ  οιήσεως η της

 αγνοίας μεταπήδησε στα φελόνια των επισκόπων ὴ των  πρεσβυτέρων .- 

Η σπουδαία τοιχογραφία της κόγχης του ναυδρίου που έκτισε στο κέντρο της νήσου Κέας ο Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτη και το 1953 το έφερα στο φως του διεθνούς αρχαιολογικού  ενδιαφέροντος
Η θέση του Μονυδρίου του Μιχαήλ Χωνιάνη στην νήσο Κέα

Loading